Ο άγιος Ζακχαίος, όπως είναι γνωστόν από την Ευαγγελική περικοπή που διαβάζεται κάθε χρόνο στους Ιερούς Ναούς και είναι ειλημμένη από το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον (ιθ 1-10), ήταν αρχιτελώνης και πλούσιος και ζητούσε να δη τον Χριστό. Όταν, λοιπόν, άκουσε ότι θα περάση από την Ιεριχώ ανέβηκε σε μια μουριά, επειδή ήταν μικρού σωματικού αναστήματος, για να τον δη. Ο Χριστός τον είδε και του είπε: «κατέβα γρήγορα, διότι πρέπει να μείνω στο σπίτι σου σήμερα». Μάλιστα, τον προσφώνησε με το όνομά του παρ’ όλο που ως άνθρωπος δεν τον γνώριζε και δεν τον είχε δει ποτέ. Ο Ζακχαίος κατέβηκε αμέσως και τον υποδέχθηκε με χαρά, ενώ οι παρόντες άρχισαν να γκρινιάζουν και να παραπονούνται επειδή πήγε να μείνη στο σπίτι ενός αμαρτωλού, ωσάν αυτοί να ήσαν αναμάρτητοι. Αλλά ο Χριστός πήγε στο σπίτι του Ζακχαίου αφ’ ενός μεν γιατί επισκέπτεται, χωρίς διακρίσεις, όλους εκείνους οι οποίοι Τον θέλουν και Τον αναζητούν με πόθο, αφ’ ετέρου δε γιατί είδε την καρδιά του αρχιτελώνη να φλέγεται από την αληθινή μετάνοια και την επιθυμία για διόρθωση. Πράγματι ο Ζακχαίος έδειξε έμπρακτα την μετάνοιά του, αφού διεκήρυξε δημοσίως ότι την μισή περιουσία του την δίνει στους φτωχούς και σε εκείνον που τυχόν αδίκησε θα του το αποδώση στο τετραπλάσιο. Γι’ αυτό και αξιώθηκε να ακούση από το στόμα του Χριστού τον γλυκύτατον εκείνο λόγο, «ότι σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο».
Σύμφωνα με την Παράδοση, ο Ζακχαίος, μετά την Ανάληψη του Χριστού, ακολούθησε τον Απόστολο Πέτρο, από τον οποίο χειροτονήθηκε Επίσκοπος Καισαρείας. Τα τέλη του δεν είναι γνωστά, σίγουρα όμως υπήρξαν οσιακά, όπως οσιακή υπήρξε και η ζωή του μετά την σωτήρια συνάντησή του με τον Χριστό. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγει ότι ο Ζακχαίος «μοίρασε τα υπάρχοντά του στους πτωχούς και αυτός ο πρώην φιλάργυρος έγινε φιλόπτωχος, μάλλον δε πτωχός με την θέλησή του, αφού άλλα τα έδωσε και άλλα τα ανταπέδωσε».
Εάν κάποιος επιθυμή ειλικρινά να γνωρίση τον Χριστό, τότε θα βρη τον τρόπο να πραγματοποιήση την επιθυμία του χωρίς πολλές σκέψεις και λογικές διεργασίες. Αρκεί να έχη πάρει την γενναία απόφαση να απαρνηθή το αμαρτωλό παρελθόν του και να κάνη καινούργια αρχή. Όταν υπάρχη αληθινή μετάνοια, τότε ο πόθος της συνάντησης γίνεται σαν το ορμητικό ποτάμι που παρασύρει μπροστά του τα πάντα. Ανεβαίνει, κατεβαίνει και δεν διστάζει μπροστά σε κανένα εμπόδιο. Δεν έχει πρόβλημα ο άνθρωπος να ταπεινωθή, να κουρελιάση την αξιοπρέπειά του και δεν τον ενδιαφέρει τι θα πουν οι άλλοι. Ο Ζακχαίος δεν σκέφθηκε ότι μπορεί να τον κοροϊδεύσουν που ανέβηκε επάνω στο δένδρο σαν το μικρό παιδάκι, αλλά και δεν τον ενδιέφερε. Όταν κανείς θέλη πραγματικά να αλλάξη τρόπον ζωής και να ζήση τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του «εν ειρήνη και μετανοία», απαλλαγμένος από το βάρος της αμαρτίας, δεν ασχολείται με το τι θέλουν και τι θα πουν οι άλλοι, αλλά με το τι θέλει και τι λέγει ο Θεός.
Επομένως, δεν υπάρχει άλλος τρόπος συνάντησης και γνωριμίας με τον Χριστό από εκείνον της ταπείνωσης και της έμπρακτης μετάνοιας. Αυτή η συνάντηση πραγματοποιείται μέσα στην καρδιά, την πνευματική καρδιά, «που είναι το κέντρο των πνευματικών λειτουργιών του ανθρώπου και ο χώρος εκείνος μέσα στον οποίο αποκαλύπτεται ο Θεός» (Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος). Η καθαρότητα της καρδιάς, που είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για την γνώση του Θεού, επιτυγχάνεται με την ταπείνωση, την έμπρακτη μετάνοια, την μυστηριακή ζωή και την άσκηση, ήτοι την εφαρμογή όλων των εντολών του Χριστού.
Ο Ζακχαίος υποδέχθηκε τον Χριστό γεμάτος χαρά. Και αυτό είναι πολύ φυσικό, επειδή, όταν η καρδιά ταπεινώνεται, τότε μαλακώνει, αλλά και η παρουσία του Θεού την μαλακώνει ακόμα περισσότερο και την πλημμυρίζει με χαρά. Αντίθετα η υπερηφάνεια σκληραίνει την καρδιά με αποτέλεσμα να μη μπορή να μετανοήση και γι’ αυτό δεν ανέχεται την παρουσία του Θεού, η οποία της προκαλεί αφόρητο πόνο και θλίψη και την σκληραίνει ακόμη περισσότερο. Δηλαδή, συμβαίνει ο,τι και με την παρουσία του ήλιου, ο οποίος με την θερμότητά του άλλα αντικείμενα τα σκληραίνει και άλλα τα μαλακώνει, ανάλογα με το υλικό από το οποίο αποτελούνται. Π. χ. όταν ο ήλιος «πέφτη» επάνω στον πηλό τον σκληραίνει, ενώ, αντίθετα, το κερί το μαλακώνει και το λιώνει.
Ο Ζακχαίος γεύθηκε και την γλυκύτητα της αληθινής ελευθερίας, αφού ελευθερώθηκε από το πάθος της φιλαργυρίας, το οποίο είναι τυραννικότατο και δεν αφήνει τον άνθρωπο στιγμή να ησυχάση. Γιατί «η φιλαργυρία είναι αιτία όλων των κακών, της αισχροκέρδιας, της τσιγκουνιάς, της αστοργίας, της μισανθρωπίας, της αρπαγής, της αδικίας, της πλεονεξίας, του τόκου, του δόλου, του ψεύδους, της επιορκίας και όλων των ομοίων με αυτά» (Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς).
Ο υλικός πλούτος έχει την συνήθεια να απομακρύνη τον άνθρωπο από τον Θεό και να τον σταθεροποιή στην κακία. «Το ότι εμαρτύρησε (ο Ευαγγελιστής) ότι ο Ζακχαίος δεν ήταν μόνον τελώνης, αλλά και αρχιτελώνης και πλούσιος, έδειξε ότι ήταν διακεκριμένος σε κακία» (Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς).
Όταν κανείς κατέχη σημαντική θέση στην κοινωνία η είναι πλούσιος σε υλικά αγαθά η ακόμη όταν ορέγεται του πλούτου (επειδή υπάρχουν και πτωχοί που είναι φιλάργυροι και προσπαθούν με κάθε μέσον να πλουτήσουν) χρειάζεται να διαθέτη μεγάλα αποθέματα πνευματικής ανδρείας για να ταπεινωθή και να μετανοήση έμπρακτα.
Ο Απόστολος Ζακχαίος μας υποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο αποκτάται η κοινωνία με τον Θεό και κατά συνέπεια η χαρά και η ελευθερία στην αυθεντική τους μορφή. Ας τον μιμηθούμε.
Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μετεωρίτης (1302 – 1380)
ἀπὸ τὸ βιβλίο Μοναχοῦ Μωϋσέως Ἁγιορείτου,«Ἅγιοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους»,
Ἐκδόσεις Μυγδονία,
Θεσσαλονίκη 2007
. Γεννήθηκε στὴν Νέα Πάτρα, τὴν σημερινὴ Ὑπάτη τῆς Φθιώτιδος, ἀπὸ γονεῖς ἐπιφανεῖς, περὶ τὸ 1302. Νωρὶς ἔμεινε ὀρφανός. Τὴν καλὴ ἀνατροφή του μὲ ἀγάπη ἀνέλαβε ὁ θεῖος του. Ὁ ζῆλος του γιὰ μάθηση τὸν ἔκανε νὰ κάθεται ἔξω ἀπὸ τὰ σχολεῖα ν’ ἀκούει τὰ μαθήματα, ἐπειδὴ δὲν εἶχε τὰ ἀπαιτούμενα ἔξοδα γιὰ τοὺς δασκάλους του. Βλέποντας ἐκεῖνοι «τὸ πρόθυμον καὶ εὐπάρεδρον, ἐδίδασκον αὐτὸν καὶ δίχα μισθοῦ». Ἡ εὐφυΐα του τὸν βοήθησε νὰ μορφωθεῖ ἐξαίρετα.
. Μετὰ τὴν κατάληψη τῆς πόλεώς του ἀπὸ τοὺς Καταλανοὺς (1319), κατέφυγε στὴν Θεσσαλονίκη, ὅπου ὁ θεῖος του ἀνεπαύθη στὴ μονὴ Ἀκαπνίου, στὸν Ἄθωνα, τὴν Κωνσταντινούπολη, τὴν Κρήτη καὶ πάλι στὸν Ἄθωνα, ὅπου ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἀπὸ Ἀνδρόνικος ὀνομάσθηκε Ἀθανάσιος (1332). Ἀσκήτευσε κοντὰ στὴν σκήτη τοῦ Μαγουλᾶ, στὴν θέση Μηλέα. Ὑποτάχθηκε στοὺς ἐνάρετους ἡσυχαστὲς Γέροντες Γρηγόριο καὶ Μωϋσῆ καὶ «πάντα τὰ τῆς ὑπηρεσίας ἀβαρῶς ἐξετέλει».
. Οἱ συχνὲς ἐπιδρομὲς τῶν πειρατῶν ἀνάγκασαν νὰ χωρίσει ἡ εὐλογημένη συνοδεία. Ὁ Ἀθανάσιος, μαζὶ μὲ τὸν Γέροντά του Γρηγόριο, ἔφυγαν ἀπὸ τὸ Ὄρος κι ἀναζητώντας νέο ἡσυχαστικὸ τόπο, μέσῳ Θεσσαλονίκης καὶ Βέροιας, ἔφθασαν στοὺς Σταγούς, στὴ σημερινὴ Καλαμπάκα, ὅπου βρίσκονται «λίθοι ὑψίκομοι καὶ εὐμεγέθεις ἀπὸ κτίσεως κόσμου», τὰ γνωστὰ Μετέωρα. Οἱ σχισμὲς τῶν βράχων ὑπῆρξαν ἡ πρώτη κατοικία τους.
. Στὴν κορυφὴ τοῦ μεγαλύτερου βράχου ὁ ὅσιος, μαζὶ μὲ τὸν ὅσιο Ἰωάσαφ, ἵδρυσε τὴν πρώτη κοινοβιακὴ μονὴ τοῦ πέτρινου δάσους, κατὰ τὰ ἁγιορείτικα πρότυπα πρὸς τιμὴν τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος καὶ τῆς Θεοτόκου. Ἡ ἀρετή του συγκέντρωσε γύρω του πολλοὺς μοναχούς, γιὰ τοὺς ὁποίους συνέταξε τὸν κανονισμὸ τοῦ κοινοβίου, στὸ πνεῦμα τῆς ἀσκητικῆς παραδόσεως. Στὰ τελευταῖα του ἔτη ἀποσύρθηκε σὲ σπήλαιο τοῦ βράχου, ποὺ σώζεται μέχρι σήμερα, ὅπου «ἀμερίμνως ὁ γέρων ἠσύχαζεν». Μετὰ τὴν ὀσιακὴ κοίμησή του, ὁ τάφος του, ποὺ μόνος του τὸν εἶχε ἀνοίξει, εὐωδίασε. Τοῦ εἶχε δοθεῖ τὸ χάρισμα τῆς προφητείας καὶ τῆς προοράσεως πλούσια.
. Ὁ ὅσιος Ἀθανάσιος ὑπῆρξε μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες μορφὲς τοῦ ἡσυχασμοῦ τοῦ 14ου αἰώνα· χαρισματοῦχος, διακριτικός, θαυματουργὸς πατήρ. Συνδεόταν μὲ τοὺς ὁσίους Γρηγόριο τὸν Σιναΐτη, Δανιὴλ τὸν ἡσυχαστή, Ἰσίδωρο καὶ Κάλλιστο τοὺς Οἰκουμενικοὺς Πατριάρχες καὶ ἄλλους.
. Ὁ βίος του γράφηκε ἀπὸ ἀνώνυμο μαθητή του, λίγα ἔτη μετὰ τὴν κοίμησή του. Ποιητὴς τῆς ἀκολουθίας του εἶναι ὁ Ἰουστίνος Δεκαδύο. Τοιχογραφίες του σώζονται στὰ καθολικὰ τῶν μονῶν τῆς Μεταμορφώσεως καὶ τοῦ ἁγίου Νικολάου τοῦ Ἀναπαυσᾶ τῶν Μετεώρων. Στὴ μονὴ τοῦ Μεγάλου Μετεώρου φυλάγεται ἡ χαριτόβρυτη κάρα τοῦ ἁγίου κτήτορός της, τοῦ θεοφόρου Ἀθανασίου, γιὰ τὸν ὁποῖο πολλοὶ πολλὰ ἔγραψαν. .
Ἡ μνήμη του τιμᾶται στὶς 20 Ἀπριλίου.
ΠΗΓΗ: pemptousia.gr