24 Δεκεμβρίου , Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως
Ευαγγέλιο της Κυριακής : Εκ του κατά Ματθαίον , κεφ. α΄ , 1-25
Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυΐδ, υἱοῦ Ἀβραάμ. 2 Ἀβραὰμ ἐγέννησε τὸν Ἰσαάκ, Ἰσαὰκ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰακώβ, Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰούδαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ, 3 Ἰούδας δὲ ἐγέννησε τὸν Φαρὲς καὶ τὸν Ζαρὰ ἐκ τῆς Θάμαρ, Φαρὲς δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐσρώμ, Ἐσρὼμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀράμ, 4 Ἀρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀμιναδάβ, Ἀμιναδὰβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ναασσών, Ναασσὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Σαλμών, 5 Σαλμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Βοὸζ ἐκ τῆς Ραχάβ, Βοὸζ δὲ ἐγέννησε τὸν Ὠβὴδ ἐκ τῆς Ρούθ, Ὠβὴδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰεσσαί, 6 Ἰεσσαὶ δὲ ἐγέννησε τὸν Δαυΐδ τὸν βασιλέα. Δαυΐδ δὲ ὁ βασιλεὺς ἐγέννησε τὸν Σολομῶντα ἐκ τῆς τοῦ Οὐρίου, 7 Σολομὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ροβοάμ, Ροβοάμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀβιά, Ἀβιὰ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀσά, 8 Ἀσὰ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσαφάτ, Ἰωσαφάτ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωράμ, Ἰωρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ὀζίαν, 9 Ὀζίας δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωάθαμ, Ἰωάθαμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἄχαζ, Ἄχαζ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐζεκίαν, 10 Ἐζεκίας δὲ ἐγέννησε τὸν Μανασσῆ, Μανασσῆς δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀμών, Ἀμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσίαν, 11 Ἰωσίας δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰεχονίαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ ἐπὶ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος. 12 Μετὰ δὲ τὴν μετοικεσίαν Βαβυλῶνος Ἰεχονίας ἐγέννησε τὸν Σαλαθιήλ, Σαλαθιὴλ δὲ ἐγέννησε τὸν Ζοροβάβελ, 13 Ζοροβάβελ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀβιούδ, Ἀβιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλιακείμ, Ἐλιακεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀζώρ, 14 Ἀζὼρ δὲ ἐγέννησε τὸν Σαδώκ, Σαδὼκ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀχείμ, Ἀχεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλιούδ, 15 Ἐλιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλεάζαρ, Ἐλεάζαρ δὲ ἐγέννησε τὸν Ματθάν, Ματθὰν δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰακώβ, 16 Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσὴφ τὸν ἄνδρα Μαρίας, ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος Χριστός. 17 Πᾶσαι οὖν αἱ γενεαὶ ἀπὸ Ἀβραάμ ἕως Δαυΐδ γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ Δαυΐδ ἕως τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος ἕως τοῦ Χριστοῦ γενεαὶ δεκατέσσαρες. 18 Τοῦ δὲ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν. μνηστευθείσης γὰρ τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου. 19 Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι, ἐβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτήν. 20 Ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ ἐφάνη αὐτῷ λέγων· Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἁγίου. 21 τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν. 22 Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· 23 Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός. 24 Διεγερθεὶς δὲ ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐποίησεν ὡς προσέταξεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου καὶ παρέλαβε τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, 25 καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν.
Απόδοση
Γενεαλογικός κατάλογος του Ιησού Χριστού, απογόνου του Δαβίδ, ο οποίος ήταν απόγονος του Αβραάμ. Ο Αβραάμ εγέννησε τον Ισαάκ, ο Ισαάκ εγέννησε τον Ιακώβ, ο Ιακώβ εγέννησε τον Ιούδα και τους αδελφούς του. Ο Ιούδας εγέννησε τον Φαρές και τον Ζαρά με τη Θάμαρ. Ο Φαρές εγέννησε τον Εσρώμ και ο Εσρώμ τον Αράμ. Ο Αράμ εγέννησε τον Αμιναδάβ, ο Αμιναδάβ τον Ναασσών και ο Ναασσών τον Σαλμών. Ο Σαλμών εγέννησε τον Βοόζ με τη Ραχάβ, ο Βοόζ εγέννησε τον Ωβήδ με τη Ρούθ, ο Ωβήδ εγέννησε τον Ιεσσαί και ο Ιεσσαί εγέννησε τον Δαβίδ το βασιλιά. Ο βασιλιάς Δαβίδ εγέννησε τον Σολομώντα με τη γυναίκα του Ουρία• ο Σολομών εγέννησε τον Ροβοάμ, ο Ροβοάμ τον Αβιά, ο Αβιά τον Ασά• ο Ασά εγέννησε τον Ιωσαφάτ, ο Ιωσαφάτ τον Ιωράμ, ο Ιωράμ τον Οζία• ο Οζίας εγέννησε τον Ιωάθαμ, ο Ιωάθαμ τον Άχαζ, ο Άχαζ τον Εζεκία• ο Εζεκίας εγέννησε τον Μανασσή, ο Μανασσής τον Αμών, ο Αμών τον Ιωσία• ο Ιωσίας εγέννησε τον Ιεχονία και τους αδελφούς του την εποχή της αιχμαλωσίας στη Βαβυλώνα. Μετά την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα, ο Ιεχονίας εγέννησε τον Σαλαθιήλ, ο δε Σαλαθιήλ εγέννησε τονΖοροβάβελ• ο Ζοροβάβελ εγέννησε τον Αβιούδ, ο Αβιούδ τον Ελιακίμ, ο Ελιακίμ τον Αζώρ• ο Αζώρ εγέννησε τον Σαδώκ, ο Σαδώκ τον Αχίμ και ο Αχίμ τον Ελιούδ• ο Ελιούδ εγέννησε τον Ελεάζαρ, ο Ελεάζαρ τον Ματθάν, ο Ματθάν τον Ιακώβ, και ο Ιακώβ εγέννησε τον Ιωσήφ τον άντρα της Μαρίας. Από τη Μαρία γεννήθηκε ο Ιησούς, ο λεγόμενος Χριστός. Από τον Αβραάμ ως τον Δαβίδ μεσολαβούν δεκατέσσερις γενιές• το ίδιο κι από τον Δαβίδ ως την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα, καθώς κι από την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα ως το Χριστό. Η γέννηση του Ιησού Χριστού έγινε ως εξής: Η μητέρα του, η Μαρία, αρραβωνιάστηκε με τον Ιωσήφ. Προτού όμως συνευρεθούν, έμεινε έγκυος με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Ο μνηστήρας της ο Ιωσήφ, επειδή ήταν ευσεβής και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει, αποφάσισε να διαλύσει τον αρραβώνα, χωρίς την επίσημη διαδικασία. Όταν όμως κατέληξε σ΄ αυτή τη σκέψη, του εμφανίστηκε στον ύπνο του ένας άγγελος σταλμένος από τον Θεό και του είπε: «Ιωσήφ, απόγονε του Δαβίδ, μη διστάσεις να πάρεις στο σπίτι σου τη Μαριάμ, τη γυναίκα σου, γιατί το παιδί που περιμένει προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα. Θα γεννήσει γιο, και θα του δώσεις το όνομα Ιησούς, γιατί αυτός θα σώσει το λαό του από τις αμαρτίες τους». Με όλα αυτά που έγιναν, εκπληρώθηκε ο λόγος του Κυρίου, που είχε πει ο προφήτης: Να, η παρθένος θα μείνει έγκυος και θα γεννήσει γιο, και θα του δώσουν το όνομα Εμμανουήλ, που σημαίνει, ο Θεός είναι μαζί μας. Όταν ξύπνησε ο Ιωσήφ, έκανε όπως τον πρόσταξε ο άγγελος του Κυρίου και πήρε στο σπίτι του τη Μαρία τη γυναίκα του. Και δεν είχε συζυγικές σχέσεις μαζί της• ωσότου γέννησε το γιο της τον πρωτότοκο και του έδωσε το όνομα Ιησούς.
Σχολιασμός
Κυριακή προ Χριστού γεννήσεως σήμερα αγαπητοί μου αδελφοί. Η σημερινή Κυριακή είναι η τελευταία πριν από τη μεγάλη εορτή των Χριστουγέννων. Η αγία μας Εκκλησία εορτάζει πάντες τους ευαρεστήσαντες απ΄αιώνος τον Θεό από τον Αδάμ μέχρι τον Ιωσήφ τον μνήστορα. Κάθε χρόνο αυτή την ημέρα ακούμε τον κατάλογο των ονομάτων από τον Αβραάμ μέχρι και τον Ιωσήφ, τον μνήστορα της Παναγίας. Όλοι οι οποίοι αναφέρονται στον κατάλογο αυτό αποτελούν το γενεαλογικό δένδρο του Κυρίου.
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή έχει την δική της σημασία και σπουδαιότητα, διότι ακριβώς, όλες οι υποσχέσεις του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη δια μέσου των αιώνων και των προφητών, για αποστολή του Μεσσία στον κόσμο, με στόχο την σωτηρία του κόσμου, πραγματοποιούνται. Και μπορεί ο λαός του Ισραήλ, να πέρασε μέσα από πολλές ιστορικές φάσεις, με πολλές και ποικίλες δυσκολίες και αντιξοότητες όπως η Βαβυλώνια αιχμαλωσία, το σχέδιο του Θεού όμως παραμένει ατόφιο και αναλλοίωτο. Τα πράγματα στο τέλος οδηγούνται και καταλήγουν, εκεί που θέλει ο Θεός. Ο Χριστός γεννάται. Ο Υιός και Λόγος του Θεού, προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση και εισέρχεται, μέσα στον χρόνο και μέσα στην ιστορία.
Αξιοσημείωτο, αποτελεί το γεγονός ότι, όλοι όσοι αναφέρονται στην βίβλο της γενέσεως του Ιησού δεν είναι άγιοι, αλλά άνθρωποι με λάθη, αμαρτίες και αδυναμίες και όμως αυτοί οι άνθρωποι αποτελούν τους προπάτορες του Κυρίου. Αυτό για μας, για όλο το ανθρώπινο γένος, είναι κάτι πολύ ενθαρρυντικό. Όλοι είμαστε, άνθρωποι μικροί και αμαρτωλοί. Όμως αυτό που έχει σημασία είναι να εισέλθει ο άνθρωπος στο σχέδιο και στο δρόμο του Θεού. Μπορεί να περάσει από πολλές διακυμάνσεις. Να πέσει, να σηκωθεί και να μοιάζει ο δρόμος του με το δρόμο των Προπατόρων του Κυρίου. Αν ανατρέξει ο άνθρωπος στο παρελθόν θα αντικρύσει και ευχάριστες στιγμές και δυσάρεστες. Στιγμές επιτυχίας και στιγμές αποτυχίας. Αν ο άνθρωπος είναι δεκτικός και αναζητά τον Θεό και προσκομίζει πίστη αλλά και αγαθή προαίρεση, όλα και οι δοκιμασίες της ζωής αυτής, όλα βρίσκονται στο σχέδιο του Θεού προκειμένου, στο τέλος ο άνθρωπος να οικειωθεί το Θεό.
Άσχετα ποιο είναι το παρελθόν μας, ο Θεός δίδει, την ευκαιρία της μετάνοιας και της λυτρώσεως του ανθρώπου. Έτσι ο Χριστός γεννάται στην καρδιά του κάθε ανθρώπου. Αυτά είναι τα πραγματικά Χριστούγεννα. Αυτός είναι ο σκοπός των ημερών αυτών. Αυτός είναι ο σκοπός που είμαστε Χριστιανοί και αυτό είναι κατά βάθος αυτό το οποίο ζητά και προσδοκά η ψυχή μας, να ενωθεί με τον Θεό, με τον πλάστη, με το δημιουργό της. Να γεννηθεί μέσα μας ο Χριστός, να φύγει από αυτό τον κόσμο με το Χριστό και να ζήσει αιώνια με το Χριστό. Πρότυπό μας για μίμηση οι Άγιοι μας και το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου ιδιαιτέρως. Αυτή, η οποία αξιώθηκε της μεγίστης εκείνης δωρεάς του Θεού και κατοίκησε ο Χριστός μέσα της και γεννήθηκε, αυτήν την γέννηση του Χριστού και στην δική μας ψυχή πρέπει να απασχολήσει τον κάθε ένα από εμάς.
Θεός και άνθρωπος
«Ιησούς»
Την Κυριακή πριν από τη Γέννηση του Κυρίου μας, ο ευαγγελιστής Ματθαίος μας παρουσιάζει όλη την πορεία των κατά σάρκα προπατόρων του Κυρίου μας, οι οποίοι έζησαν και πέθαναν με την προσμονή του Μεσσία. Σύμφωνα με τον γενεαλογικό αυτό κατάλογο οι προπάτορες χωρίζονται σε τρεις περιόδους, που η καθεμιά περιέχει δεκατέσσερις γενιές. Η πρώτη από τον Αβραάμ μέχρι τον Δαβίδ, η δεύτερη από τον Δαβίδ μέχρι την εποχή που οι Ιουδαίοι μεταφέρθηκαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα, και η Τρίτη από την αιχμαλωσία αυτή μέχρι την Γέννηση του Χριστού.
Στη συνέχεια ο ιερός Ευαγγελιστής μας παρουσιάζει το μέγα μυστήριο της Γεννήσεως του Κυρίου μας. Μας λέει ότι, όταν η Παρθένος Μαρία αρραβωνιάστηκε τον Ιωσήφ, πριν ακόμη συγκατοικήσει στο σπίτι του, βρέθηκε έγκυος με την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Όταν όμως ο Ιωσήφ αντιλήφθηκε την εγκυμοσύνη της, ταράχθηκε πολύ. Αλλά επειδή ήταν ενάρετος και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει, σκέφθηκε να της δώσει μυστικά διαζύγιο. Καθώς λοιπόν βασανιζόταν απ’ αυτούς τους φοβερούς λογισμούς, ένας άγγελος του Θεού του εμφανίστηκε σε όνειρο και του είπε: Ιωσήφ απόγονε του Δαβίδ, μη διστάσεις να παραλάβεις στο σπίτι σου τη Μαρία, τη μνηστή σου. Διότι το παιδί που έχει μέσα της προέρχεται από την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Θα γεννήσει υιό και συ θα Του δώσεις το όνομα «Ιησούς», το οποίο σημαίνει «σωτήρ». Και θα Του δώσεις αυτό το όνομα, διότι Αυτός θα σώσει το λαό του τον Ισραήλ από τις αμαρτίες του.
Γιατί όμως ο άγγελος δίνει εντολή στον Ιωσήφ να ονομάσει τον υιό της Παρθένου Ιησού, δηλαδή Σωτήρα; Διότι με το όνομα αυτό ο Θεός απεκάλυπτε το μέγα μυστήριο, που ήταν κρυμμένο μέσα στους αιώνες: ότι ο Κύριος Ιησούς δεν θα είναι επίγειος βασιλιάς, που θα λυτρώσει εθνικά και πολιτικά τον ισραηλιτικό λαό, αλλά Σωτήρ που θα σώσει την ανθρωπότητα από τη σκλαβιά της αμαρτίας, του διαβόλου και της φθοράς· Σωτήρ που θα σηκώσει επάνω του το βάρος των αμαρτιών της ανθρωπότητας και θα θυσιασθεί προσφέροντας τη ζωή του για να λυτρώσει το ανθρώπινο γένος. Πώς όμως θα μπορούσε να γίνει αυτό; Ποιος άνθρωπος θα μπορούσε να επιτελέσει ένα τόσο μεγάλο θεϊκό έργο; Τόσοι προφήτες και δίκαιοι στην Παλαιά Διαθήκη δεν μπόρεσαν να αναστήσουν και να σώσουν το ανθρώπινο γένος. Πώς λοιπόν θα μπορούσε να το λυτρώσει ο «Ιησούς»; Την απάντηση τη δίνει στη συνέχεια ο ιερός Ευαγγελιστής.
«Εμμανουήλ»
Ο Ευαγγελιστής στη συνέχεια τονίζει ότι με την υπερφυσική σύλληψη της Παρθένου επαληθεύτηκε πλήρως αυτό που είπε ο Θεός με το στόμα του προφήτη Ησαΐα πολλούς αιώνες πριν: Ιδού, η παρθένος θα συλλάβει και θα γεννήσει υιό, και θα Τον ονομάσουν Εμμανουήλ, όνομα που σημαίνει: «Ο Θεός είναι μαζί μας». Όταν λοιπόν ο Ιωσήφ σηκώθηκε από τον ύπνο του, έκανε όπως του είπε ο άγγελος του Κυρίου. Παρέλαβε τη μνηστή του στο σπίτι του. Και δεν ήλθε σε σχέση συζυγική μαζί της ποτέ. Και ήλθε η μεγάλη ώρα που η παρθένος γέννησε τον πρώτο και μονάκριβο υιό της. Και ο Ιωσήφ Του έδωσε το όνομα «Ιησούς».
Για ποιο λόγο όμως ο προφήτης Ησαΐας αναφέρει αντί για το όνομα «Ιησούς» το δεύτερο αυτό όνομα, «Εμμανουήλ»; Διότι με το όνομα αυτό συνεσκιασμένα μας αποκαλύπτεται ότι ο Μεσσίας δεν θα είναι μόνο άνθρωπος. Θα είναι ο ίδιος ο Θεός που θα κατέλθει στη γη μας και θα γίνει άνθρωπος. Αυτός θα αφήσει τη δόξα του ουρανού και θα κατεβεί στη γη μας.
Βέβαια το μέγα αυτό μυστήριο εύκολα το διακηρύττουμε. Εάν όμως το σκεφτόμασταν λίγο βαθύτερα, θα σιωπούσαμε, δεν θα μπορούσαμε να το χωρέσουμε στο νου μας. Αλλά και στην εποχή του Κυρίου μας κανείς δεν θα μπορούσε να διανοηθεί μια τέτοια αλήθεια. Οι Εβραίοι μάλιστα, που δεν τολμούσαν ούτε να προφέρουν το όνομα του Θεού, πού να φαντασθούν ότι ο Θεός θα γινόταν άνθρωπος! Και οι μαθητές του Κυρίου επί τρία χρόνια δεν είχαν καταλάβει Ποιον είχαν ανάμεσά τους. Μετά την Πεντηκοστή το κατάλαβαν. Είχαν δίπλα τους τον ίδιο το Θεό και δεν είχαν πάρει είδηση. Αλλά κι εμείς σήμερα πώς να συλλάβουμε ότι ο ίδιος ο Θεός, ο δημιουργός του σύμπαντος έγινε άνθρωπος; Ότι φόρεσε την ανθρώπινη σάρκα για να την ανακαινίσει και να μας ανεβάσει εκεί που είναι ο Ίδιος, να μας κάνει κατά χάριν θεούς; Αν το είχαμε κατανοήσει αυτό, θα άλλαζε η ζωή μας. Θα αντιμετωπίζαμε διαφορετικά τα πάντα γύρω μας, τις δυσκολίες και τους πειρασμούς και τις αποτυχίες αλλά και τις επιτυχίες της ζωής. Θα αισθανόμασταν και θα ζούσαμε την παρουσία του Θεανθρώπου Κυρίου μας διαρκώς στη ζωή μας.
Καθώς λοιπόν πλησιάζουν Χριστούγεννα, ας προσπαθήσουμε με τη χάρη του Θεού να αισθανθούμε το μέγα αυτό μυστήριο της θείας ενανθρωπήσεως. Ας το ζήσουμε φέτος βαθύτερα, πνευματικότερα, αγιότερα. Με τη συναίσθηση ότι ο Εμμανουήλ, ο Θεάνθρωπος Κύριος, είναι μαζί μας, θέλει να είναι μαζί μας. Για να μας λυτρώσει, να μας μεταμορφώσει, να μας αγιάσει, να μας κάνει θεούς κατά χάριν.
Μνήμη τῶν πρωτοπλάστων Ἀδὰμ καὶ Εὔας.
|
|
Κοντάκιον
|
Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως
«Αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών»
Του Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δορμπαράκη
α. Ένα παράδοξο ευαγγελικό ανάγνωσμα, στο μεγαλύτερο τμήμα του, είναι το σημερινό της Κυριακής προ της Χριστού Γεννήσεως. Μία πληθύς ονομάτων, ένα γενεαλογικό δένδρο, από τον Αβραάμ μέχρι και τον Ιωσήφ, τον μνήστορα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Γιατί αυτό; Γιατί η Εκκλησία μας δεν χρησιμοποίησε μόνο τα σχετικά με τη Γέννηση του Κυρίου, ή, ακόμη πιο πίσω, γιατί ο Ευαγγελιστής θεώρησε αναγκαία την προ του Ιησού Χριστού καταγραφή της γενεαλογίας Του; Κι η απάντηση βεβαίως είναι ότι αφενός διά της καταγραφής αυτής τονίζεται με σαφήνεια ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν ήλθε ως «από μηχανής Θεός», αλλά ως Εκείνος που είναι κανονικότατος άνθρωπος, «τέλειος άνθρωπος» εκτός από Θεός βεβαίως, άρα έχει συγκεκριμένη ανθρώπινη καταγωγή, και μάλιστα ιουδαϊκή, αφετέρου μαρτυρείται η προετοιμασία που ο Τριαδικός Θεός έκανε μέχρι να έρθει ο Υιός και Λόγος του Θεού ως άνθρωπος στον κόσμο. Απαρχής δηλαδή ο Θεός προφήτεψε τον ερχομό Του στον κόσμο, ήδη μετά την πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία διά του λεγομένου Πρωτευαγγελίου, κάτι που διαρκώς ανανέωνε με την αποστολή των προφητών και την επιλογή ανά γενεές εκείνων που θα κρατούσαν αυτήν την υπόσχεση. Και ο ερχομός Του αυτός θα σήμαινε την απαλλαγή των ανθρώπων από την αιτία της απομάκρυνσής τους από Εκείνον, την ίδια την αμαρτία: ό,τι ο άγγελος Κυρίου αναφέρει με τον λόγο του: «Αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών».
β. 1. Η αναφορά στην αμαρτία, από την οποία θα απάλλασσε τον λαό Του ο Ιησούς, δεν είναι ως έννοια κάτι το απλό. Υπάρχουν άνθρωποι, και χριστιανοί ακόμη, που ως αμαρτία εννοούν απλώς μία παράβαση ενός νόμου, μία απόκλιση από κάτι που θεωρείται ως απλός κανόνας, αλλά που δεν συνιστά κάτι σοβαρό και δεν αλλοιώνει αυτό που είναι ο άνθρωπος. Υπάρχουν άλλοι, οι οποίοι προεκτείνουν την παραπάνω θεώρηση, ισχυριζόμενοι ότι με την απόκλιση αυτή ο άνθρωπος αποδεικνύει την ελευθερία και την «βέβαιη» περπατησιά του στον κόσμο, διότι ακριβώς αυτός καθορίζει την πορεία του, έχοντας και την ευθύνη της πορείας του σ’ αυτόν, λοιπόν μπορεί και να υπερηφανευτεί για το πόσος ανεξάρτητος είναι. Και βεβαίως υπάρχουν και εκείνοι, οι οποίοι διακωμωδούν την έννοια της αμαρτίας, διότι πιστεύουν αφενός ότι αυτή είναι κατασκεύασμα των παπάδων, αφετέρου ότι οι ίδιοι είναι εκείνοι που θα κρίνουν το σωστό ή το λάθος, θεωρώντας ασφαλώς ως σωστό αυτό που θα ικανοποιεί τις επιθυμίες και τις ορέξεις τους. Σ’ αυτήν την περίπτωση το «φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν» είναι το σύνθημα της ζωής τους.
-
Δεν πρόκειται να κρίνουμε τις αντιλήψεις αυτές, διότι ενώ υφίστανται, φανερώνουν ότι αυτοί που τις αποδέχονται δεν έχουν καμία ουσιαστική σχέση με την πίστη του Χριστού και της Εκκλησίας. Πρόκειται για αντιλήψεις που κυμαίνονται μεταξύ της ιουδαϊκής θεώρησης των πραγμάτων μέχρι και της ίδιας της αθεΐας. Για τους χριστιανούς όμως, που έχουν στοιχειώδη επίγνωση της πίστεώς τους, η έννοια της αμαρτίας έχει ένα τεράστιο βάθος, ανάλογο με την εικόνα που έχει κανείς και για τον Θεό, κάτι που σημαίνει ότι και η κατανόησή της δεν εκλαμβάνεται κατά τρόπο στατικό, αλλά βαίνει αυξομειούμενη: μικρή επίγνωση του Θεού και σχέση μαζί Του, μικρή αίσθηση και της αμαρτίας∙ μεγαλύτερη επίγνωση του Θεού, μεγαλύτερη και η αίσθηση αυτής. Αυτό συμβαίνει διότι Θεός και αμαρτία βρίσκονται σε αντιθετική κατάσταση – «ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν» – συνεπώς η στροφή προς τον Θεό δημιουργεί και την αποστροφή από την αμαρτία, όπως και η στροφή προς την αμαρτία και το φρόνημα του κόσμου δημιουργεί και την αποστροφή από τον Θεό και το άγιο θέλημά Του. Από την άποψη αυτή είναι ευνόητο γιατί πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν τον Θεό στη ζωή τους: διότι έχουν «αγκαλιάσει» καρδιακά την αμαρτία, δηλαδή τα πάθη τους, οπότε σπεύδουν να διαγράψουν τον Θεό, για να μην υπάρχει κανείς έλεγχος στις πονηρές πράξεις τους. Ώστε η αθεΐα έχει στην πραγματικότητα πρακτικό χαρακτήρα: η ίδια η ζωή φανερώνει ή όχι την ύπαρξή της. Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος είναι παραπάνω από σαφής στη διευκρίνιση της αλήθειας αυτής. «Εις τα ίδια ήλθεν (ο Λόγος του Θεού) και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον. Ήν γαρ πονηρά αυτών τα έργα».
-
Η αμαρτία έτσι, ως ουσιαστική διαγραφή του Θεού, λειτουργεί ως διαστροφή του ανθρώπου, ψυχικά και σωματικά. Αν ο Θεός είναι η ζωή του ανθρώπου, όπως πράγματι είναι – «Εγώ ειμι ο Ων», λέει η Αποκάλυψη του Θεού – απομάκρυνση από Αυτόν σημαίνει μετάβαση προς τον θάνατο. Και όντως: ο λόγος της Γραφής με αυτόν τον τρόπο κατανοεί αυτό που συνέβη στον άνθρωπο με την επανάστασή του κατά του Δημιουργού του: ο άνθρωπος διαστράφηκε και αλλοιώθηκε, γέμισε σκοτάδι η εικόνα του Θεού μέσα του και έχασε την προοπτική του: το καθ’ ομοίωσιν, να γίνει και αυτός ένας μικρός Θεός. Διότι μην ξεχνάμε ότι ο Θεός τον άνθρωπο τον δημιούργησε «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Αυτού. Δηλαδή να έχει χαρίσματα δικά Του, ώστε καλλιεργώντας αυτά εν υπακοή προς Εκείνον, να αναπτυσσόταν προς το καθ’ ομοίωσιν. Δεν το έκανε ο άνθρωπος, αλλοιώθηκε έτσι η εικόνα του Θεού σ’ αυτόν, έχασε την προοπτική και τον προορισμό του. Η αμαρτία συνεπώς δεν είναι μία απλή παράβαση ούτε και «παιχνίδι» για να γελά ο άφρων και μωρός άνθρωπος. Όπως μπορούμε να γελάμε με εκείνον που ενώ ήταν πολύ όμορφος στα χαρακτηριστικά του προσώπου του, η ομορφιά του χάθηκε εντελώς από μία πυρκαγιά ή ένα μεγάλο τραυματισμό, άλλο τόσο και περισσότερο μπορούμε να «γελάμε» με την όποια αμαρτία μας.
-
Σ’ αυτήν την αλλοιωμένη από πλευράς πνευματικής κατάσταση της αμαρτίας, με τα γνωρίσματα της φθοράς και του θανάτου, όπως και της βαθειάς θλίψης και μελαγχολίας που την συνοδεύουν – δεν είναι τυχαίο ότι η έρευνα των αρχαιοελληνικών κειμένων έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αυτά διαπνέονται στο βάθος τους από μία πράγματι μελαγχολία και θλίψη, αφού κυριαρχούνται από την εξουσία του θανάτου – έρχεται ο Χριστός. Το μήνυμα του αγγέλου ότι «Αυτός θα σώσει τον λαό Του από τις αμαρτίες τους» είναι ό,τι πιο παρήγορο είχε και έχει ακουστεί ποτέ στην ανθρωπότητα. Ο Χριστός είναι ο Ιησούς, ο Σωτήρας των ανθρώπων, Αυτός που είχε προαναγγελθεί από τους προφήτες, ακριβώς για να αποκαταστήσει τον άνθρωπο από την πτώση του, με όλα τα αρνητικά αποτελέσματά της, τη φθορά, όπως είπαμε, και τον θάνατο. Κι Αυτός ο Χριστός δεν ήταν ένας κοινός άνθρωπος, αλλά ο Ίδιος ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο ένας της Τριάδος, που με την κοινή ενέργεια Αυτής, σαρκώνεται, ενανθρωπίζεται, γίνεται ένας από εμάς. «Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος…Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν». Με τον ερχομό Του προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση, γενόμενος ο «Εμμανουήλ, ο εστιν μεθερμηνευόμενον μεθ’ ημών ο Θεός», την κανονική και αναμάρτητη όμως, την μη αλλοιωμένη από την αμαρτία – «τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος χωρίς αμαρτίας», κατά τη διατύπωση της Οικουμενικής Συνόδου – ώστε καθένας που θα εντασσόταν σε Αυτόν διά της πίστεως να επανερχόταν στα φυσιολογικά του πλαίσια, δηλαδή να καθαριζόταν από την αμαρτία, να εύρισκε τον φωτισμό της εικόνας του Θεού μέσα του και να ανοιγόταν γι’ αυτόν και πάλι η χαμένη προοπτική: το καθ’ ομοίωσιν. Και αυτό ξεκίνησε με τη Γέννηση του Υιού και Λόγου του Θεού και αποκορυφώθηκε με τη Σταύρωση και την Ανάστασή Του. Πάνω στον Σταυρό ιδίως ο Χριστός «κατήργησε το σώμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς εις την αμαρτίαν». Κι η Ανάστασή Του το διατράνωσε, ως νίκη πια απέναντι στον θάνατο.
Από την άποψη αυτή η Γέννηση του Χριστού έχει άμεση αναφορά στο Πάθος και την Ανάστασή Του, γι’ αυτό και η Γέννα Του συνιστά την απαρχή του Πάθους, κάτι που φαίνεται εποπτικά και στη βυζαντινή εικόνα της Γεννήσεως, όπου ο Κύριος ως βρέφος είναι τοποθετημένος πάνω σε λάρνακα αντί φάτνης, όπως και στην εικόνα της Παναγιάς του Χάρου, κατά την οποία η Παναγία κρατά αντί του μικρού Χριστού έναν μικρό Εσταυρωμένο.
-
Διατυπώνοντας τα παραπάνω και πάλι: αφενός ο Θεός έγινε άνθρωπος για να κάνει τον άνθρωπο Θεό: «άνθρωπος γίνεται Θεός, ίνα Θεόν τον άνθρωπον απεργάσηται» – ό,τι, όπως είπαμε, ήταν η απαρχής προοπτική του – αφετέρου καταργηθείσης της αμαρτίας καταργήθηκε και το αποτέλεσμά της, ο θάνατος, πνευματικός και σωματικός, όπως και εκείνος που συνέτεινε στην απομάκρυνση από τον Θεό, ο διάβολος. Η σωτηρία με άλλα λόγια που έφερε ο Χριστός ήταν και είναι σωτηρία ναι μεν από την αμαρτία, αλλά και από τον θάνατο και τον διάβολο. Και μπορεί βεβαίως να συνεχίζουμε να αμαρτάνουμε, μπορεί να πεθαίνουμε σωματικά, μπορεί να δρα και να μας επηρεάζει ο διάβολος, όμως στην ουσία όλα αυτά έχουν ξεπεραστεί και ηττηθεί: και η αμαρτία δεν λειτουργεί αναγκαστικά, όπως πριν – αμαρτάνουμε πια, γιατί εμείς, οι βαπτισμένοι και ενωμένοι εννοείται με τον Χριστό, θέλουμε να αμαρτάνουμε – και ο θάνατος υφίσταται ακόμη, αλλά προσωρινά – η ανά πάσα στιγμή έλευση του Χριστού θα σημάνει την ανάσταση των σωμάτων – και ο διάβολος ενεργεί, γιατί εμείς χαλαρώνοντας πνευματικά του δίνουμε δίοδο επιρροής επάνω μας.