24 Φεβρουαρίου η Α΄καί Β΄ εὕρεσις τῆς Κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
Από Ι.Ν. ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ · 23 Φεβρουαρίου 2016
Ὅταν τό συμπόσιο τοῦ Ἡρώδη ποτίστηκε μέ τό αἷμα τοῦ μεγίστου τῶν Προφητῶν καί Προδρόμου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, οἱ μαθητές τοῦ Ἰωάννη πῆγαν νά ἐνταφιάσουν τό σῶμα του (Ματθ. 14, 11), ἐνῶ ἡ δόλια Ἡρωδιάς, ἀφοῦ πῆρε τήν αἱμάσσουσα κεφαλή πού τῆς εἶχαν φέρει «ἐπί πινάκι», διέταξε νά τήν θάψουν βαθιά σέ ἀνάξιο τόπο κοντά στό παλάτι τοῦ Ἡρώδη στήν Μαχαιρούντα.
Πολύ καιρό ἀργότερα, δύο μοναχοί ἀπό τήν Ἀνατολή ἔφθασαν στήν Παλαιστίνη γιά προσκύνημα στούς Ἁγίους Τόπους. Ὁ Τίμιος Πρόδρομος φανερώθηκε σ’ αὐτούς τήν νύχτα, χωριστά στόν καθένα, καί τούς εἶπε: «Πηγαίνετε στό παλάτι τοῦ Ἡρώδη καί θά βρεῖτε ἐκεῖ τήν κεφαλή μου κάτω ἀπό τήν γῆ». Ὁδηγημένοι ἀπό τήν θεία Χάρη, δέν δυσκολεύτηκαν νά βροῦν τό μέρος ὅπου εἶχε θαφτεῖ τό τίμιο λείψανο καί εὐχαριστώντας τόν Θεό τό ἔβαλαν σέ ἕναν σάκκο καί πῆραν τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς.
Στόν δρόμο συνάντησαν ἕναν κεραμέα ἀπό τήν Ἔμεσα πού ἔχοντας πέσει σέ μεγάλη ἔνδεια εἶχε ἀφήσει τήν πατρίδα του ἀναζητώντας καλύτερη τύχη. Μετά ἀπό νέα ἐμφάνιση τοῦ Προδρόμου, ὁ κεραμέας πῆρε τήν τίμια Κάρα καί ἐπέστρεψε στήν Ἔμεσα, ὅπου ἔκτοτε γνώρισε μεγάλη προκοπή καί εὐημερία.
Ὅταν ὁ κεραμέας ἑτοιμαζόταν νά ἀφήσει τήν ζωή αὐτή, ἔβαλε τόν ἀνεκτίμητο θησαυρό σέ ἕνα σεντούκι καί τό ἄφησε κληρονομιά στήν ἀδελφή του, συμβουλεύοντάς την νά μήν τό ἀνοίξει δίχως τήν ἐντολή αὐτοῦ πού κρυβόταν ἐκεῖ μέσα κι ὅταν θά ἐρχόταν ἡ ὥρα νά τό παραδώσει σέ κάποιον ἄνθρωπο εὐσεβῆ καί φιλόθεο.
Ἔτσι ἡ κάρα τοῦ Προδρόμου πέρασε ἀπό τόν ἕνα στόν ἄλλο φθάνοντας τελικά σέ ἕναν ἱερομόναχο ὀνόματι Εὐστάθιο, πού ἀσκήτευε σέ σπήλαιο, κοντά στήν Ἔμεσα, ἀλλά πού κρυφά ἦταν αἱρετικός ἀρειανόφρων. Παρασυρόμενος ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, ἀπέδιδε στόν ἑαυτό του τίς πολλές ἰάσεις πού ἐπιτελοῦνταν γύρω ἀπό τόν πολύτιμο αὐτό θησαυρό καί ἐπωφελοῦνταν ἐπονείδιστα ἀπό τήν θεία Χάρη. Καθώς ἡ αἵρεσή του καί τά ἀνομήματά του ἦλθαν γρήγορα στό φῶς, ἐκδιώχθηκε ἀπό τούς ὀρθοδόξους καί ἡ τιμία Κεφαλή τοῦ Προδρόμου ἔμεινε κρυμμένη στό σπήλαιο μέχρι τήν ἐποχή πού ὁ εὐλαβής Μάρκελλος, ἄνθρωπος φιλόθεος καί φιλάρετος, ὁρίσθηκε ἡγούμενος στήν μονή πού εἶχε ἱδρυθεῖ κοντά στό σπήλαιο, ἐπί βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορα Μαρκιανοῦ (450-457 μ. Χ.) καί ἐπισκοπίας τοῦ ἐπιφανοῦς Οὐρανίου τῆς Ἔμεσης.
Ὁ Τίμιος Πρόδρομος φανερώθηκε τότε πολλές φορές στόν Μάρκελλο καί τοῦ ἔδειξε τήν εὔνοιά του μέ ἕναν στοργικό ἀσπασμό καί προσφέροντάς του ἕνα βάζο γεμάτο μέλι. Ὁδηγημένος, κατόπιν, μέ ἐντολή τοῦ Ἁγίου ἀπό ἕνα ἄστρο πού στάθηκε πάνω ἀπό ἕνα κοίλωμα τοῦ σπηλαίου, ὁ Μάρκελλος ἄρχισε νά σκάβει ἀφοῦ θυμίασε τόν τόπο. Βρῆκε τότε, κάτω ἀπό μιά μαρμάρινη πλάκα, τήν τιμία Κάρα κρυμμένη σέ ἕναν ἀμφορέα καί τό προσκύνησε μέ δάκρυα χαρᾶς. Τό πολύτιμο λείψανο ἀποτέθηκε ἀργότερα (761 μ. Χ.) στόν κύριο ναό τῆς Ἔμεσης καί ἔγινε γιά τήν πόλη πηγή εὐλογιῶν κάθε εἴδους, μέχρι τήν ἐποχή τῆς μετακομιδῆς του στά Κόμανα τῆς Καππαδοκίας, πού ὑπαγορεύθηκε ἀπό τήν ἀπειλή τῶν Ἀράβων (810-820 μ. Χ).
Ἡ Τιμία Κεφαλή τοῦ Προδρόμου παρέμενε ἐκ νέου ἀφανής, μετά τήν ἀνακομιδή της στήν Ἔμεσα, καί ἀνεφάνη σέ ἕναν μοναχό, πολλά χρόνια ἀργότερα, μέσα σέ ἀργυρό ἀγγεῖο θαμμένο στό χῶμα, σέ τόπο Ἱερό, στά Κόμανα τῆς Καππαδοκίας. Ἀπό ἐκεῖ διεκομίσθη μέ μεγάλη ἐπισημότητα στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ὁ αὐτοκράτορας καί ὁ πατριάρχης, ἐν μέσῳ σύσσωμου τοῦ λαοῦ, τήν ὑποδέχθηκαν μέ εὐλάβεια καί τήν κατέθεσαν σέ ἱερό τόπο.
Τό γεγονός τῆς Α΄ καί Β΄εὑρέσεως τῆς τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου ἑορτάζεται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας τήν 24ην Φεβρουαρίου .