24 Μαΐου μνήμη των Οσίων Συμεών του Θαυμαστορείτου και Κυριακού
Όσιος Συμεών ο Θαυμαστορείτης
Βιογραφία
Ο Όσιος Συμεών, έζησε την εποχή του αυτοκράτορα Ιουστίνου Β’ (574 μ.Χ.). Καταγόταν από την Έδεσσα, αλλά γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Συρίας.
Όταν ευρίσκετο στην ηλικία των πέντε ετών ένας τρομερός σεισμός κατέστρεψε μεγάλο μέρος της Αντιόχειας. Ανάμεσα στους νεκρούς ήταν και ο πατέρας του Ιωάννης, ο οποίος σκοτώθηκε όταν κατέρρευσε η στέγη του σπιτιού του. Η μητέρα του Μάρθα (4 Ιουλίου) όμως, διασώθηκε διότι απουσίαζε από την πόλη όπως και ο Συμεών ο οποίος είχε πάει να προσκυνήσει το ναό του Αγίου Στεφάνου. Έκτοτε με φόβο θεού η Μάρθα ανέτρεφε και μεγάλωνε το γιο της.
Σε πολύ νεαρή ηλικία, πλήρης χάριτος και πνεύματος, ο Συμεών μετέβη στη Σελεύκεια, κοντά στο όρος του χωριού Πίλασα, σε κάποιο φημισμένο μοναστήρι όπου μόναζε ένας περίφημος ασκητής, ο Ιωάννης. Κοντά του ο Συμεών μελέτησε συστηματικότερα τις άγιες Γραφές και ασκήθηκε στην προσευχή και την ταπεινοφροσύνη. Γρήγορα έγινε παράδειγμα μίμησης και για τούς άλλους αδελφούς της Μονής.
Όμως ο διάβολος ο οποίος μισεί το καλό και την πνευματική πρόοδο των ανθρώπων έβαλε κάποιο φθονερό συμμοναστή του να τον σκοτώσει με μαχαίρι, αλλά από θαύμα το χέρι του ξεράθηκε επί τόπου. Όμως ο αμνησίκακος Συμεών όχι μόνον δε θύμωσε αλλά και προσευχήθηκε θερμά στον πανσθενουργό Κύριο να θεραπεύσει τον αδελφό του όπως και έγινε.
Αργότερα ο όσιος αποσύρθηκε στο Θαυμαστό Όρος σ’ ένα τόπο όπου υπήρχαν μόνο ξερόλιθοι. Εκεί έζησε σκληρά ασκητική ζωή επί σαράντα πέντε έτη. Εκοιμήθη ειρηνικά και αξιώθηκε της αιωνίου μακαριότητας το 590 μ.Χ., σε ηλικία ογδόντα πέντε ετών.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο Όσιος Συμεών αξιώθηκε του χαρίσματος της προοράσεως και της θεραπείας κάθε ασθένειας. Έτσι προανήγγειλε την κοίμηση του διδασκάλου του, την κοίμηση του Αρχιεπισκόπου Εφραίμ (545 μ.Χ.), τους σεισμούς της Αντιόχειας και Κωνσταντινουπόλεως (557 μ.Χ.) και άλλα γεγονότα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ὡς ἀείφωτος λύχνος δωρεῶν τῆς ἀσκήσεως, ἐν τῷ Θαυμαστῷ Πάτερ Ὄρει, διαπρέψας ἀνέλαμψας, καὶ κλίμακα ἐκ γῆς, πρὸς οὐρανὸν, τὸν στῦλόν σου ὑπέθου ἀληθῶς, Συμεὼν θαυματοφόρε τοῖς εὐσεβῶς, προστρέχουσι τῇ Μάνδρᾳ σου. Δόξα τῷ δεδωκότι σου ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος
Τῆς ἐρήμου πολίτης καὶ ἐν σώματι ἄγγελος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατὴρ ἡμῶν Συμεών· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὰ ἄνω ποθῶν, τῶν κάτω μεθιστάμενος, καὶ ἄλλον οὐρανόν, τὸν στύλον τεκτηνάμενος, δι᾽ αὐτοῦ ἀπήστραψας, τῶν θαυμάτων τὴν αἴγλην Ὅσιε, καὶ Χριστῷ τῷ πάντων Θεῷ, πρεσβεύεις ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον
Ὄρος κατοικήσας τὸ Θαυμαστόν, τὸν ἐξ αἰωνίων, ἀπαυγάζοντα θαυμαστῶς, ὀρέων Δεσπότην, δόξασας θείοις πόνοις, λαμπρῶς ἐθαυμαστώθης, Συμεὼν Ὅσιε.
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ὡς ἀείφωτος λύχνος δωρεῶν τῆς ἀσκήσεως, ἐν τῷ Θαυμαστῷ Πάτερ Ὄρει, διαπρέψας ἀνέλαμψας, καὶ κλίμακα ἐκ γῆς, πρὸς οὐρανὸν, τὸν στῦλόν σου ὑπέθου ἀληθῶς, Συμεὼν θαυματοφόρε τοῖς εὐσεβῶς, προστρέχουσι τῇ Μάνδρᾳ σου. Δόξα τῷ δεδωκότι σου ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφαγισθέντος
Τῆς ἐρήμου πολίτης καὶ ἐν σώματι ἄγγελος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, θεοφόρε Πατὴρ ἡμῶν Συμεών· νηστείᾳ ἀγρυπνίᾳ προσευχῇ, οὐράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὰ ἄνω ποθῶν, τῶν κάτω μεθιστάμενος, καὶ ἄλλον οὐρανόν, τὸν στύλον τεκτηνάμενος, δι᾽ αὐτοῦ ἀπήστραψας, τῶν θαυμάτων τὴν αἴγλην Ὅσιε, καὶ Χριστῷ τῷ πάντων Θεῷ, πρεσβεύεις ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἡμῶν.
Ὄρος κατοικήσας τὸ Θαυμαστόν, τὸν ἐξ αἰωνίων, ἀπαυγάζοντα θαυμαστῶς, ὀρέων Δεσπότην, δόξασας θείοις πόνοις, λαμπρῶς ἐθαυμαστώθης, Συμεὼν Ὅσιε.
Θαυμαστὸν ᾤκει πρὶν Συμεὼν γῆς ὄρος,
Πόλου δὲ πανθαύμαστον οἰκεῖ νῦν ὄρος.
Εἰκάδι ἔνθα νόες Συμεὼν μόλεν ἀμφὶ τετάρτῃ.
Μνήμη του οσίου Κυριακού