17 Φεβρουαρίου Σάββατον της Τυρινής , των εν Ασκήσει Λαμψάντων Οσίων Πατέρων
Από Ι.Ν. ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ · 16 Φεβρουαρίου 2018
Σάββατον της Τυρινής , των εν ασκήσει λαμψάντων
Είμαστε στην τελευταία εβδομάδα πριν από τη Σαρακοστή, στην εβδομάδα της Τυρινής. Τελειώνει η προετοιμασία μας και όπου να ‘ναι εισερχόμεθα στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ελπίζω ότι όλοι το περιμένουμε αυτό ανυπόμονα και με χαρά. Έτσι μας προτρέπουν τα τροπάρια. Η Εκκλησία, καθώς κοντεύουμε να φθάσουμε στην πύλη της Τεσσαρακοστής, ακόμη προσπαθεί να μας ετοιμάσει για τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Αυτήν την εβδομάδα, όπως είχαμε πει και την περασμένη Τετάρτη, τα τροπάρια, και σήμερα το πρωί και απόψε στην αγρυπνία και αύριο την Παρασκευή αλλά ήδη από τη Δευτέρα ακόμη, ομιλούν για το πλησίασμα της Τεσσαρακοστής· ότι πλησιάζει η νηστεία, πλησιάζει ο αγώνας αυτός ο πνευματικός.
Γιατί «μνείαν ποιούμεθα πάντων των εν ασκήσει λαμψάντων»;
Το προσεχές Σάββατο, Σάββατο της Τυρινής, η Εκκλησία το έχει αφιερώσει στους ασκητές. «Μνείαν ποιούμεθα πάντων των εν ασκήσει λαμψάντων ανδρών τε και γυναικών». Τελούμε τη μνήμη όλων, και των ανδρών και των γυναικών, οι οποίοι ασκήθηκαν και διέλαμψαν εν τη ασκήσει, αγιάσθηκαν και τους έχουμε αγίους. Η Εκκλησία όρισε αυτό το Σάββατο, μία ημέρα πριν μπούμε στην Τεσσαρακοστή, να ενθυμούμαστε τους αγίους ασκητές, να τους τιμούμε, να τους γιορτάζουμε για δύο λόγους: από το ένα μέρος για να τους έχουμε βοηθούς. Να τους παρακαλέσουμε να μας βοηθήσουν, γιατί αυτοί ξέρουν. Ξέρουν αυτοί τι θα πει αγώνας, τι θα πει άσκηση, τι θα πει νηστεία, προσευχή, κατάνυξη, μετάνοια, σωτηρία. Ξέρουν αυτοί. Πέρασαν από όλα αυτά. Να τους παρακαλέσουμε, καθώς μπαίνουμε κι εμείς στο στάδιο.
Στην προς Εβραίους επιστολή λέει ο απόστολος Παύλος: «Τοσούτον έχοντες περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων, όγκον αποθεμένοι πάντα και την ευπερίστατον αμαρτίαν…»2 Δηλαδή όπως σ’ ένα στάδιο που πηγαίνουν οι αθλητές ν’ αγωνισθούν, γύρω στις κερκίδες κάθονται οι φίλαθλοι, αυτοί που τους συμπαθούν, που θέλουν πολύ να νικήσουν, και τους ενθαρρύνουν, έτσι και οι άγιοι. Αυτό το βλέπουμε μέσα στους ναούς. Γι’ αυτό όχι μόνο υπάρχουν στους ναούς εικόνες φορητές, αλλά αγιογραφούνται και οι τοίχοι. Έτσι μέσα στον ναό με τις αγιογραφίες, αισθανόμαστε γύρω μας τους αγίους, που μας ενθαρρύνουν, που μας ενισχύουν και μας βοηθούν ν’ αγωνισθούμε κι εμείς στο ίδιο στάδιο όπως εκείνοι και να φθάσουμε κι εμείς στο τέρμα, όπως έφθασαν εκείνοι, για να σωθεί η ψυχή μας.
Η Εκκλησία λοιπόν όρισε να ποιούμε τη μνήμη των αγίων ασκητών από το ένα μέρος, για να τους παρακαλέσουμε να μας βοηθήσουν τώρα, καθώς μπαίνουμε στο στάδιο των αρετών. Από το άλλο μέρος, για να μιμηθούμε τους άγιους. Έχουμε πει κι άλλες φορές και πρέπει αυτήν την ώρα να το τονίσουμε ότι κάνει μεγάλο λάθος ο χριστιανός εκείνος ο οποίος δεν έμαθε να έχει ως μέτρο της ζωής του τους αγίους και έχει μέτρο κάτι άλλο, κάποιον άλλο ή έχει μέτρο τον εαυτό του, το μυαλό του, την κρίση του. Εμείς δεν ξέρουμε. Εμείς πέφτουμε έξω. Εμείς χαριζόμαστε στον εαυτό μας. Εμείς ξεγελιόμαστε από αδυναμίες και τέτοια και εάν μείνουμε απλώς στο τι λέει η δική μας η σκέψη, θα πέσουμε έξω, δεν θα κάνουμε τίποτε. Και λίγο αγώνα που θα κάνουμε, μπορεί κι αυτός να είναι στην πλάνη. Το μέτρο είναι οι άγιοι. Τους αγίους πάντοτε και ειδικά αυτήν την περίοδο να έχουμε υπόψιν μας· κυρίως τους ασκητές αγίους.
Μέτρο μας οι άγιοι
Επειδή ακριβώς μπαίνουμε στην περίοδο της ασκήσεως, το μέτρο μας να είναι οι άγιοι και σ’ αυτούς πάντοτε να προσβλέπουμε, αυτούς να έχουμε υπόψιν μας, αυτούς να μιμούμαστε και απ’ αυτούς να διδασκόμαστε και μ’ αυτούς να συγκρίνουμε τη ζωή μας· με τη δική τους ζωή να μετρούμε τη δική μας ζωή. Αλλιώς, θα κάνει κανείς καμιά προσευχή και θα υπερηφανευθεί και θα νομίσει, ποιος ξέρει τι έκανε! Θα πάει μερικές φορές στην εκκλησία ή θα κάνει καμιά άλλη καλή πράξη και θα νομίσει, ποιος ξέρει τι! Έτσι φουσκώνει ο άνθρωπος, υπερηφανεύεται, και πάει χαμένη η λίγη αρετή που μπόρεσε και έκανε. Ενώ όταν έχουμε υπόψιν μας τους αγίους, το τι έκαναν οι άγιοι, το τι είναι οι άγιοι, πώς είναι η ζωή των αγίων, αυτά τα οποία κάνουμε εμείς είναι τόσο λίγα, τόσο ελάχιστα μπροστά στα δικά τους, μπροστά στη δική τους ζωή, που καθόλου δεν θα μας έλθει η σκέψη να υπερηφανευθούμε, να φουσκώσουμε και τελικά δηλαδή αντί να ωφεληθούμε από την άσκησή μας, από την προσπάθειά μας, να πάθουμε ζημιά.
Το τονίζω αυτό, γιατί όπως είπαμε κι άλλη φορά, έχουμε την τάση οι άνθρωποι, προπαντός στα χρόνια μας, στις ημέρες μας, να τα ζυγίζουμε τα πράγματα και να τα κανονίζουμε με τη δική μας κρίση. Είναι αυτή η τάση που προέρχεται από τη δύση. Τώρα εμείς γίναμε δυτικόπληκτοι. Όχι μόνο σ’ άλλα πράγματα, αλλά και χριστιανικά ακόμη ήμασταν δυτικόπληκτοι και είμαστε και δεν συμμαζεύεται. Εκεί στη Δύση -το είπαμε και άλλη φορά, αλλά μερικοί μπορεί να μην το άκουσαν, αλλά και αυτοί που το άκουσαν, ας το ακούσουν πάλι· πρέπει να τα λέμε και να τα ξαναλέμε- εκεί λοιπόν στη Δύση η τάση είναι να ταιριάξουν το Ευαγγέλιο με τη ζωή του ανθρώπου. Δηλαδή να κόψουν τρόπον τινά το Ευαγγέλιο στα μέτρα του ανθρώπου. Τώρα παρουσιάζονται ορισμένοι κι εδώ στην Ελλάδα οι οποίοι λένε να βγουν μερικές λέξεις από το Ευαγγέλιο. «Αυτές τις λέξεις να τις βγάλουμε· τι είναι αυτά; «Αμαρτία» να βγει από το Ευαγγέλιο. «Δούλος» «Απολύτρωση»; Τέτοιες λέξεις να βγουν από το Ευαγγέλιο. Δεν χρειάζονται». Να μείνουν τάχα τα καλά· ας πούμε, μόνο περί αγάπης.
Εν πάση περιπτώσει, δεν μπορούμε να πούμε ότι κόβουν το Ευαγγέλιο, αλλά ο τρόπος με τον οποίο ερμηνεύουν το Ευαγγέλιο, για να το ταιριάξουν με το πώς αρέσει στον άνθρωπο, με το πώς βολεύεται ο άνθρωπος, ο σημερινός άνθρωπος, ο οποίος είναι παραδομένος στην ευχαρίστηση και στον ευδαιμονισμό, ο τρόπος λοιπόν που το ερμηνεύουν το Ευαγγέλιο, είναι τέτοιος σαν να το κόβουν στα μέτρα τους. Δεν το ερμηνεύουν δηλαδή σωστά. Ενώ το Ευαγγέλιο δεν είναι για να το φτιάξουμε στα δικά μας τα μέτρα, για να το κάνουμε έτσι που μας βολεύει.
Η ζωή μας να γίνει ευαγγελική ζωή
Όπως κι αν έχει το πράγμα, ό,τι και να συμβαίνει, εμείς πρέπει να γίνουμε αυτό που λέει το Ευαγγέλιο, εμείς πρέπει να πάμε προς το Ευαγγέλιο και να πιστεύουμε ότι, αφού το είπε ο Θεός το Ευαγγέλιο, πρέπει να γίνει αυτό που λέει το Ευαγγέλιο, αλλά και μπορεί να γίνει. Είναι αδύνατο να μην μπορεί. Διότι, επαναλαμβάνω, το Ευαγγέλιο το είπε ο Θεός· δεν το είπαμε εμείς. Το Ευαγγέλιο το έκανε Θεός. Όλα εκεί είναι λόγια του Θεού. Και να έχουμε το κουράγιο να στεκόμαστε ενώπιον του Θεού και να λέμε: «Βλέπεις, Θεέ μου, δεν μπορώ αυτό. Κάνε με να μπορέσω». Και θα με κάνει να μπορέσω. Είναι αδύνατο δηλαδή ο Θεός να δίνει εντολή, να λέει εντολές, να λέει όλα αυτά τα άγια και ιερά λόγια που είναι μέσα στο Ευαγγέλιο και να μη γίνονται· δεν μπορεί. Όμως πρέπει να αλλάξει ο άνθρωπος. Η δική μας η ζωή πρέπει να γίνει ευαγγελική ζωή, να γίνει δηλαδή ζωή του Ευαγγελίου, επηρεασμένη από το Ευαγγέλιο, να γίνει κατά τα μέτρα του Ευαγγελίου. Αυτό είναι που έζησαν οι άγιοι.
Όπως ξέρετε, όλοι οι πρώτοι χριστιανοί λέγονταν άγιοι. Άγιοι, διότι όλοι μπήκαν σ’ αυτόν τον δρόμο της αγιότητος και έγιναν άγιοι, και γέμισε η Εκκλησία άγιους και έχουμε τόσους -χιλιάδες και εκατομμύρια- άγιους. Γι’ αυτό είπαμε ότι οι άγιοι είναι το μέτρο. Σ’ αυτούς θα προσβλέπουμε και θα συμμορφώνουμε τη ζωή μας με βάση τη δική τους ζωή.
Βλέπετε, τώρα εμείς έχουμε και αυτό το προνόμιο, ας πω έτσι, ότι δεν είναι μόνο ότι έχουμε το Ευαγγέλιο και πρέπει να προσέξουμε το Ευαγγέλιο και να πιστεύουμε ότι αυτά που λέει γίνονται και πρέπει να γίνουν και θα γίνουν, αλλά έχουμε και τους αγίους, οι οποίοι το εφάρμοσαν το Ευαγγέλιο. Δηλαδή έχουμε παραδείγματα. Δεν έχουμε απλώς μια θεωρία. «Όσο καλή κι αν είναι η χριστιανική θεωρία, όσο καλό κι αν είναι το Ευαγγέλιο, ε, είναι λόγια», θα έλεγε κανείς. «Πού να δούμε; Να τα δούμε στην πράξη! Να, δεν γίνονται στην πράξη!» Όχι. Γίνονται. Όλοι οι άγιοι έζησαν σύμφωνα με το Ευαγγέλιο. Δεν είπαν δηλαδή αυτό που λέει ο σημερινός άνθρωπος, «στάσου να το κόψουμε το Ευαγγέλιο στα δικά μας τα μέτρα και να βολευτούμε», αλλά όλοι προσπάθησαν να ζήσουν σύμφωνα με το Ευαγγέλιο και έτσι αγίασαν.
Επειδή λοιπόν μπαίνουμε σ’ αυτήν την περίοδο, που θέλει λίγο άσκηση, θέλει λίγο αγώνα, η Εκκλησία έβαλε τους αγίους ασκητές να τους γιορτάζουμε το Σάββατο αυτό που μας έρχεται. Και μπαίνουμε μετά στην Κυριακή, που είναι βέβαια Κυριακή της Τυροφάγου, της Τυρινής, αλλά είναι και Κυριακή της συγχωρήσεως. Ας πούμε πρώτα γι’ αυτό που μας καλεί η Εκκλησία να θυμηθούμε την Κυριακή αυτή, και να επανέλθουμε σ’ αυτό.
Γιατί «ποιούμεθα ανάμνησιν της εξορίας των πρωτοπλάστων»;
Την Κυριακή της Τυρινής διαβάζουμε στο Τριώδιο ότι «ανάμνησιν ποιούμεθα της από του παραδείσου της τρυφής εξορίας των πρωτοπλάστων». Τελείωσε· αυτήν την ημέρα μας καλεί η Εκκλησία να θυμηθούμε, όπως είπαμε και την άλλη φορά, αυτήν την εξορία των πρωτοπλάστων. Γιατί παθαίνουμε όσα παθαίνουμε; Γιατί υφιστάμεθα όσα υφιστάμεθα; Γιατί η ζωή είναι τόσο δύσκολη και τόσο πικρή; Γιατί αυτό το φαρμάκι της αμαρτίας δηλητηριάζει τον κάθε άνθρωπο και δεν τον αφήνει λίγο να ανασάνει, να νιώσει μια γλύκα μέσα του; Γιατί; Να! Διότι έγινε αυτό το κακό τότε και τους έβγαλε ο Θεός από τον Παράδεισο.
Η Εκκλησία μάς καλεί να το θυμηθούμε αυτό, διότι από κει ξεκινούν όλα τα δεινά, και εμείς ακριβώς να πάρουμε τον αντίθετο δρόμο. Οι πρωτόπλαστοι έφαγαν και βγήκαν από τον Παράδεισο. Εμείς δεν πρέπει να φάμε, για να μπούμε στον Παράδεισο. Δεν είναι τυχαίο δηλαδή το ότι δεν λείπει από καμία Σαρακοστή η νηστεία. Όταν λέμε Σαρακοστή, πρώτα εννοούμε νηστεία. Διότι οι πρωτόπλαστοι έφαγαν η Εύα πρώτη και καλύτερη έφαγε και ξεγέλασε ύστερα και τον Αδάμ. Είδε, λέει, ότι είναι ωραίος ο καρπός και μόνο που τον έβλεπε και σκέφθηκε ότι θα ήταν ευχάριστο να τον γευτεί. Και έκοψε και έφαγε. Έφαγε, ενώ ο Θεός τούς είπε «να μη φάτε». Όχι διότι έπρεπε να μείνουν νηστικοί, αλλά «να μη φάτε απ’ αυτόν τον καρπό». Και αυτοί έφαγαν.
Τώρα καλούμαστε λοιπόν εμείς να μη φάμε, για να βρούμε τον δρόμο. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς -το είχα αναφέρει κι άλλη φορά, το λέω και τώρα- λέει ότι μία εντολή έλαβαν οι πρωτόπλαστοι μέσα στον Παράδεισο: να μη φάνε από τον απαγορευμένο καρπό. Τώρα, λέει, ο Χριστός πάλι μία εντολή μας έδωσε. Βέβαια πολλές, αλλά όλες οι εντολές είναι μέσα στη μία εντολή, που είναι η εντολή της επιστροφής, της μετανοίας.
Η παράβαση της εντολής εκείνης μας έδιωξε από τον Παράδεισο. Τώρα η τήρηση της νέας εντολής θα μας φέρει στον Παράδεισο. Η εντολή, λέει, η μία, η μόνη εντολή μέσα στην οποία είναι όλες οι άλλες είναι η μετάνοια. Αυτό ζητεί ο Χριστός. Γι’ αυτό και όταν βγήκε στο κήρυγμα, αυτό άρχισε να λέει: «Μετανοείτε· ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών». Πιο μπροστά ο Ιωάννης ο Βαπτιστής μετάνοια κήρυσσε. Ο ίδιος ο Χριστός τον απόστολο Παύλο τον αποστέλλει στα έθνη και δεν του λέει τίποτε άλλο παρά: «Εγώ σε αποστέλλω ανοίξαι οφθαλμούς αυτών και επιστρέψαι από σκότους εις φως και της εξουσίας του σατανά επί τον Θεόν, του λαβείν αυτούς άφεσιν αμαρτιών και κλήρον εν τοις ηγιασμένοις πίστει τη εις εμέ». Και ο απόστολος Παύλος τι λέει; «Ουκ εγενόμην απειθής τη ουρανίω οπτασία εις πασάν τε την χώραν της Ιουδαίας και τοις έθνεσιν απαγγέλλων μετανοείν και επιστρέφειν εις τον Θεόν άξια της μετανοίας έργα πράσσοντας».
Μας θυμίζει λοιπόν η Εκκλησία την πτώση των πρωτοπλάστων, την φυγή των πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, την απομάκρυνσή τους, για να το σκεφθούμε καλά καλά και ν’ αποφασίσουμε να μετανοήσουμε και να μπούμε στον αγώνα αυτό, στον αγώνα της νηστείας.
Πρώτα για τη νηστεία
Το Ευαγγέλιο, όπως θ’ ακούσουμε την Κυριακή, λέει για τη νηστεία: Όταν νηστεύεις, να μην το κάνεις στα φανερά αλλά στα κρυφά κλπ. Επίσης, λέει το Ευαγγέλιο να συγχωρήσουμε όλους αυτούς οι οποίοι μας έφταιξαν, εάν θέλουμε να μας συγχωρήσει ο ουράνιος Πατέρας. Μόνο έτσι θα μας συγχωρήσει.
Πρώτα για τη νηστεία. Μπορεί πολλά να έχετε ακούσει έως τώρα. Και εδώ έχουμε πει και αλλού κλπ. Ένα ακόμη. Πολλά πράγματα απ’ αυτά που ζούμε σ’ αυτόν τον κόσμο, που χρειαζόμαστε σ’ αυτόν τον κόσμο, που έτσι ή αλλιώς τα έχουμε και τα απολαμβάνουμε κλπ., πολλά απ’ αυτά, για να μην πούμε όλα, είναι, να, επειδή πέσαμε. Όχι γιατί αυτά καθ’ εαυτά χρειάζονταν στον άνθρωπο και θα χρειάζονται. Δεν θα χρειάζονται. Αλλά επειδή πέσαμε.
Όπως είπαμε άλλη φορά, έχουμε κράτος. Δεν χρειαζόταν να υπάρχει κράτος. Θα ήταν το κράτος του Θεού. Αλλά έτσι όπως έγινε τώρα, έτσι και δεν υπήρχε κράτος, αλίμονο. Και άλλα κι άλλα τέτοια. Έτσι και αυτό: Δεν χρειαζόταν να τρώνε οι άνθρωποι, όπως τρώνε. Και όταν πεθάνουμε και φύγουμε απ’ αυτόν τον κόσμο, και μας αξιώσει ο Θεός να πάμε στον Παράδεισο, τί νομίζετε; Θα χρειάζεται να πάμε στον φούρναρη, για να πάρουμε ψωμί, να πάμε στον ζαχαροπλάστη, για να πάρουμε γλυκίσματα, να πάμε κλπ.; Αυτά θα είναι τόσο φτωχά μπροστά σ’ εκείνα που θα έχουμε κοντά στον Θεό, που ούτε θα γυρίζει κανείς να τα δει, και αν ακόμη ήταν κάπου εκεί.
Επομένως, όλα αυτά έχουν κάτι το προσωρινό. Το κράτος που είπαμε: αλίμονο, αν ελπίσει κανείς στο κράτος και αν καυχάται, ας πούμε, γι’ αυτό. Είναι απλώς, για να περάσει η ζωή αυτή. Αυτό ισχύει και για άλλα πράγματα. Έτσι και το φαγητό. Τρώμε, για να ζήσουμε, για να κάνουμε εκείνο που θέλει ο Θεός. Είναι ανάγκη τώρα να φάμε. Δεν γίνεται αλλιώς. Έπεσε ο άνθρωπος, πρέπει να φάει. Αλλά να φάει, ίσα ίσα για να ζήσει. Αλίμονο, αν παραδοθεί σ’ αυτά τα πράγματα. Αλίμονο, αν σ’ αυτά θέλει να βρει την ευχαρίστησή του, να ξεκουρασθεί και να αναπαυθεί κλπ. Αυτά είναι απλώς για να κάνει ο άνθρωπος τον κανόνα του.
Όλα αυτά, τροφές, πιοτά, άλλες ευχαριστήσεις κλπ. είναι μέσα σ’ εκείνη τη φράση: Ο Θεός, αφού έπεσαν οι πρωτόπλαστοι, τους έκανε, λέει, δερμάτινους χιτώνες. Είχαν καμιά αξία οι δερμάτινοι χιτώνες; Δεν είχαν. Ούτε είχαν πρώτα. Δεν τους χρειάζονταν αυτούς τους δερμάτινους χιτώνες, πριν πέσουν. Αλλά αφού έπεσαν και βρέθηκαν στο κατάντημα που βρέθηκαν, έπρεπε να ντυθούν, και ο Θεός τους έφτιαξε δερμάτινους χιτώνες και τους έντυσε.
Όλα αυτά λοιπόν που λίγο-πολύ έχουμε σ’ αυτόν τον κόσμο και που καμιά φορά τα νομίζουμε απαραίτητα, είναι φτωχά πράγματα, για να μπορέσουμε να περάσουμε αυτήν τη ζωή, για να κυλήσουν οι ημέρες αυτής της ζωής -έχουμε χρέος να ζήσουμε- για να κάνουμε τη μετάνοιά μας, να κάνουμε τον κανόνα μας, να κάνουμε τον αγώνα μας, να επιστρέψουμε στον Θεό, να εφαρμόσουμε το Ευαγγέλιο, να ζήσουμε κατά το Ευαγγέλιο, να ζήσουμε όπως θέλει ο Κύριος. Έχουμε υποχρέωση να ζήσουμε. Και για να ζήσουμε σ’ αυτόν τον κόσμο, μας χρειάζονται ορισμένα πράγματα -εφόσον είμαστε πεπτωκότες άνθρωποι- και μόνο έτσι πρέπει να τα χρησιμοποιούμε.
Τώρα καταλαβαίνουμε καλύτερα τη νηστεία, καταλαβαίνουμε καλύτερα γιατί μας λέει η Εκκλησία να νηστεύσουμε. Όταν λέει η Εκκλησία να νηστεύσουμε, δεν θέλει να πει: «Ξέρετε; Δεν θα φάτε τώρα, για να πεθάνετε». Όχι. Κανένας δεν πρέπει να πεθάνει. Αμα κάνει κανείς νηστεία για να πεθάνει, θα κάνει μεγάλη αμαρτία. Η αυτοκτονία είναι η μεγαλύτερη αμαρτία απ’ όλες. Όμως μας λέει: «Αφήστε τα αυτά· τάχα ότι κινδυνεύετε και τάχα δεν μπορείτε κλπ. Αφήστε τα αυτά. Λοιπόν, θα ζοριστείτε, θα πιεστείτε λιγάκι, θα νηστεύσετε». Πόσο πρέπει να ξεγλιτώνουμε από πολλά πράγματα αυτής της ζωής, τα οποία είναι αφύσικα! Όσο και αν φαίνονται φυσικά, είναι αφύσικα.
Η φυσιολογική κατάσταση του ανθρώπου είναι άλλη: αυτή η αγία κατάσταση που ζει κανείς με λίγη τροφή, με λίγο πιοτό, με κάποιο ένδυμα κλπ., και η τροφή του είναι ο Θεός, το πιοτό του είναι ο Θεός, η χαρά του είναι ο Θεός, τα πάντα είναι ο Θεός.
Και να αλληλοσυγχωρηθούμε
Και να αλληλοσυγχωρηθούμε. Είναι όρος απαράβατος, τόσο που θα έλεγε κανείς ότι δεν μας δέχεται ο Θεός με κανέναν τρόπο, όταν δεν συγχωρούμε τους άλλους. Και βλέπετε, μπαίνει παντού. Και στο Πάτερ ημών: «Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Και στην ευαγγελική περικοπή της ερχόμενης Κυριακής θ’ ακούσουμε: Ο Θεός θα μας συγχωρήσει, εφόσον κι εμείς θα συγχωρήσουμε τις αμαρτίες των άλλων. Θα μας συγχωρήσει ο Πατήρ ο ουράνιος, όταν κι εμείς συγχωρήσουμε τα πταίσματα των άλλων. Και θα ξέρετε ότι υπάρχουν και άλλα εμπόδια για τη Θεία Κοινωνία, αλλά οπωσδήποτε εμπόδιο για τη Θεία Κοινωνία είναι όταν κανείς δεν έχει συγχωρήσει από την καρδιά του τους πάντες και έχει ένα κάτι μέσα του.
Μας καλεί λοιπόν η Εκκλησία όλα αυτά κάπως να τα ζήσουμε και έτσι καθαροί, συγχωρημένοι, αποφασισμένοι να στερηθούμε ορισμένα πράγματα -όλα αυτά με χαρά όλα αυτά με διάθεση καλή- να μπούμε μέσα στο στάδιο αυτό των αρετών, στο στάδιο που είναι η Μεγάλη Τεσσαρακοστή και να κάνουμε τον αγώνα μας.
Δεν θα σας κουράσω περισσότερο. Αυτά, αδελφοί μου, και έχοντας υπόψιν και τα σημερινά και άλλα που είπαμε άλλες φορές, αλλά και άλλα που διαβάζουμε, που ακούμε, όπου ο καθένας εκκλησιάζεται, να βοηθηθούμε και να μας αξιώσει ο Θεός όλους να μπούμε φέτος στην Τεσσαρακοστή και να κάνουμε ο καθένας μας με το παραπάνω ό,τι μπορούμε, για να μας ελεήσει ο Θεός, να μας δώσει την Χάρι του, να συγχωρήσει τις αμαρτίες μας και να μας αξιώσει να γιορτάσουμε το Πάσχα αληθινά. Να μας αξιώσει να γιορτάσουμε, αρχίζοντας από δω, από τη γη, το αιώνιο Πάσχα, που είναι στην άλλη ζωή. Καλή Σαρακοστή.