4 Σεπτεμβρίου μνήμη του Αγίου ενδόξου και δικαίου Προφήτου Μωϋσέως , της Αγίας μάρτυρος Ερμιόνης και των Αγίων μαρτύρων Ιερουσαλήμ και των τέκνων αυτής Κεγούρου , Σεκενδίνου και Σεκένδου
Βίος του Προφήτου Μωϋσέως του Θεόπτου
Ο Μωϋσής ο προφήτης και θεόπτης, ο υπέρτατος των φιλοσόφων και ο σοφώτατος των νομοθετών και ο αρχαιότερος, όλων των ιστοριογράφων, γεννήθηκε από τη φυλή του
Η ανατροφή του Μωϋσή
Ο Μωϋσής παντρεύεται
Ο Θεός αποκαλύπτεται στον Μωϋσή
Ο Μωϋσής στον Φαραώ
Οι Ισραηλίτες φεύγουν από την Αίγυπτο
Φθάνουν στο όρος Σινά
Ο Θεός δίνει τις δέκα έντολές
Οι δέκα εντολές
1. Ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ Θεός σου, οὐκ ἔσονται σοὶ θεοὶ ἕτεροι πλὴν ἑμοῦ.
2. Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον, οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα, ὅσα ἐν τῷ οὐρανῷ ἄνω καὶ ὅσα ἐν τῇ γῇ κάτω καὶ ὅσα ἐν τοῖς ὕδασιν ὑποκάτω τῆς γῆς.
3. Οὐ λήψει τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίῳ.
4. Ἓξ ἡμέρας ἔργα καὶ ποιήσεις πάντα τὰ ἔργα σου. Τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ σάββατα Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου.
5. Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου, ἵνα εὖ σοι γένηται καὶ ἵνα μακροχρόνιος γένῃ ἐπὶ τῆς γῆς.
6. Οὐ μοιχεύσεις.
7. Οὐ κλέψεις.
8. Οὐ φονεύσεις.
9. Οὐ ψευδομαρτυρήσεις κατὰ τοῦ πλησίον σου μαρτυρίαν ψευδῆ.
10. Οὐκ ἐπιθυμήσεις πάντα ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστι.
Αφού παρέλαβε τις δέκα εντολές ο Μωϋσής έμεινε στο όρος Σινά 40 ήμερες! Οι Ισραηλίτες νόμισαν ότι δεν θα γυρίσει κοντά τους. Τότε ζήτησαν από τον Ααρών να κάμει θεούς
για να τους οδηγήσουν. Ο Ααρών αναγκάστηκε να μαζέψει από το λαό τα σκουλαρίκια τους, με τα οποία έφτιαξε ένα χρυσό μοσχάρι. Ο λαός θυσίαζε σ’ αυτό το μοσχάρι και
χόρευε γύρω του τρώγοντας και πίνοντας.
Ο Μωϋσής κατεβαίνει από το Σινά
Σε λίγο κατεβαίνει ο Μωϋσής από το όρος Σινά και βλέπει όσα γινόταν εις βάρος της λατρείας του Θεού, κρατώντας στα χέρια του τις δύο πλάκες με τις δέκα εντολές. Όταν είδε
το χρυσό μοσχάρι, θύμωσε τόσο πολύ, ώστε πέταξε τις δύο πλάκες κάτω και τις έσπασε. Κατόπιν κατέκαψε με φωτιά και το χρυσό μοσχάρι. Έπειτα τιμώρησε βαρύτατα τους
πρωταίτιους και μάλωσε σκληρά τον αχάριστο λαό που ξέχασε τόσο γρήγορα τις δωρεές του Θεού. Ύστερα από τα σκληρά λόγια του Μωϋσή ο λαός μετανόησε πικρά για την
ασέβεια του και λάτρευσε πάλι τον αληθινό Θεό! Ο Θεός δέχθηκε τη μετάνοια του λαού και τον συγχώρησε. Ο Μωϋσής κατόπιν ανέβηκε στο όρος Σινά πάλι και εκεί έγραψε σε
δυο πλάκες τις δέκα εντολές που του υπαγόρευσε ο Θεός, και τις έδωκε στο λαό να τις φυλάξει!
Η Κιβωτός της Διαθήκης
Αφού ο Μωϋσής παρέδωκε τις δέκα εντολές στο λαό, τους διέταξε να του φέρουν ότι είχε καθένας από αυτούς σε χρυσάφι και πολύτιμες πέτρες. Με αυτά κατασκεύασε την
Κιβωτό της Διαθήκης από ξύλο, περιχρυσομένο από μέσα και από έξω και σκεπασμένο με χρυσά Χερουβείμ. Κατασκεύασε ακόμη και πολύτιμη σκηνή, που την ονόμασαν Σκηνή
του Μαρτυρίου, που χρησίμευε, σαν κινητός Ναός. Απετελείτο δε η σκηνή από δύο μέρη. Το μεν ένα που ήταν στο βάθος λεγόταν Άγια των Αγίων ή άδυτον, το δε μπροστινό
μέρος λεγόταν ιερό. Μέσα στη σκηνή φυλασσόταν η κιβωτός της Διαθήκης που είχε τις δυο λίθινες πλάκες. Μπροστά σ’ αυτή κρεμόταν καντίλι επτάφωτο. Μέσα στη σκηνή
επίσης στεκόταν και ένα χρυσό τραπέζι, που είχε επάνω τους άρτους της προθέσεως και ένα χρυσό θυμιατήριο. Μπροστά δε στη σκηνή στήθηκε το θυσιαστήριο, επάνω, στο
οποίο προσέφεραν τις θυσίες. Ήσαν δε δυο ειδών οι θυσίες, εκείνες που έσφαζαν ζώα επάνω στο θυσιαστήριο και έχυναν το αίμα τους, οι λεγόμενες έναιμες, και οι αναίμακτες,
δηλαδή αυτές από διάφορα προϊόντα της γης. Την υπηρεσία αυτή της λατρείας την ανέθεσε ο Μωϋσής στη φυλή του Λευΐ. Ο Ααρών και οι απόγονοι αυτού ήσαν ιερείς, ένας δε
από αυτούς αρχιερέας. Οι ιερείς προσέφεραν τις θυσίες, οι δε Λευίτες τους βοηθούσαν.
Οι γιορτές των Ισραηλιτών
Ο Μωϋσής όρισε διάφορες γιορτές, με τις οποίες ο λαός του Ισραήλ έμελλε να φυλάξει ζωηρή τη λατρεία του αληθινού Θεού. Εκτός από το Σάββατο ήτοι δηλαδή την έβδομη
ημέρα της εβδομάδας, που γιορτάζεται για ανάμνηση που έπαυσε ο Θεός να εργάζεται μετά τα έργα της δημιουργίας, και την οποίαν οι Εβραίοι κρατούν αυστηρά, έκαμε ο
Μωϋσής και τις εξής γιορτές. Το Πάσχα, η εορτή των αζύμων, εις ανάμνηση που βγήκαν οι Ισραηλίτες από την Αίγυπτο, και διάβηκαν και την Ερυθρά θάλασσα. Την Πεντηκοστή,
που εορτάζεται 50 ημέρες μετά τη γιορτή του Πάσχα, για ανάμνησι που τους παρέδωσε ο Θεός τις εντολές. Την Σκηνοπηγία, που γιορτάζεται οκτώ ημέρες για ανάμνησι, που
παρέμειναν οι Ισραηλίτες κάτω από σκηνή στην έρημο. Την γιορτή του εξιλασμού, κατά την οποίαν μπαίνει ο αρχιερέας μέσα στη σκηνή και προσφέρει θυσία υπέρ του λαού. Την
εορτή του Ιωβιλαίου, που γιορτάζεται κάθε σαράντα δύο χρόνια, και το έτος αυτό λέγεται έτος αφέσεως. Όρισε επίσης ο Μωϋσής να διαβάζεται ο Νόμος στο λαό κάθε επτά έτη.
Όρισε τα καθήκοντα των γονέων και των τέκνων, τα καθήκοντα προς τις χήρες και τα όργανά, προς τους πτωχούς και τους δυστυχείς. Και πολλά άλλα καλά και ωφέλιμα διέταξε.
Με όλα αυτά ο Μωϋσής ζητούσε να οδηγήσει τους Ισραηλίτες στην αγάπη προς τον Θεό και προς τον πλησίον και να τους κάμει ικανούς να γίνουν Άγιοι, καθώς ο Θεός είναι
Άγιος.
Σαράντα χρόνια στην έρημο
Αφού έμειναν ένα χρόνο στο Σινά, στην αρχή του δευτέρου έτους ο Μωυσής αρίθμησε τον λαό και συνέχισαν την πορεία στην έρημο, ώσπου έφθασαν στην έρημο Κάδης, στα
σύνορα της γης της Επαγγελίας. Ο λαός, επηρεασμένος από τους κατασκόπους που έστειλε ο Μωυσής στην Χαναάν, αποθαρρύνθηκε για την κατάληψη της χώρας, στασίασε
εναντίον του και ζήτησε νέους αρχηγούς για να επιστρέψει στην Αίγυπτο. Ο Θεός ήταν έτοιμος για μία ακόμη φορά να τους αφανίσει τελείως, αλλά ο Μωυσής με την θερμή του
προσευχή άλλαξε την θεία βουλή και καταδικάσθηκαν σε τριάντα οκτώ χρόνια περιπλάνηση, αφ’ ενός μεν για να παιδαγωγηθούν, αφ’ έτερου δε για να πεθάνουν στην έρημο και
να μην εισέλθουν στην γη της Επαγγελίας όλοι οι γογγυσταί ηλικίας είκοσι ετών και άνω.
Κατά την μακροχρόνια αυτή περιπλάνηση έξω από την γη Χαναάν, ο Μωυσής με θαυμαστή πραότητα και σύνεση αντιμετώπιζε τις συνεχείς μεμψιμοιρίες, τις αντιζηλίες και τις
ανταρσίες του δυσκυβέρνητου λαού.
Στην αρχή του τεσσαρακοστού από τη έξοδο τους έτους έφθασαν πάλι στην έρημο Κάδης. Οι επιλήσμονες «υιοί του Ισραήλ» δυσφόρησαν και πάλι από την έλλειψη νερού και
ξέσπασαν σε νέους γογγυσμούς κατά του ηγέτη τους. Ο Θεός είπε στον Μωυσή να τους δώσει νερό από τον βράχο, αλλά αυτός, κυριευμένος από αθυμία για την νέα τους
απείθεια, δίστασε προς στιγμήν και τους είπε: «ἀκούσατέ μου, οἱ ἀπειθεῖς· μὴ ἐκ τῆς πέτρας ταύτης ἐξάξομεν ὑμῖν ὕδωρ;» (Άρ. 20, 10). Το νερό ανέβλυσε άφθονο από τον
βράχο, όταν τον κτύπησε με το ραβδί του ο Μωυσής· ο ίδιος όμως εξ’ αιτίας της «αντιλογίας» του τιμωρήθηκε από τον Θεό να μην εισέλθει στην γη της Επαγγελίας.
Ύστερα από πολλούς αγώνες πού διεξήγαγε με την βοήθεια του Ιησού του Ναυή εναντίον των Αμορραίων, των Μαδιανιτών και των Μωαβιτών, κατέλαβε την χώρα ανατολικά
του Ιορδανού, απέναντι από την Χαναάν.
Το τέλος του Μωϋσή
Όταν έφθασαν στη Γη του Μωάβ, ο Μωϋσής, κάλεσε τον λαό να τους ομιλήσει. Τους ανέφερε όλες τις ευεργεσίες του Θεού προς αυτούς, και τους συμβούλεψε, να μένουν πιστοί
προς Αυτόν και να τηρούν τις εντολές Του. Κατά διαταγή τους Θεού διόρισε διάδοχό του τον Ιησού τον υιό του Ναυή και τον παρουσίασε στο λαό. Κατόπιν ευλόγησε κάθε μια
φυλή ιδιαιτέρως και τους αποχαιρέτησε. Έπειτα ανέβηκε στην κορυφή Φασγά του όρους Ναβαού της Μωάβ. Εκεί είδε από μακρυά τη Γη Χαναάν, την οποίαν του έδειξε Άγγελος
Κυρίου, και εκεί πέθανε. Οι Ισραηλίτες τον έθαψαν στην πεδιάδα του Μωάβ και τον έκλαψαν τριάντα ημέρες. Ο Μωϋσής έζησε 120 έτη, και πέθανε μετά το έτος 1451 π.Χ. Ούτε
τα μάτια του είχαν εξασθενήσει, ούτε οι δυνάμεις του είχαν ελαττωθεί. Υπέμενε πολλές δοκιμασίες και θλίψεις, αλλά ήλπιζε πάντοτε στο Θεό, ζητούσε την βοήθειά Του με πίστη
και ότι ζητούσε με την προσευχή το έπαιρνε.
Ο Μωϋσής συγγραφεύς
Ο Μωϋσής έγραψε και τα πέντε πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, τα οποία καλούνται Πεντάτευχος. Οι δύο πρώτες ωδές είναι: « Άσωμεν τω Κυρίω» κλ.π. και το «Πρόσεχε
Ουρανέ και λαλήσω κλ.π.». Το πρώτο το έψαλε στην παραλία της Ερυθράς θάλασσας μόλις την πέρασαν, και τη δεύτερη λίγες ημέρες πριν τελειώσει, στη γη Μωάβ.
Λέγεται ότι κατά την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου, η θαυματουργή ράβδος του Μωϋσή μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη και ο βασιλεύς βγήκε πεζός να την υποδεχθή.
Έκτισε ναό της Θεοτόκου όπου έβαλε τη ράβδο, αλλά κατόπιν την έφερε στα ανάκτορα.
Στίχος
Οὐκ ἐκ πέτρας νῦν, ουδ᾿ ὀπισθίων μέρει, Μωσῆ θεωρεῖς, ἀλλ᾿ ὅλον Θεὸν βλέπεις.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως
Γνόφον ἄϋλον, τεθεαμένος, νόμον ἔνθεον, πλαξὶν ἐδέξω, ὡς θεάμων μυστηρίων τοῦ Πνεύματος· καὶ καταπλήξας τὴν Αἴγυπτον θαύμασι, δημαγωγὸς
Ἰσραὴλ ἐχρημάτισας. Μωσῆ ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ
Ὡς θεωρὸν τῆς τοῦ Θεοῦ ἐνανθρωπήσεως καὶ μυστογράφον τῆς αὐτοῦ συγκαταβάσεως μακαρίζομεν Θεόπτα σε ἐπαξίως. Ἀλλ’ ὡς πέφυκας μεσίτης
ἀξιόθεος Ἐκ παντοίων ἡμᾶς λύτρωσαι κακώσεων, Ἵνα κράζωμεν· χαίροις μάκαρ Μωσῆ σοφέ.
Μεγαλυνάριον
Τὸν χρηματισθέντα ἐν τῷ Σινᾷ, καὶ ἐξαγαγόντα, ἐξ Αἰγύπτου τὸν Ἰσραήλ, τὸν ὑπερκοσμίων, ἐπόπτην θεαμάτων, Μωσέα τὸν θεόπτην, ὕμνοις τιμήσωμεν.
Αγία Ερμιόνη , η ιατρός και θαυματουργός
Όσοι μελετούν προσεκτικώς και λεπτομερώς το ιεραποστολικό και ποιμαντικό έργο της Εκκλησίας κατά τις πρώτες (αποστολικές και μεταποστολικές) χριστιανικές δεκαετίες, μένουν έκπληκτοι από την —σε πολλούς τομείς ρηξικέλευθη— δράσι διακεκριμένων χριστιανών γυναικών. Ανάμεσα σ’ αυτές ξεχωριστή θέσι κατέχει αναμφιβόλως ή ανάργυρος ιατρός και ιαματική αγία Ερμιόνη, της οποίας τη μνήμη εορτάζει η Εκκλησία μας την 4η Σεπτεμβρίου.
Η αγία Ερμιόνη ήταν μία από τις τέσσαρες θυγατέρες του διακόνου και ευαγγελιστού Φιλίππου, οι οποίες, κατά το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, ήσαν «παρθένοι και προφητεύουσαι» (Πράξεις των αποστόλων 21, 9), δηλαδή ήσαν αφιερωμένες στον Θεό και είχαν το χάρισμα της προφητείας, πού τις καθιστούσε ικανές να προλέγουν μέλλοντα και να απευθύνουν λόγους διδασκαλίας, προτροπής, παραινέσεως και παρακλήσεως. Επί πλέον είχαν την ευτυχία να ανατραφούν στην Καισαρεία της Παλαιστίνης μέσα στη θαλπωρή μιας οικογενείας, που φιλοξενούσε τον Απόστολο Παύλο (Πράξ. 21, 8) και ήταν φυτώριο διακονικής αγάπης και ορμητήριο ευαγγελισμού.
Το σπίτι της ευλογημένης αυτής οικογενείας εμψυχωνόταν από τον άγιο Φίλιππο, ο οποίος ήταν ένας των πρώτων «επτά διακόνων» (Πράξ. 6, 3-5, και 21, 8), πού εξελέγησαν για την άσκηση του έργου της οργανωμένης χριστιανικής αλληλεγγύης στην πρώτη Εκκλησία, και στη συνέχεια απέκτησε και τον τιμητικό τίτλο του «ευαγγελιστού» (Πράξ. 21, 8), διότι «ευηγγελίζετο τάς πόλεις πάσας» των γειτονικών περιοχών (Πράξ. 8, 40). Ασκώντας το έργο του «ευαγγελιστοϋ», «εποίει σημεία» και διάφορα θαύματα (Πράξ. 8, 6), βάπτισε Σίμωνα τον Μάγον (Πράξ. 8, 13) και τον Αιθίοπα ευνούχον αύλικόν και άνώτερον άξιωματικόν Κανδάκης της βασιλίσσης των Αιθιόπων (Πράξ. 8, 26-39). Ο Ευσέβιος τονίζει ότι οι φέροντες τον τίτλο του «ευαγγελιστού» στην αρχαία Εκκλησία έρχονται πρώτοι στη διαδοχή των Αποστόλων.
Ο διάκονος και «ευαγγελιστής» Φίλιππος αναφέρεται και ως «απόστολος», δηλαδή ως ανήκων στον ευρύτερο κύκλο των Αποστόλων, αλλά δεν πρέπει να συγχέεται με τον εκ των Δώδεκα Απόστολο Φίλιππο. Είναι λάθος να θεωρούνται οί 4 θυγατέρες του ως «θυγατέρες του (εκ των Δώδεκα) Φιλίππου του Αποστόλου» (το λάθος αυτό π.χ. έγινε από κάποιον Γάϊον: Ευσεβίου, Εκκλ. Ιστ. 3, 31).
Ανάμεσα στις τέσσαρες προφήτιδες αυτές θυγατέρες του διακόνου Φιλίππου ξεχώριζε η αγία Ερμιόνη, που σπούδασε Ιατρική και Φιλοσοφία καί, καθώς ήταν εμποτισμένη από το ιεραποστολικό πνεύμα του εκλεκτού πατέρα της, είχε στην Καισαρεία άκτινοβόλο δράση, συνδυάζοντας τις ιατρικές γνώσεις με το θεοδώρητο προφητικό – διδακτικό, αλλά και ιαματικό χάρισμα, ασκώντας δωρεάν Ψυχοσωματικήν Ιατρική, θεραπεύοντας — με πίστιν και προσευχήν — ασθένειες ψυχών και σωμάτων καί συντελώντας στη διάδοση και στερέωση του Χριστιανισμού. Πιθανώς επάνω της ασκούσε κάποιαν επίδραση και το φωτεινό παράδειγμα των αναργύρων ιατρών και ιαματικών γυναικών Ζηναΐδος και Φιλονίλλας, οι οποίες ήσαν συγγενείς του Απ. Παύλου από την περιοχή της Ταρσού της Κιλικίας.
Σε κάπως προχωρημένη ηλικία η αγία Ερμιόνη θέλησε να επισκεφθή στην Έφεσο τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, αλλά δεν τον πρόλαβε. Είχεν εκδημήσει προς Κύριον. Αλλά στην πόλη αυτή δρούσε ιεραποστολικώς ο εξαίρετος μαθητής του Ιωάννου Πετρώνιος, ο οποίος έπεισε την Ερμιόνη και την συνοδεύουσαν αυτήν αδελφήν της προφήτιδα Ευτυχίδα να διέλθουν τα τελευταία έτη της ζωής των στην Έφεσο και να συνεχίσουν το ανακαινιστικό έργο τους οδηγώντας τους ανθρώπους στον Χριστό. Άνοιγαν τις καρδιές όλων, προ πάντων με το κλειδί της αγάπης, που την σκορπούσαν αφειδώς στο πρώτο οργανωμένο πανδοχείο – νοσοκομείο, που ίδρυσε η αγία Ερμιόνη.
Γι’ αυτό, το 1996 στο 35ο Διεθνές Συνέδριο Ιστορίας της Ιατρικής, που έγινε στην Κω, με οργανωτή τον Καθηγητή κ. Σπυρο Μαρκέτο, κατόπιν σχετικής εισηγήσεως του Επικ. Καθηγητού κ. Αρ. Εύτυχιάδου, αναγνωρίσθηκε από όλους τους συνέδρους ως πρωτοπόρος σκαπανεύς του θεσμού των πανδοχείων – νοσοκομείων, τα οποία πολλαπλασιάσθηκαν και όργανώθηκαν συστηματικώτερον στους βυζαντινούς χρόνους. Στο νοσοκομείο της η αγία Ερμιόνη «έθεράπευε δωρεάν κάθε ασθενή με την επίκληση του ονόματος του Χριστού καί την ιατρική της τέχνη» (Αριστοτέλους Εύτυχιάδου, Γυναίκες ιατροί άγιες άνάργυρες προστάτιδες της Ιατρικής, περ. «Εκκλησία», 15 Νοεμβρίου 1996, σ. 784).
Σε καποιες εικόνες παρουσιάζεται η αγία να κράτη στα χέρια της ιατρικά εργαλεία και φάρμακα, εικονίζεται η πόλη της Εφέσου, ενώ πίσω από της αγία προς τα αριστερά εικονίζεται το οικοδόμημα του πανδοχείου – νοσοκομείου αυτής.
Δείτε και: Οι άγιοι της Ιατρικής
Απολυτίκιο
Ἦχoς δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Παρθένος ἀκήρατος, διατελοῦσα σεμνή, τῷ Λόγῳ νενύμφευσαι, τῷ ἐκ Παρθένου Ἀγνῆς, σαρκὶ ὁμιλήσαντι· ὅθεν τὴν σοὶ δοθεῖσαν, θεοπάροχον χάριν, ἄθλοις τῆς εὐσεβείας, τοῖς ἐν πλάνῃ ἐκφαίνεις· διό σε Ἑρμιόνη, ὁ Χριστὸς ἐδόξασε.
Κοντάκιο
Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Βλαστὸς καρποτελής, καὶ ἀμάραντον ἄνθος, Φιλίππου τοῦ κλεινοῦ, ἐν σεπτοῖς Διακόνοις, ἐδείχθης θείᾳ χάριτι, Ἑρμιόνη πανθαύμαστε· καὶ ἀθλήσασα, παρθενικῶς προσηνέχθης, τῷ δοξάσαντι, τοὺς εὐαγεῖς σου ἀγῶνας, Χριστῷ τῷ Θεῷ ἡμῶν.
Μεγαλυνάριο
Κλάδος ἀνεδείχθης ἀειθαλής, Φιλίππου τοῦ θείου, Ἑρμιόνη πανευκλεής· ἔνθεν διατρέφεις, καρποῖς τῶν σῶν ἀγώνων, ἡμῶν τὰς διανοίας, τῶν εὐφημούντων σε .
H Αγία Ιερουσαλήμ
Η Αγία Ιερουσαλήμ έζησε και μαρτύρησε την εποχή που ήταν Αυτοκράτορας στη Ρώμη ο Μάρκος Αυρήλιος Πρόβος (276-282 μ.Χ.). Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από ευκατάστατη οικογένεια. Οι γονείς της ήταν Χριστιανοί και της εμφύσησαν τις χριστιανικές αρετές και την πίστη προς το Θεό. Η ανατροφή της έγινε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Μελέτησε τα Ιερά Γράμματα και παρ’ όλο που ήθελε να αφοσιωθεί στην πίστη της προς το Θεό, οι γονείς της την πάντρεψαν ακουσίως. Έκανε τρία παιδιά το Σεκένδο, το Σεκένδικο και τον Κήγορο. Η ανατροφή των παιδιών της, όπως ήταν φυσικό, ήταν βασισμένη στο χριστιανικό φρόνημα.
Σύντομα ο σύζυγός της απεβίωσε και έμεινε χήρα. Μετά το θάνατό του και λόγω του ζήλου που είχε να διαδώσει τη χριστιανική πίστη παντού, ώστε να φωτιστούν οι άνθρωποι και να επιστρέψουν στο Θεό, πήρε τη μεγάλη απόφαση να ταξιδέψει παντού και να κηρύξει το λόγο του Θεού. Ξεκίνησε με τα παιδιά της από την Αλεξάνδρεια και από πόλη σε πόλη κήρυττε κατά της ειδωλολατρίας, ενώ οι αντιδράσεις και οι κίνδυνοι δεν ήταν λίγοι.
Έφτασε και στην ξακουστή Ρώμη, την πρωτεύουσα του τότε Ρωμαϊκού κράτους. Η αγία ζωή που διήγε, οι προσευχές της, οι νηστείες, η ταπείνωση, η διδασκαλία της με πραότητα ήταν αρετές που ώθησαν πολλούς στο Χριστιανισμό. Εργαζόταν «εν φόβω και τρόμω την εαυτής σωτηρίαν» και βοηθούσε όσους είχαν ανάγκη. Συμβούλευε τα παιδιά της να ποθούν τα άφθαρτα και αιώνια και να αντιστέκονται στα γήινα και μάταια.
Την εποχή του Αυτοκράτορα Αυρηλιανού άναψε ο διωγμός κατά των Χριστιανών και λάμβαναν χώρα φρικτά βασανιστήρια. Τότε η Αγία ανέπτυξε μεγάλη δραστηριότητα, με την επίσκεψη της σε βασανισμένους Χριστιανούς και την παραλαβή των λειψάνων των Μαρτύρων προς ενταφιασμό.
Όταν ο Αυτοκράτορας έμαθε για τη δράση και τα προτερήματα της Ιερουσαλήμ από τη συγγενή αυτής Σεβαστιανή, διέταξε να τη συλλάβουν. Έστειλε το γιο του, Φιλόδωρο, να τη φέρει, όμως στο δρόμο είχε ατύχημα με το άλογο και πονούσε πολύ. Τότε η Σεβαστιανή μίλησε για τη δύναμη της προσευχής της Ιερουσαλήμ και πώς αυτή μπορεί να τον θεραπεύσει. Ο βασιλιάς πείστηκε και έστειλε δώρα στην Αγία, ζητώντας να έρθει να προσευχηθεί για την ανάρρωση του παιδιού του. Η Αγία δεν πήγε, όμως του απέστειλε επιστολή λέγοντας αυτού να πιστέψει στον επουράνιο βασιλέα και τότε θα θεραπευθεί ο γιος του. Ο βασιλιάς όταν έλαβε το γράμμα το τοποθέτησε με ευλάβεια και πίστη στο πόδι του Φιλόδωρου και εκείνος έγινε αμέσως καλά. Κατόπιν αυτού η Αγία μπόρεσε να τους κηρύξει το λόγο του Θεού και πολλοί βαπτίστηκαν Χριστιανοί.
Η Αγία συνέχισε το ταξίδι της σε άλλες πόλεις. Πέρασε από την Αθήνα, τη Βοιωτία, τη Θεσσαλία και έφτασε στη Βέροια. Την περίοδο εκείνη έγινε Αυτοκράτορας ο Μάρκος Αυρήλιος Πρόβος. Αυτός διέταξε το διωγμό των Χριστιανών και το σκληρό βασανισμό τους. Ο Δούκας της Θεσσαλονίκης Κιντιανός κατήγγειλε την Αγία Ιερουσαλήμ, καθώς και τα τρία της παιδιά, στον Αυτοκράτορα για τη δράση τους και τη χριστιανική πίστη τους. Και ο Αυτοκράτορας διέταξε τη σύλληψή της. Όταν έμαθε η Αγία Ιερουσαλήμ ότι έρχονται στη Βέροια να τη συλλάβουν, εκείνη δεν πτοήθηκε. Αντίθετα, ανυπομονούσε να ομολογήσει την πίστη της. Επιπλέον με τα λόγια της τόνωσε και ενδυνάμωσε τα παιδιά της.
Τα παιδιά της υπέστησαν τρομερά βασανιστήρια και δεν υπέκυψαν στα βασιλικά δώρα που τους έταζαν. Αντίθετα, με χαμόγελο ομολόγησαν την πίστη τους και υπέμειναν τους βασανισμούς. Μέχρι το τέλος άντεξαν τα σκληρά και απάνθρωπα βασανιστήρια και παρέδωσαν την ψυχή τους στο Θεό.
Κατόπιν βασανίστηκε και η Αγία Ιερουσαλήμ από τους σκληρούς διώκτες των Χριστιανών. Και εκείνη όμως με χαμόγελο υπέμεινε τους βασανισμούς με καρτερία και ταπείνωση, ώσπου δέχτηκε το τελικό χτύπημα του αποκεφαλισμού της. Μερικοί τότε ευσεβείς άνδρες πήραν το άγιο και βασανισμένο σώμα της και το έθαψαν στο Νότιο μέρος της Βέροιας. Αργότερα εκεί χτίστηκε Ναός στο όνομα της Αγίας Ιερουσαλήμ, όπου έλαβαν χώρα πολλά θαύματα σε όσους την παρακαλούσαν με πίστη. Ο Ναός αυτός κάηκε σε μια μεγάλη πυρκαγιά της Βέροιας.
Τα θαύματα της Αγίας που έκανε εν ζωή και μετά θάνατον είναι πολλά. Ενδεικτικά αναφέρουμε το κάτωθι: Κάποτε υπήρχε πείνα στη Βέροια και τα περίχωρά της. Τριάντα μήνες είχε να βρέξει. Στέρεψαν οι βρύσες και τα πηγάδια, τα ποτάμια και η γη ξεράθηκαν. Τότε τους έσωσε η Αγία Ιερουσαλήμ. Παρουσιάστηκε σε ένα λιμάνι της Ιταλίας, όπου ήταν φορτωμένα καράβια με σιτάρι και δεν απέπλεαν επειδή δεν φυσούσε άνεμος. Αγόρασε όλο το σιτάρι και τους ζήτησε να το πάνε στη Βέροια. Τότε άρχισε να φυσά άνεμος και ξεκίνησαν τα πλοία για το ταξίδι τους. Μεσοπέλαγα οι ναυτικοί σκέφτηκαν να μην πάνε στη Βέροια, αλλά σε άλλες περιοχές. Τότε η θάλασσα αγρίεψε και τεράστια κύματα κάλυπταν τα καράβια. Κινδύνευαν και ήθελαν να ρίξουν το σιτάρι στη θάλασσα, αλλά δεν μπορούσαν. Έπειτα παρουσιάστηκε η Αγία και τους είπε ότι κινδυνεύουν επειδή έκαναν πονηρές και δόλιες σκέψεις. Πήρε το τιμόνι και οδήγησε τα καράβια στο λιμάνι. Μετέφεραν το σιτάρι στη Βέροια και άρχισαν να το μοιράζουν δωρεάν στους κατοίκους, σύμφωνα με τις εντολές της Αγίας. Οι κάτοικοι κατάλαβαν ότι τους το έστελνε η Αγία Ιερουσαλήμ και δοξολογούσαν το Θεό και την ίδια. Μάλιστα το βράδυ αρκετοί την είδαν στον ύπνο τους να προσεύχεται στο Θεό να βρέξει και πράγματι την επόμενη μέρα άρχισε να βρέχει και μπόρεσαν οι κάτοικοι να σπείρουν τα χωράφια τους.
Εξαιτίας του θαύματος αυτού οι κάτοικοι της Βέροιας και των περιχώρων συνέρρεαν στον Ιερό Ναό της και έκαναν πανηγύρεις. Τότε σώζονταν και τα άγια λείψανά της. Όμως μετά την πυρπόληση του Ναού σταμάτησε η πανήγυρη και ξεκίνησε πριν λίγα χρόνια.
Σήμερα τιμάται η Αγία στη Θήβα και τη Λιβαδειά, όπου υπάρχει και γυναικείο Μοναστήρι προς τιμήν της Αγίας. Επίσης υπάρχει μικρός ναός σε ένα σπήλαιο πάνω από την πόλη της Υπάτης. Στις περιοχές αυτές η Αγία είχε διδάξει το λόγο του Κυρίου και για αυτό τιμάται το όνομά της. Στην περιοχή της Ρούμελης γιορτάζουν την Τρίτη της Διακαινησίμου την «Αγιαρσαλή» ή Αγία Ρουσαλή, η οποία ασφαλώς είναι η Αγία Ιερουσαλήμ. Ίσως να έχει σχέση με την πανήγυρη «τα Ρουσάλια», που λάμβαναν χώρα την Τρίτη της Διακαινησίμου στην Αθήνα στο Ναό του Αγίου Γεωργίου Ακαμάτη ή «32 κολώνες», όπως λεγόταν τότε το Θησείο, ενώ στα Μέγαρα στον Ναό του Αγίου Ιωάννου Χορευταρά, μέχρι σήμερα, όπου χορεύεται και ο χορός της τράτας από κοπέλες των Μεγάρων.
Η Αγία Ιερουσαλήμ είναι μια ηρωίδα χριστιανή μητέρα, που με βαθιά πίστη οδήγησε τα παιδιά της στη θυσία υπέρ του Χριστού. Είναι μια μητέρα, που στα δύσκολα χρόνια των μεγάλων διωγμών των Χριστιανών, δε δίστασε να αναθρέψει και να μεγαλώσει τα παιδιά της με το φως, το κάλλος και την αλήθεια του Ευαγγελίου. Δεν φοβήθηκε να μεταλαμπαδεύσει στις ψυχές των παιδιών της το χριστιανικό φρόνημα, τη χριστιανική πίστη, τις αρετές της υπομονής, της καρτερίας, της αυτοθυσίας.
Η Χριστιανή μητέρα αποτέλεσε παράδειγμα προς μίμηση και στερέωσε το χαρακτήρα και την πίστη των παιδιών της. Και αυτά ως λιοντάρια αγωνίστηκαν για τη χριστιανική πίστη τους και επέδειξαν αντίσταση στους ειδωλολάτρες πολέμιους του Χριστιανισμού. Με θάρρος ομολόγησαν την πίστη τους, με σθένος υπέμειναν τα βασανιστήρια και με πνεύμα αυτοθυσίας σφράγισαν με το αίμα τους την αγάπη τους για το Χριστό.
Έτσι η Αγία Ιερουσαλήμ έγινε μητέρα γενναίων στρατιωτών του Χριστού, έγινε μητέρα Μαρτύρων, έγινε οδηγός των παιδιών της σε πορεία αθάνατης ζωής. Με το μαρτύριό τους έγιναν κοινωνοί της αστείρευτης και αιώνιας ζωής στη βασιλεία του Θεού. Αυτή η μητέρα αποτελεί υπέροχο παράδειγμα για τις Χριστιανές μητέρες.
Απολυτίκιο, Ήχος Α΄
Την σπουδήν σου τη κλήσει κατάλληλον, εργασαμένη φερώνυμε, την ομώνυμόν σου δόξαν εις κατοικίαν κεκλήρωσαι, Ιερουσαλήμ αθληφόρε, συν τοις τέκνοις Πανένδοξε. Όθεν προχέεις ιάματα και πρεσβεύεις υπέρ των ψυχών ημών.
Κοντάκιον Ήχος Β’ Τα άνω ζητών
Ασκήσει θερμή τα πάθη θανατώσασα, αθλήσει στερρά τυράννους καταισχύνασα, συν τοις τέκνοις, ένδοξε, Τον αρχαίον, Μάρτυς αντίπαλον, πτερνιστήν ημών καταβέβληκας νεανικώς, και νίκη ουρανόθεν στέφος είληφας.