8 Ιανουαρίου , Κυριακή μετά τα Φώτα
Από Ι.Ν. ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ · 7 Ιανουαρίου 2017
Κυριακή Μετά Τα Φώτα (Ματθ. Δ΄ 12-17)
«Τω καιρώ εκείνω, ακούσας Ιησούς ότι Ιωάννης παρεδόθη, ανεχώρησεν εις την Γαλιλαίαν, και καταλιπών την Ναζαρέτ ελθών κατώκησεν εις Καπερναούμ την παραθαλασσίαν εν όρίοις Ζαβουλών και Νεφθαλείμ. ίνα πληρωθή το ρηθέν δια Ησαΐου του προφήτου λέγοντος· γη Ζαβουλών και γη Νεφθαλείμ, οδόν θαλάσσης, πέραν του Ιορδάνου, Γαλιλαία των εθνών, ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοίς καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς. Από τότε ήρξατο ο Ιησούς κηρύσσειν και λέγειν μετανοείτε· ήγγικεν γαρ ή βασιλεία των ουρανών».
|
Εκείνο τον καιρό, όταν άκουσε ο Ιησούς πως ο Ιωάννης παραδόθηκε έφυγε και πήγε στη Γαλιλαία. Και αφήνοντας τη Ναζαρέτ, ήλθε και κατοίκησε στην Καπερναούμ που ήταν κοντά στη θάλασσα, στα σύνορα που κατοικούσαν οι φυλές Ζαβουλών και Νεφθαλείμ για να πραγματοποιηθεί εκείνο που είπε ο Θεός με το στόμα του προφήτη Ησαΐα. Η γη Ζαβουλών και η γη του Νεφθαλείμ, στο δρόμο κατά τη θάλασσα πέρα από τον Ιορδάνη, η Γαλιλαίο που την κατοικούν τα έθνη· ο λαός που κάθεται στο σκοτάδι είδε μεγάλο φως και σε κείνους που κάθονται στη χώρα και στη σκιά του θανάτου φως φανερώθηκε γι’ αυτούς. Από τότε άρχισε ο Ιησούς να κηρύττει και να λέγει· Μετανοείτε· γιατί πλησιάζει η βασιλεία των ουρανών»
|
Διονύσιος Ψαριανός [Μητροπολίτης Σερβίων καί
Κοζάνης (+)]
Ἀγαπητοὶ Χριστιανοί,
Πάλι καὶ σήμερα γιὰ τὴ μετάνοια θὰ ποῦμε. Καὶ μακάρι πάντα γιὰ τὴ μετάνοια νὰ λέγαμε, γιατί ὅλο τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας του σ” ἕνα πράγμα καὶ σὲ μία λέξη περιλαμβάνεται καὶ συγκεφαλαιώνεται· στὴ μετάνοια. Μὲ τὴ μετάνοια ὁ Χριστὸς ἄρχισε τὸ κήρυγμά του καὶ μὲ τὴ μετάνοια τὸ τελείωσε. Γιὰ τὸ πῶς τελείωσε μᾶς λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, πὼς μετὰ τὴν Ἀνάσταση παράγγειλε στοὺς Ἀποστόλους νὰ κηρύξουνε μετάνοια στ” ὄνομά του σ” ὅλα τὰ ἔθνη. Γιὰ τὸ πῶς ἄρχισε μᾶς τὸ εἶπε τὸ Εὐαγγέλιο σήμερα, μὰ ἂς τὸ ξανακούσουμε στὴ δική μας ἁπλὴ γλώσσα.Ἐκεῖνο τὸν καιρό, ὅταν ἀκουσεν ὁ Ἰησοῦς πὼς ὁ Ἰωάννης παραδόθηκε, ἔφυγε καὶ πῆγε στὴ Γαλιλαία. Καὶ ἀφίνοντας τὴ Ναζαρέτ, ἦλθε καὶ κατοίκησε στὴν Καπερναοὺμ ποὺ ἦταν κοντὰ στὴ θάλασσα, στὰ σύνορα ποὺ κατοικοῦσαν οἱ φυλὲς Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ, γιὰ ν” ἀληθέψη κεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτη Ἠσαΐα. Ἡ γῆ τοῦ Ζαβουλῶν καὶ ἡ γῆ τοῦ Νεφθαλείμ, στὸ δρόμο κατὰ τὴ θάλασσα πέρ” ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, ἡ Γαλιλαία ποὺ τὴν κατοικοῦνε τὰ ἔθνη· ὁ λαὸς ποὺ κάθεται στὸ σκότος εἶδε μεγάλο φῶς καὶ σὲ κείνους ποὺ κάθονται στὴ χώρα καὶ στὴ σκιὰ τοῦ θανάτου φῶς φανερώθηκε γι” αὐτούς. Ἀπὸ τότε ἄρχισε ὁ Ἰησοῦς νὰ κηρύττη καὶ νὰ λέγη· Μετανοεῖτε· γιατί πλησιάζει ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὅταν παραδόθηκε ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, παρουσιάσθηκε φανερὰ κι ἄρχισε τὸ κήρυγμά του στὸ λαό. Μὲ τὰ ἴδια λόγια τοῦ Ἰωάννη· «Μετανοεῖτε…» ἐκήρυττε ὁ Ἰωάννης, «Μετανοεῖτε…» ἐκήρυττε κι ὁ Χριστός. Αὐτὸ φανερώνει πρῶτα πὼς τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο εἶναι συνέχεια στὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν. Γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν ἦρθε ἐπαναστατικὰ νὰ κατάργηση τὸ νόμο τοῦ Μωϋσῆ καὶ τὸ κήρυγμα τῶν προφητῶν· δὲν ἦρθα, εἶπε ὁ ἴδιος, νὰ καταργήσω, μὰ νὰ συμπληρώσω. Αὐτὸ νὰ τὸ ἀκοῦνε κάμποσοι ἀπό μᾶς, ποὺ θέλουνε νὰ καταργήσουνε τὰ παληὰ καὶ νὰ διδάξουνε καινούργια· ποὺ πᾶνε νὰ γκρεμίσουνε τὸν κόσμο, γιὰ νὰ τὸν ξαναφτιάσουνε τάχατες ἀπὸ τὴν ἀρχή. Νὰ γκρεμίζης εἶναι πολὺ εὔκολο, μόνο νὰ δοῦμε πῶς ξαναχτίζεις. Καὶ νὰ λὲς πὼς ὅλα τὰ παληὰ εἶναι γιὰ πέταμα, εἶναι κι αὐτὸ ἕνας λόγος, μόνο νὰ δοῦμε, ὅταν τὰ πετάξης, τί θὰ βάλης στὴ θέση τους.
Μὰ ἂς τὸ ἀφήσουμε τώρα ἐτοῦτο τὸ ζήτημα γιὰ ἄλλη φορὰ κι ἂς ξαναγυρίσουμε στὸ «Μετανοεῖτε…». Εἴπαμε λοιπὸν πὼς κι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς κι ὁ Χριστὸς ἀρχίζουνε τὸ κήρυγμά τους μὲ τὴν ἴδια λέξη· κι αὐτὸ φανερώνει πρῶτα πὼς τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι συνέχεια στὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν. Τὸ «Μετανοεῖτε…» ὅμως αὐτὸ φανερώνει ἀκόμη καὶ κάτι ἄλλο κι αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ προσέξουμε πολύ. Γιατί ἂν δὲν προσέξουμε κι ἂν δὲν καταλάβουμε γιατί ὁ Πρόδρομος κι ὁ Χριστὸς ἀρχίζουν μὲ τὸ «Μετανοεῖτε…», τότε δὲν θὰ καταλάβουμε τίποτα κι ἀπ” ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο. Εἴπαμε δὰ πὼς ὅλο τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας του, δηλαδὴ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο συμπεριλαμβάνεται καὶ συγκεφαλαιώνεται στὴ μετάνοια.
Τὸ πιὸ μεγάλο κακό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τὸ πιὸ μεγάλο κακὸ εἶναι ἡ ἀμετανοησία. Ὅλα τὰ κακὰ κι ὅλες oι ἁμαρτίες δὲν εἶναι τόσο μεγάλες ποὺ νὰ μὴν τὶς συχωρνάη ὁ Θεός. Μὰ εἶναι μία ἁμαρτία ποὺ μένει ἀσυχώρετη. Ὁ Χριστὸς εἶπε πὼς ἡ ἁμαρτία αὐτὴ εἶναι ἡ βλασφημία «κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἐξηγοῦνε πὼς ἡ βλασφημία «κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» εἶναι ἡ ἀμετανοησία. Ἡ μετάνοια εἶναι ζωὴ καὶ σωτηρία, ἡ ἀμετανοησία εἶναι θάνατος καὶ ἀπώλεια. Ὅποιος δὲν μετανοεῖ, δὲν καταλαβαίνει τὸ φταίξιμό του καὶ τὴν ἁμαρτία του, δὲ ζητάει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, δὲν ἔχει συχώρεση ἀπὸ τὸ Θεό. Γιατί ὁ Θεὸς ἐλεᾶ καὶ συχωρνάει ἐκείνους ποὺ νιώθουνε τὰ φταιξίματά τους, ποὺ κλαῖνε γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους, ποὺ ζητοῦνε τὸ θεῖο ἔλεος· μ” ἕνα λόγο ἐκείνους ποὺ μετανοοῦνε. Γιατί ἐτοῦτο εἶναι ἡ μετάνοια· νὰ λυπηθῆς, νὰ κλάψης, νὰ ζήτησης ἔλεος καὶ συχώρεση γιὰ τὸ φταίξιμό σου, νὰ δώσης λόγο πὼς δὲν θὰ ξανακάμης τὸ ἴδιο καὶ νὰ βάλης τὰ δυνατά σου νὰ μὴν τὸ ξανακάμης. Ὅλα ἐτοῦτα, χριστιανέ μου, εἶναι ποὺ σὲ κάνουνε καινούργιο ἄνθρωπο, ὅλα ἐτοῦτα εἶναι ποὺ σὲ ἀνεβάζουν, ὅλα ἐτοῦτα εἶναι ἡ μετάνοια κι ἡ μετάνοια εἶναι ἡ πρόοδός σου κι ἡ προκοπή σου, ἡ ζωή σου κι ἡ σωτηρία σου. Ἡ ἀμετανοησία σὲ ρίχνει καὶ σὲ κατεβάζει, σοῦ θολώνει τὸ μυαλὸ καὶ σὲ τυφλώνει κι ὕστερα τὰ βλέπεις ὅλα θολὰ καὶ τὰ καταλαβαίνεις ὅλα ἀνάποδα. Πολλοὶ θαρροῦνε πὼς ἡ μετάνοια εἶναι ἀδυναμία καὶ πὼς ἡ ἀμετανοησία εἶναι θέληση. Μακάρι νὰ “χουμε ὅλοι μας μιὰ τέτοια ἀδυναμία, ποὺ μᾶς ἀνεβάζει καὶ νὰ μᾶς λείπη τέτοια θέληση, ποὺ μᾶς καταστρέφει. Ἡ ἀμετανοησία, χριστιανοί μου, εἶναι ξεροκεφαλιά, ἡ μετάνοια εἶναι ἐξυπνάδα.
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἦρθε νὰ μᾶς κάμη καινούργιους ἀνθρώπους. Μὰ καινούργιο στὸν κόσμο δὲν ὑπάρχει, παρεκτὸς ἀπ” ὅ,τι εἶναι ἀληθινὸ κι ἀληθινὸ πάλι δὲν εἶναι παρ” ἐκτὸς ἀπ” ὅ,τι εἶναι φυσικό, σύμφωνο δηλαδὴ μὲ τοὺς νόμους ποὺ ἔβαλε ὁ Θεὸς στὴ δημιουργία του. Ὅ,τι εἶναι φυσικό, εἶναι ἀληθινό· ὅ,τι εἶναι ἀληθινό, εἶναι τοῦ Θεοῦ· κι ὅ,τι εἶναι τοῦ Θεοῦ, εἶναι πάντα καινούργιο, εἶναι ζωὴ αἰώνιος. Ἡ μετάνοια εἶναι κι αὐτὴ νόμος τοῦ Θεοῦ, ὅρος τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Χριστὸς λοιπὸν μᾶς καλεῖ γιὰ νὰ μᾶς κάμη καινούργιους καὶ μᾶς βάζει ὅρο καὶ νόμο τὴ μετάνοια. Ἂς μετανοοῦμε, χριστιανοί μου, γιὰ νὰ προκόβουμε στὸ καλύτερο· γιὰ νὰ “χουμε ζωή, ζωὴ αἰώνιο. Ἀμήν.