23 Aπριλίου , Μέγα Σάββατο , η Ταφή του Κυρίου και το εσπέρας της Μεγάλης Παρασκευής η ακολουθία του Επιταφίου Θρήνου
Μέγα Σάββατο , η Ταφή του Κυρίου και το εσπέρας της Μεγάλης Παρασκευής η ακολουθία του Επιταφίου Θρήνου
«Σέ τόν ἀναβαλλόμενον τό φῶς ὥσπερ ἱμάτιον καθελών Ἰωσήφ ἀπό τοῦ ξύλου σύν Νικοδήμῳ καί θεωρήσας νεκρόν, γυμνόν, ἄταφον, εὐσυμπάθητον θρῆνον ἀναλαβών, ὀδυρόμενος ἔλεγεν∙ Οἴμοι, γλυκύτατε Ἰησοῦ! ὅν πρό μικροῦ ὁ ἥλιος ἐν σταυρῷ κρεμάμενον θεασάμενος ζόφον περιεβάλλετο καί ἡ γῆ τῷ φόβῳ ἐκυμαίνετο καί διεῤῥήγνυτο ναοῦ τό καταπέτασμα· ἀλλ᾽ ἰδού νῦν βλέπω σε δι᾽ ἐμέ ἑκουσίως ὑπελθόντα θάνατον. Πῶς σε κηδεύσω, Θεέ μου; ἤ πῶς σινδόσιν εἱλήσω; Ποίαις χερσί δέ προσψαύσω τό σόν ἀκήρατον σῶμα; ἤ ποῖα ᾄσματα μέλψω τῇ σῇ ἐξόδῳ οἰκτίρμον; Μεγαλύνω τά πάθη σου, ὑμνολογῶ καί τήν ταφήν σου σύν τῇ ἀναστάσει, κραυγάζων· Κύριε, δόξα σοι».
Ὅταν ὁ Ἰωσήφ μαζί μέ τό Νικόδημο, κατέβασε ἀπό τό ξύλο ἐσένα, πού φορᾶς σάν ἱμάτιο τό φῶς, καί σέ εἶδε νεκρό, γυμνό καί ἄταφο, ἀναλαβών θρῆνο γεμάτο συμπάθεια καί κλαίοντας ἔλεγε: Ἀλίμονο σ᾽ ἐμένα, γλυκύτατε Ἰησοῦ! Πρίν ἀπό λίγο ὁ ἥλιος, βλέποντάς σε νά κρέμεσαι στό σταυρό, ντύθηκε στό σκοτάδι καί ἡ γῆ ἀπό τό φόβο της κλονιζόταν καί σχίστηκε σέ δύο τό καταπέτασμα τοῦ ναοῦ. Ἀλλ᾽ ὅμως τώρα κατανοῶ ὅτι γιά μένα ὑπέστης θάνατο. Πῶς νά σέ κηδεύσω, Θεέ μου; Ἤ πῶς νά σέ τυλίξω σέ σεντόνια; Μέ ποιά τραγούδια θά ψάλλω κατά τήν ἐκφορά σου, εὐσπλαχνικέ Κύριε; Δοξολογῶ τά πάθη σου, ἀπευθύνω ὕμνους στήν ταφή σου μαζί μέ τήν Ἀνάστασή σου, κραυγάζοντας: Κύριε, δόξα σοι.
Συγκλονιστικότατος ὁ ἐπιτάφιος θρῆνος τοῦ Ἰωσήφ! Τοῦ ἀνθρώπου πού ἦταν τόσο κοντινός στόν Κύριο, τόν ἀγαποῦσε θερμά, καί βουβός παρακολουθοῦσε τό δράμα του, πνιγμένος στόν πόνο καί τά δάκρυα, καί ὁ ὁποῖος, μόνος ἀπό ὅλους τούς μαθητές, ἀψηφώντας τή ζωή καί τό ἀξίωμά του, τόλμησε νά ἐνταφιάσει τό Διδάσκαλο!
Μεγάλη ἀγάπη, μεγάλη ἀφοσίωση, μεγάλη τιμή στόν εὐσχήμονα βουλευτή! Ὁ Θεός τόν σήκωσε πολύ ψηλά, στή δική του εὐπρέπεια καί δόξα!
Ἐσένα Κύριε μου, τοῦ ἔλεγε, πρό ὀλίγου σέ εἶδε ὁ ἥλιος καί ἔκρυψε τό φῶς του γιά τό ἀληθινό σου κατάντημα, ἐνῶ ἡ γῆ συγκλονιζόταν ἀπό τό φόβο της, καί τό καταπέτασμα τοῦ ναοῦ σχίστηκε στά δύο. Κατανοῶ ὅμως, Κύριε, ὅτι τό θάνατο ὑπέστης ὄχι ἀπό ἀδυναμία, ἀλλά μέ τή δική σου θέληση, χωρίς κανέναν ἐξαναγκασμό, γιά νά μέ σώσεις ἀπό τό θάνατο. Ἀλήθεια, πῶς νά σέ κηδεύσω, Θεέ μου; Πῶς νά τυλίξω σέ σεντόνι τό σῶμα τοῦ Θεοῦ μου, νά τό ἀγγίξω μέ τά ἀκάθαρτα χέρια μου; Ποιά τραγούδια νά πῶ, ὅταν σέ κηδέψω, εὐσπλαχνικέ Κύριέ μου, πού εἶσαι ἡ μολπή καί τό τραγούδι τῶν Ἀγγέλων; Ναί, θά δοξολογήσω ὅσα ὑπέφερες γιά μένα, τά πάθη σου καί τήν ταφή σου, μαζί μέ τή λαμπροφόρο καί ἔνδοξη Ἀνάστασή σου, βοώντας: Κύριε, δόξα σοι!
ΜΕΓΑ ΣΑΒΒΑΤΟΝ-Ὑμνολογικά
῾Η εἰς Ἅδου Κάθοδος
«ὅτι καὶ Χριστός ἅπαξ περὶ ἁμαρτιῶν ἔπαθε, δίκαιος ὑπὲρ ἀδίκων, ἵνα ἡμᾶς προσαγάγῃ τῷ Θεῷ, θανατωθεὶς μὲν σαρκί, ζωοποιηθείς δὲ πνεύματι· ἐν ᾧ καὶ τοῖς ἐν φυλακῇ πνεύμασι πορευθεὶς ἐκήρυξεν» (Α´ Πέτρ. γ´ 18-19).
Κατά τό ῞Αγιο καί Μέγα Σάββατο, ἡ ᾿Εκκλησία μνημονεύει τήν εἰς ῞ᾼδου κάθοδον τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ῞Οτι δηλαδή, κατά τίς τρεῖς ἡμέρες μετά τόν θάνατό Του καί μέχρι τῆς ἀναστάσεώς Του, ὁ Κύριος κατῆλθε στόν ῞ᾼδη, στόν τόπο, ὅπου εὑρίσκονταν φυλακισμένες οἱ ψυχές τῶν ἀνθρώπων, κήρυξε καί, στή συνέχεια, μέ θεϊκή ἐξουσία ἀνέστησε καί ἐλευθέρωσε τίς ψυχές καί κυριολεκτικά «ἐκένωσε» τά ταμεῖα τοῦ ζοφεροῦ αὐτοῦ τόπου.
-
῾Η προσδοκία τοῦ διαβόλου ἦταν, ὅτι τελικά θά μποροῦσε νά κρατήσει ἕνα μέρος τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ ὑπό τήν ἐξουσία του. Αὐτός ἦταν ὁ ῞ᾼδης. ῾Ο ῞ᾼδης δέν εἶναι τόπος, ἀλλά τρόπος ζωῆς τῶν πνευμάτων. Εἶναι δέ ὡς τρόπος καί κατάστασις ζωῆς ἀντίθετος τοῦ Παραδείσου. ᾿Εάν στόν Παράδεισο ὁ ἄνθρωπος εἶναι εὐτυχισμένος ἐπειδή ζεῖ μέ τόν Θεό, στόν ῞ᾼδη ζεῖ δυστυχισμένος ἐπειδή ζεῖ μέ τούς διαβόλους. Στόν ῞ᾼδη κατέρχονταν ὅλοι οἱ ζῶντες. ᾿Εκεῖ δέν μποροῦσαν νά αἰνοῦν πιά τόν Θεό, νά ἐλπίζουν στήν δικαιοσύνη Του, στήν πιστότητά Του. Πρόκειται γιά μία ὁλοκληρωτική ἐγκατάλειψι.
Σ᾿ αὐτόν τόν τραγικό χῶρο τῆς δυστυχίας καὶ ἀπελπισίας, κατέβηκε ὁ Χριστός γιά νά ἐλευθερώσει τούς αἰωνίους αἰχμαλώτους, οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονταν ἐκεῖ παρά τήν θέλησί τους. Αὐτό δέ ἀποτελοῦσε τήν δύναμι καί τήν χαρά τοῦ διαβόλου, ὅτι εἶχε τήν δύναμι, μποροῦσε, νά ἐμποδίσει τούς δικαίους νά ζήσουν μέ τόν Θεό. Αὐτή τήν ἀδικία ἐπισημαίνει ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος ὅταν γράφει· «᾿Αλλ᾿ ἐβασίλευσεν ὁ θάνατος ἀπὸ ᾿Αδὰμ μέχρι Μωσέως καὶ ἐπὶ τοὺς μὴ ἁμαρτήσαντας» (Ρωμ. ε´ 14).
῾Ο ῞ᾼδης δέν ταυτίζεται μέ τήν κόλασι. ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστός κατέβηκε στόν ῞ᾼδη, ὁ καταδικασμένος πηγαίνει στήν κόλασι. Οἱ θύρες τοῦ ῞ᾼδη, ὅπου κατέβηκε ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός, ἄνοιξαν, γιά νά μπορέσουν νά διαφύγουν οἱ αἰχμάλωτοί του, ἐνῶ, ὅταν ὁ κολασμένος κατεβαίνει στήν κόλασι, ἡ πόρτα της κλείνει πίσω του αἰωνίως καί δέν θά ἀνοίξει ποτέ.
῾Ο ῞ᾼδης καί ἡ κόλασις εἶναι τό βασίλειο τοῦ θανάτου καί, χωρίς τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό, δέν θά ὑπῆρχε στόν κόσμο παρά μιά μόνο κόλασις καί ἕνας μόνο θάνατος, ὁ θάνατος μέ τήν ἀπεριόριστη δύναμί του. ᾿Εάν ὑπάρχει «δεύτερος θάνατος» (᾿Αποκ. κα´ 8), ξεχωριστός ἀπό τόν πρῶτο, εἶναι ἐπειδή ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός συνέτριψε μέ τό θάνατό Του «τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ᾿ ἔστι τὸν διάβολον, καὶ ἀπαλλάξῃ τούτους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας» (῾Εβρ. β´ 14-15).
Τήν κάθοδο τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ στόν ῞ᾼδη ἑορτάζει καί πανηγυρίζει ἡ ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ κατά τό ῞Αγιο καί Μέγα Σάββατο. «Τοῦτό ἐστι τὸ ὑπερευλογημένον Σάββατον». ῾Η θεολογία τῆς ᾿Εκκλησίας μας φωτίζει ἐπαρκῶς τό θέμα αὐτό, τό ὁποῖο ἀφορᾶ ὅλους μας.
-
῾Η κάθοδος τοῦ Χριστοῦ στόν ῞ᾼδη εἶναι ἕνα ἄρθρο πίστεως, καί εἶναι πράγματι ἕνα βέβαιο δεδομένο τῆς Καινῆς Διαθήκης. ῾Ο χριστολογικός κανόνας τοῦ ῎Ορθρου τοῦ Μεγάλου Σαββάτου εἶναι ὕμνος, τραγούδι γιὰ τόν νεκρωμένο Θεό. ᾿Εάν «ὁ Θεὸς ἀνέστησε τὸν ᾿Ιησοῦν λύσας τὰς ὠδῖνας τοῦ θανάτου» (Πράξ. β´ 24), εἶναι ἐπειδή τόν βύθισε ἀρχικά στόν ῞ᾼδη, ἀλλά χωρίς ποτέ νά τόν ἐγκαταλείψει ἐκεῖ (πρβλ. Πράξ. β´ 31). ᾿Εάν ὁ Χριστός, στό μυστήριο τῆς ᾿Αναλήψεως, «ἀνέβη ὑπεράνω πάντων τῶν οὐρανῶν», εἶναι ἐπειδή «κατέβη πρῶτον εἰς τὰ κατώτερα μέρη τῆς γῆς». ῎Επρεπε νά γίνει αὐτή ἡ φοβερή κάθοδος, γιά νά μπορέσει ὁ Χριστός νά «πληρώσῃ τὰ πάντα» καί νά βασιλεύσει ὡς Κύριος στό Σύμπαν (πρβλ. ᾿Εφεσ. δ´ 6).
῾Η χριστιανική πίστις ὁμολογεῖ, ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἶναι Κύριος στόν οὐρανό μετά τήν ἀνάβασί Του ἀπό τούς νεκρούς (Ρωμ. ι´ 6-10). «῞Ινα σου τῆς δόξης, τὰ πάντα πληρώσῃς, καταπεφοίτηκας, ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆςϜ », ψάλλουμε τήν λαμπρά καί φωταυγῆ νύκτα τοῦ Μ. Σαββάτου.
Τό τίμημα τῆς ταφῆς τοῦ Κυρίου γιά τόν ἄνθρωπο ἦταν ἡ ἀφθαρσία καί ἡ καινοποίησι τῆς φύσεώς του. ῞Οπως ἡ φθορά ὑπῆρξε τό τίμημα τῆς ἁμαρτίας, ὡς νέκρωσις καί χωρισμός ἀπό τόν Θεό, ἔτσι ἡ ἀνακαίνισις καί ἡ ἀφθαρσία ὑπῆρξαν ὁ εἰδικός καρπός τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως. ῾Ο Χριστός μέ τόν θάνατο καί τήν ταφή Του ἀφαίρεσε τά ράκη τῆς φθορᾶς, τά ὁποῖα εἶχαν στοιβαχθεῖ σ᾿ αὐτήν ἀπό τήν παράβασι τοῦ ᾿Αδάμ καί ἔσβηναν τήν ὀμορφιά της· καί μέ τό αἷμα Του ἔπλυνε τό πλάσμα Του ἀπό τό μίασμα τῆς ἀρχαίας παρακοῆς, ἀφάνισε τήν δυσωδία τοῦ θανάτου, τήν ὁποία ἀπέπνεε τό πτῶμα τῆς ἁμαρτίας, ἐκούφισε τό γένος τῶν ἀνθρώπων, ἀπό τό βάρος τῆς ἀποστασίας του καί ἔκαμε ν᾿ ἀστράψει καί πάλι ἡ φύσις, νά ζωντανέψουν οἱ θεοειδεῖς χαρακτῆρες, νά λάμψει καί πάλι ἡ ἀρχέγονος ὀμορφιά της, ἐνδεδυμένη τήν ἄφθαρτη δόξα τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό τό ὑπέρτατο λυτρωτικό ἀγαθό, τήν ἀφθαρσία δηλαδή καὶ τήν ἀθανασία, τό ὁποῖο κορυφοῦται στήν ἔνδοξη ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ, ψάλλει μέ ρίγη ἱερᾶς συγκινήσεως καί ἀνεκλάλητης χαρᾶς ἡ ᾿Ορθοδοξία.
-
῾Η κάθοδος τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ στόν ῞ᾼδη ὑπῆρξε θεοπρεπής καί ἔνδοξος. ῾Ο Κύριος πραγματοποίησε δύο καθόδους. Κατῆλθε ἀπό ψηλά ἀπό τόν οὐρανό στήν γῆ, τό πρῶτον. Καί κατῆλθε μέ ταπείνωσι καί πτωχεία. Δεύτερον, κατῆλθε ἀπό τήν γῆ στά βασίλεια τοῦ ῞ᾼδη. ᾿Εκεῖ ὅμως κατέβηκε παντοκρατορικά, μέ ὅλη τήν «ἄστεκτη» δυναστεία Του, ἐξουσιαστικῶς. Τόν εἶδαν οἱ δαίμονες καί τρόμαξαν. Τόν εἶδαν οἱ δίκαιοι καί ἀναπήδησαν μέ χαρά καί ἀγαλλίασι.
῾Ο ἅγιος ᾿Επιφάνιος, ᾿Επίσκοπος Κωνσταντίας τῆς Κύπρου, στόν θεολογικώτατο λόγο του «Τῶ ἁγίῳ καί μεγάλῳ Σαββάτῳ» περιγράφει αὐτόν τόν θεοπρεπέστατο τρόπο τῆς καθόδου τοῦ Χριστοῦ στόν ῞Αδη· «Χθὲς (ἐννοεῖ τήν Μεγ. Παρασκευή) συνέβαινον τὰ τῆς οἰκονομίας, σήμερον τὰ τῆς ἐξουσίας. Χθὲς τὰ τῆς ἀσθενείας, σήμερον τὰ τῆς αὐθεντίας. Χθὲς τὰ τῆς ἀνθρωπότητος, σήμερον τὰ τῆς θεότητος ἐνδείκνυται. Χθὲς ἐρραπίζετο, σήμερον τῇ ἀστραπῇ τῆς θεότητος τὸ τοῦ ῞ᾼδου ραπίζει οἰκητήριον. Χθὲς ἐδεσμεῖτο, σήμερον ἀλύτοις δεσμοῖς καταδεσμεῖ τὸν τύραννον. Χθὲς κατεδικάζετο, σήμερον τοῖς καταδίκοις ἐλευθερίαν χαρίζεται. Χθὲς ὑπουργοὶ τοῦ Πιλάτου αὐτῷ ἐνέπαιζον, σήμερον οἱ πυλωροὶ τοῦ ῞ᾼδου ἰδόντες αὐτὸν ἔφριξαν… ῾Ο χθὲς τοίνυν οἰκονομικῶς τὰς λεγεῶνας τῶν ᾿Αγγέλων παραιτούμενος· σήμερον θεοπρεπῶς ὁμοῦ τε καὶ πολεμικῶς, καὶ δεσποτικῶς κάτεισι κάτω τοῦ ῞ᾼδου καὶ θανάτου. ῾Ως γοῦν τὰ παντόθυρα, καὶ ἀνήλια, καὶ ἀνέσπερα τοῦ ῞ᾼδου δεσμωτήρια καὶ οἰκητήρια ἡ θεόδημος τοῦ Δεσπότου κατέλαβεν αἰγληφόρος παρουσία, προφθάνει πάντας Γαβριήλ ἀρχιστράτηγος καὶ βοᾶ τό ῎Αρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ὑμῶν. Καὶ ἐπάρθητε πύλαι αἰώνιοι.῞Αμα αἱ ἀγγελικαί δυνάμεις ἐβόησαν, ἅμα αἱ πύλαι ἐπάρθησαν, καὶ αἱ ἁλύσεις ἐλύθησαν, ἅμα οἱ μοχλοὶ κατεκλάσθησαν, ἅμα τὰ κλεῖθρα ἐξέπεσαν, ἅμα τὰ θεμέλια τοῦ δεσμωτηρίου ἐδονήθησαν, ἅμα αἱ ἐνάντιαι δυνάμεις εἰς φυγὴν ἐτράπησαν, ἔφριξαν, ἐσαλεύθησαν, κατεπλάγησαν, ἐταράχθησαν, ἠλλοιώθησαν, ἐθροήθησαν, ἔστησαν ὁμοῦ καὶ ἐξέστησαν, ἠπόρησαν ὁμοῦ καὶ ἐτρόμαξανϜ ᾿Εκεῖ γὰρ τότε διέκοψε Χριστός ἐν ἐκστάσει κεφαλὰς δυναστῶν» (ΒΕΠΕΣ 77, σελ. 151 & ἑξῆς, ἐκδ. ᾿Αποστολικῆς Διακονίας).
«᾿Εδεήθημεν Θεοῦ σαρκουμένου καί νεκρουμένου», θεολογεῖ ἡ ποικίλη μοῦσα τῆς δικῆς μας αὐλῆς, τῆς ᾿Εκκλησίας, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος, γιά νά μπορέσουμε νά ζήσουμε. Αὐτός μᾶς ζύμωσε μέ τήν θεότητά Του, μᾶς ἐνέδυσε τήν θεία εὐπρέπεια, μᾶς λάμπρυνε μέ τήν τριαδική δόξα Του, μᾶς χάρισε τήν ἀνάστασι καί τήν ζωή.
«῾Ως ζωηφόρος, ὡς Παραδείσου ὡραιότερος ὄντως καὶ παστάδος πάσης βασιλικῆς, ἀναδέδεικται λαμπρότερος Χριστὲ ὁ τάφος σου, ἡ πηγὴ τῆς ἡμῶν ἀναστάσεως».
Μεγάλη Παρασκευὴ βράδυ
Τὸ ἔγκλημα
του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«Ὤ τῆς παραφροσύνης καὶ τῆς χριστοκτονίας τῆς τῶν προφητοκτόνων!» (Γ΄ στ. ἐγκ.)
Ἔγκλημα, φόνος ἀνθρώπου! Ἄλλοτε ὁ φόνος ἦταν κάτι σπάνιο. Τώρα, ἀλλοίμονο,δὲν περνάει μέρα χωρὶς ἕνα ἢ περισσότερα ἐγκλήματα. Καὶ γίνονται τόσο «τέλεια», ὥστε δὲν ἀφήνουν ἴχνη· οἱ δράστες μένουν ἄγνωστοι.
Ὁ πλανήτης μας, ἀφ᾿ ὅτου ὁ Κάιν σκότωσετὸν Ἄβελ, μιάνθηκε μὲ αἷμα ἀδελφικό. Καὶ τὸπαράδειγμά του δυστυχῶς μιμήθηκαν πολλοί.
Ἂν μαζευόταν ὅλο τὸ αἷμα τῶν ἀδικοσκοτωμένων,«ἀπὸ τοῦ αἵματος Ἄβελ τοῦ δικαίου ἕως τοῦ αἵματος Ζαχαρίου υἱοῦ Βαραχίου» (Ματθ. 23,35) καὶ τῶνθυμάτων τῶν ἡμερῶν μας, θὰ σχηματιζόταν μίαθλιβερὴ λίμνη μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «Λίμνη Ἄβελ».
Ὅταν γίνεται κάποιο ἔγκλημα, τὸ πρῶτοποὺ ρωτοῦν ὅλοι εἶνε· Ποιός εἶνε ὁ δράστης;
Ἡ Δικαιοσύνη προσπαθεῖ νὰ τὸν ἀνακαλύψῃ,καὶ αἴσθημα ἀνακουφίσεως δημιουργεῖται ὅταν ὁ ἔνοχος συλλαμβάνεται καὶ τιμωρεῖται.
* * *
Ἀναρίθμητα τὰ ἐγκλήματα. Ἀλλ᾿ ὑπάρχει ἕναἔγκλημα ποὺ ἀποτελεῖ τὸ ἀποκορύφωμα τῆςἀνθρωπίνης κακίας· μπροστά του τὰ ἄλλα ὠχριοῦν. Εἶνε ὄχι ἁπλῶς ἔγκλημα, ἀλλὰ τὸ ἔγκλημα.
Ποιό εἶνε αὐτό; Εἶνε ὁ φόνος ἐκείνου, ποὺμπόρεσε, μόνο αὐτός, νὰ σταθῇ ἐμπρὸς στὴνἀνθρωπότητα καὶ νὰ πῇ «Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέγχειμε περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰω. 8,46). Ὁ Ἄνθρωπος αὐτός,ποὺ ἀξίζει νὰ γράφεται μὲ ἄλφα κεφαλαῖο, εἶνεὁ Χριστός. Κ᾽ ἐπειδὴ ὅπως λέει ὁ Παῦλος «ἐναὐτῷ κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητοςσωματικῶς»(Κολ. 2,9), γι᾽ αὐτὸ ὁ φόνος του δὲν εἶνεἁπλῶς μία ἀνθρωποκτονία· εἶνε, ὅπως λέει ἡὑμνολογία τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, χριστοκτονία καὶ θεοκτονία. Θεοκτονία, ὄχι γιατὶ εἶνε δυνατὸν νὰ φονευθῇ ὁ Θεός – ἄπαγε τῆςβλασφημίας· τὸ θεῖον εἶνε ἀπαθὲς καὶ ἀπρόσβλητο ἀπὸ πληγὲς καὶ θάνατο. Θεοκτονία, γιατὶστὸ ἔγκλημα αὐτὸ διαφαίνεται ἡ ἀπύθμενη κακία τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ θέλει νὰ ἐξοντώσῃ εἰδυνατὸν καὶ τὸ Θεό! Ἕνας ὕμνος λέει· «Βροτοκτόνον ἀλλ᾿ οὐ θεοκτόνον ἔφυτὸ πταῖσμα τοῦ Ἀδάμ· εἰ γὰρ καὶ πέπονθέ σου τῆς σαρκὸς ἡ χοϊκὴ οὐσία, ἀλλ᾿ ἡ θεότης ἀπαθὴς διέμεινε…»(3ο τροπ. στ΄ ᾠδ. καν. Μ. Σαββ.).
Ἡ σφαγὴ τοῦ Ἀθῴου χριστοκτονία καὶ θεοκτονία. Καὶ ποιοί οἱ ἔνοχοι; Οἱ Ἰουδαῖοι. Ἕνας ἄλλος ὕμνος λέει· «Τῶν θεοκτόνων ὁ ἑσμός, Ἰουδαίων ἔθνος τὸ ἄνομον, πρὸς Πιλᾶτον ἐμμανῶςἀνακράζων ἔλεγε· Σταύρωσον Χριστὸν τὸν ἀνεύθυνον· Βαραββᾶν δὲ μᾶλλον οὗτοι ᾐτήσαντο…»(3ο τροπ. Μακαρ., βράδυ Μ. Πέμ πτ.). Ἀλλὰ καὶ στὴν γ΄ στάσι τῶν ἐγκωμίων τοῦ ἐπιταφίου θρήνου ὁ ποιητὴς ἀναφωνεῖ˙«Ὤ τῆς παραφροσύνης καὶ τῆς χριστοκτονίας τῆς τῶν προφητοκτόνων!».
* * *
Οἱ Ἰουδαῖοι λοιπόν, οἱ σύγχρονοι τοῦ Χριστοῦ,εἶνε οἱ δράσται τοῦ ἐγκλήματος τῆς σφαγῆς τοῦΔικαίου. Ἀλλ᾿ ἂς ἐπιτραπῇ ἐδῶ μία τολμηρὴ ὑπόθεσις. Ἂν ὁ Χριστὸς δὲν γεννιόταν στὴν Παλαιστίνη, ἀλλὰ γεννιόταν δίδασκε καὶ δροῦσε σὲ κάποια ἄλλη χώρα, π.χ. στὴν Ἑλλάδα, ἡ συμπεριφορὰ τῶν ἀνθρώπων τῆς χώρας αὐτῆς θὰ διέφερεἀπὸ τὴ συμπεριφορὰ τῶν Ἰουδαίων; Ἂν λάβουμε ὑπ᾿ ὄψιν ὅτι στὶς ἄλλες χῶρες με τὰ τὴν ἀνάστασι καὶ ἀνάληψι τοῦ Χριστοῦ πῆγαν μαθηταὶ καὶἀπόστολοί του καὶ κήρυξαν ὅ,τι κήρυξε Ἐκεῖνοςκι ὅτι αὐτοὶ διώχθηκαν βασανίστηκαν καὶ θανατώθηκαν ἀπὸ τοὺς ἐντοπίους, τότε ἔχουμε τὴν ἀπάντησι· ἡ συμπεριφορὰ τῶν ἀνθρώπων ἄλλωνχωρῶν δὲν θὰ διέφερε ἀπὸ τὴ συμπεριφορὰ τῶνἸουδαίων. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς δὲν εἶπε πὼς ὅ,τικάνει κανεὶς στοὺς μαθητάς του, στοὺς ἀδελφούς του, εἶνε σὰν νὰ τὸ κάνῃ σ᾽ αὐτὸν τὸν ἴδιο;
«Ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ.25,40). Οἱ ἄνθρωποι ποὺ βασάνισαν καὶ θανάτωσαν τοὺς μαθητὰς τοῦ Χριστοῦ, χωρὶς ἀμφιβολία καὶ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ θὰ βασάνιζανκαὶ θὰ θανάτωναν, ἂν ἐρχόταν στὴ χώρα τους.
Στὰ Ἰεροσόλυμα σταυρώθηκε ὁ Κύριος· ἀλλὰκαὶ στὴν Πάτρα, πόλι τῆς πατρίδος μας, σταυρώθηκε ὁ ἀπόστολός του, ὁ Πρωτόκλητος Ἀνδρέας. Γολγοθᾶς ἐκεῖ, Γολγοθᾶς καὶ ἐδῶ!
Τὸ λέμε αὐτό, διότι συνήθως ὑπάρχει μεγάλη καταφορὰ τῶν χριστιανῶν κατὰ τῶν Ἰουδαίων μόνο γιὰ τὸ μεγάλο ἔγκλημα. Μὴ παρεξηγηθοῦμε. Δὲν ἀμνηστεύουμε τὴν ἐνοχὴτῶν Ἰουδαίων, οὔτε συμφωνοῦμε μὲ τοὺς θεολογοῦντας τῆς Δύσεως πού, ἐνοχλούμενοιἀπὸ τοὺς βαρεῖς, ὅπως λένε, χαρακτηρισμοὺςτῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ποιήσεως στοὺς ὕμνουςτῆς Μεγάλης Ἑβδο μάδος, ζητοῦν νὰ «ἐκκαθαρίσουν» τὰ λειτουργικὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίαςμας ἀπὸ τέτοιους χαρακτηρισμούς, ἀπὸ ἐκφράσεις κατὰ τῶν σταυρωτῶν Ἰουδαίων. Ἡ ἐνοχὴ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ γιὰ τὴν χριστοκτονίαθὰ μένῃ· θὰ μένῃ μέχρι τὴν ἁγία ἐκείνη ἡμέρα ποὺ ὁ Ἰουδαϊκὸς λαός, ὅπως πιστεύουμε,θὰ μετανοήσῃ, θὰ κλίνῃ γόνυ πρὸ τοῦ Ἐσταυρωμένου, καὶ ἐκεῖνος, ὅπως συγχώρησε τοὺςτότε σταυρωτάς του καὶ ἀνέδειξε ἀπὸ αὐτοὺςἁγίους καὶ μάρτυρας, πολὺ περισσότερο θὰσυγχωρήσῃ τοὺς ἀπογόνους ἐκείνων.
Ἱστορικὴ ἡ ἐνοχὴ τῶν Ἰουδαίων. Ἀλλὰ δὲνεἶνε ὀρθὸ νὰ περιορισθοῦμε καὶ νὰ τονίζουμετὴν ἐνοχὴ μόνο τῶν Ἰουδαίων γιὰ τὴν σταύρωσι τοῦ Χριστοῦ. Ὄχι! Ἡ ἐνοχὴ ἐπεκτείνεται καὶσυμπεριλαμβάνει ἀναρίθμητο πλῆθος. Αὐτὸ θὰτὸ καταλάβουμε, ἂν λάβουμε ὑπ᾿ ὄψιν, ὅτι τὸἔγκλημα τοῦ Γολγοθᾶ δὲν εἶνε ἁπλῶς ἕνας φόνος, μιὰ ἀνθρωποκτονία· περικλείει μυστήριο.
Ὁ Χριστός, λόγῳ τῆς ὑποστατικῆς ἑνώσεωςτῆς ἀνθρωπίνης φύσεως μὲ τὴν θεία, μποροῦσε ν᾿ ἀποφύγῃ τὸ θάνατο καὶ νὰ διασωθῇ ἀπὸὅλες τὶς παγίδες τῶν ἐχθρῶν του. Κανείς δὲν θὰμποροῦσε ν᾽ ἀγγίξῃ τὸ θεανδρικό του πρόσωπο. Ὁ Χριστὸς ὄχι ἀκουσίως ἀλλὰ ἑκουσίωςβάδισε πρὸς τὸν φρικτὸ θάνατο. Οὔτε ὁ Ἰούδας οὔτε οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι οὔτε οἱἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς οὔτε ὁ Πιλᾶτος οὔτε κανεὶς ἄλλος μποροῦσε νὰ κάνῃ κάτι ἐναντίον του,ἐὰν δὲν ἦταν «δεδομένον ἄνωθεν» (Ἰω. 19,11).
Ἦταν θέλημα τοῦ οὐρανίου Πατρὸς νὰ προσφέρῃ ὁ Υἱὸς θυσία τὸν ἑαυτό του «ὑπὲρ τῆς τοῦ
κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας» (θ. Λειτ. Μ. Βασ. καθαγ.). Ἔπρεπενὰ ὑποστῇ τὰ πάθη τοῦ σταυροῦ, νὰ θυσιασθῇ,νὰ χύσῃ τὸ ἁγνὸ καὶ τίμιο αἷμα του, γιὰ νὰ λυτρωθῇ μὲ αὐτὸ τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπὸ τὴντυραννίδα τοῦ διαβόλου. «Οὕτω γὰρ ἠγάπησενὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸνμονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰω. 3,16).
Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἁμάρτανε, ὁ Υἱὸς τοῦΘεοῦ δὲν θὰ ἐμφανιζόταν ὡς ἄνθρωπος ἐπάνω στὴ γῆ καὶ δὲν θὰ σταυρωνόταν. Ἦταν τόσοβαθειὰ ἡ πτῶσις τοῦ ἀνθρώπου, τόσο μεγάλο τὸτραῦμα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ὥστε πρὸς θεραπείαν καὶ ἀνάπλασιν τοῦ ἀνθρώπου, χρειάστηκετὸ αἷμα τοῦ Θεανθρώπου. Πρόκειται γιὰ τὸ μεγαλύτερο γεγονὸς στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Χωρὶς τὸ αἷμα τοῦ Θεανθρώπου καμμία ἄφεσις ἁμαρτιῶν, καμμία λύτρωσις. Ἔτσιὥρισε ὁ Θεός, μὲ τὸ αἷμα αὐτὸ νὰ σωθοῦμε.
Τὸ συμπέρασμα εἶνε, ὅτι οἱ ἁμαρτίες ὅλωνμας, ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ μέχρι τὸν τελευταῖο ποὺ θὰζήσῃ πάνω στὴ γῆ, εἶνε ἐκεῖνες ποὺ ἀνέβασαντὸ Χριστὸ στὸ σταυρό. Στὸ σταυρὸ ἐξοφλοῦνται ὅλες οἱ ἁμαρτίες. Ἄρα κάθε ἄνθρωποςσχετίζεται μὲ τὸ δρᾶμα τοῦ Γολγοθᾶ καὶ μπορεῖ, μὲ καρδιὰ συντετριμ μένη ἀτενίζονταςτὸν Ἐσταυρωμένο, νὰ πῇ· «Κύριε, ἐγὼ ὑπῆρξαὁ ἔνοχος τῆς σταυρώσεώς σου. Σὺ εἶσαι “ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰω. 1,29). Σὺ στὸσταυρὸ σήκωσες καὶ τὸ βάρος τῶν δικῶν μου ἁμαρτιῶν!”. Αὐτὸ διεκήρυξε ὁ προφήτης Ἠσαΐαςστὴν περίφημη προφητείᾳ του· «Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶ ται…Αὐτὸς δὲ ἐτραυματίσθη διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶνκαὶ μεμελάκισται διὰ τὰς ἀνομίας ἡμῶν» (Ἠσ. 53,4-5).
* * *
Ἀγαπητοί μου! Ὁ κόσμος γιὰ τὴν σταύρωσι τοῦ Χριστοῦ καταφέρεται μόνο ἐναντίοντῶν ἐνόχων τῆς ἱστορικῆς ἐκείνης περιόδου.
Ἀλλὰ γιὰ τὸν πιστὸ ἔνοχος εἶνε καὶ κάθε ἄνθρωπος. Ἔνοχος κ᾽ ἐγώ, ἀδελφέ μου, ἔνοχοςκ᾽ ἐσύ. Ὤ ἐὰν τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο μᾶς φώτιζενὰ καταλάβουμε τὴν θεμελιώδη αὐτὴ ἀλήθεια!
Τότε, βλέποντας κ᾽ ἐμεῖς τὸν Ἐσταυρωμένο,θὰ αἰσθανόμασταν τὸν ἅγιο ἐκεῖνο σεισμὸποὺ αἰσθάνθηκαν οἱ σταυρωταὶ ὅταν τοὺς μίλησε ὁ ἀπόστολος Πέτρος καὶ τοὺς κατήγγειλε ὡς σφαγεῖς τοῦ Δικαίου (βλ. Πράξ. 2,22 κ.ἑ.).
Ὁ Κύριος θυσιάστηκε ἀντὶ ἡμῶν καὶ ὑπὲρἡ μῶν. Ἔτσι λένε οἱ διδάσκαλοι καὶ πατέρεςτῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος προσευχόταν στὸν Ἐσταυρωμένο λέγοντας· «Τί ἔκανες, ὦ Ἰησοῦ μου γλυκύτατε, γιὰ νὰ ὑποφέρῃς τέτοια καταδίκη;… Ἐγὼ εἶμαι ἡ αἰτία τῶνπόνων σου, ὁ ὑπεύθυνος τῆς σφαγῆς σου… Ἁμαρτάνει ὁ παραβάτης, καὶ κολάζεται ὁ δίκαιος… Ἐγὼ ἔκανα τὸ πονηρό, καὶ σὺ καταδικάστηκες… Ἐμπρὸς στὸ σταυρό σου λάμπουν δυὸ ἀλήθειες· ἡ μία ὅτι εἶμαι ἔνοχος, ἡ ἄλλη ὅτι εἶσαιεὔσπλαχνος… Τί λοιπὸν θὰ σοῦ ἀνταποδώσωγιὰ τὴν ἄπειρη εὐεργεσία σου;… Μένω ἐκστατικὸς ἐμπρὸς στὸ μέγεθος τῆς ἀγάπης σου. Σὲὁλόκληρη τὴν κτίσι δὲν ὑπάρχει ἀντίβαρο τῆςθυσίας σου» (βλ. καὶ τὸ βιβλίο μας «Πρὸς τὸν Γολγοθᾶν», Ἀθῆναι 19894, σσ. 283-284).
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἄρθρο γιὰ τὴ Μ. Παρασκευὴ σὲ καθαρεύουσα γλῶσσα ἀπὸ τὸ περιοδικὸ «Σταυρός». Πρώτη δημοσίευσις τὸ 1976, μεταγλώττισις καὶ σύντμησις 13-3-2014.