Στη χορεία των αγίων ένδοξων μαρτύρων της Πρωτοχριστιανικής Εκκλησίας μας ανήκουν και οι τρεις κόρες – αδελφές Αγάπη, Ειρήνη και Χιονία. Έζησαν στη Θεσσαλονίκη και μαρτύρησαν στα χρόνια του σκληρού διώκτη Διοκλητιανού (304). Φαίνεται ότι ήταν ενεργά μέλη Αδελφότητος νέων χριστιανών. Αγαπούσαν πολύ τον Ιησού Χριστό και τη μελέτη των Αγίων Γραφών και χριστιανικών βιβλίων.
Όταν όμως ό Διοκλητιανός εξέδωσε διάταγμα τον Φεβρουάριο του 303, πού απαγόρευε τη χρήση και κατοχή χριστιανικών βιβλίων και κειμένων, οι τρεις αυτές αδελφές έκρυψαν τα βιβλία. Και για να διαφυλάξουν την πίστη τους, κατέφυγαν σε «όρος υψηλό» κοντά στη Θεσσαλονίκη, πιθανώς στον Χορτιάτη. Στο καταφύγιο τους αυτό τις επισκέφθηκε και ή άγια Αναστασία ή Φαρμακολύτρια και τις ενίσχυσε με πνευματικές συμβουλές προαναγγέλλοντας τη δόξα του μαρτυρίου τους. Τούς έδωσε μάλιστα και υπόσχεση ότι με τις προσευχές της θα τις συνοδεύει…
Είχε ολοκληρωθεί ένας χρόνος ασκήσεως, όταν κάποιος απεσταλμένος του αυτοκράτορα ανακάλυψε τις τρεις κόρες στο κρησφύγετο τους, ερημητήριο. Τις συνέλαβε και τις οδήγησε για ανάκριση μπροστά στο διοικητή της Μακεδονίας (στη Θεσσαλονίκη) Δουλκίτιο. Μαζί με την Αγάπη, την Ειρήνη και τη Χιονία δικαζόταν και ένας άλλος όμιλος τεσσάρων χριστιανών νέων – ανηλίκων – ό Αγάθων, ή Κασία, ή Φίλιππα και ή Ευτυχία.
Ό αστυνόμος Κάσσανδρος οδήγησε όλους μαζί στον κύριο του με την κατηγορία ότι «δεν θέλουν να φάγουν από τα είδωλόθυτα». Από τα πρακτικά της δίκης αυτής, πού διασώθηκαν, θαυμάζουμε τη γενναιότητα και τη σταθερότητα των νέων αυτών. Αψηφώντας τον θάνατο για την αγάπη του Κυρίου έδωσαν απαντήσεις πού κατέπληξαν το ακροατήριο του δικαστηρίου. Ό διοικητής Δουλκίτιος απευθυνόμενος προς όλους τούς ρώτησε αγανακτισμένος: «Τί μανία σας έχει πιάσει, ώστε να μην υπακούετε στη διαταγή των θεοφιλέστατων αυτοκρατόρων μας; Γιατί δεν τρώτε από τα είδωλόθυτα;».
Πρώτος ό Αγάθων απάντησε λακωνικά: «Είμαι χριστιανός». Ή Αγάπη συνέχισε άφοβα: «Έχω πιστέψει στον ζώντα Θεό και δεν θέλω να απολέσω την συνείδηση μου». Ή Ειρήνη και ή Χιονία έδωσαν και αυτές με τη σειρά τους τις γενναίες τους απαντήσεις:
-«Δεν υπακούω στις διαταγές σου, αυτοκράτορα. Για τον φόβο (την αγάπη) τού Θεού θα μείνω πιστή».
-«Έχω πιστεύσει στον ζώντα Θεό και δεν πράττω τούτο». -*Ό έπαρχος ματαιοπονούσε. Ποτέ του δεν πίστευε ότι θα μπορούσε να νικηθεί από τόσο νέους σε ηλικία ανθρώπους. Ντροπιασμένος και οργισμένος είπε: «Για την Αγάπη και τη Χιονία, επειδή ασεβούν στο θείο θέσπισμα και ακολουθούν την ανάξια και σάπια και μισητή θρησκεία των χριστιανών, διατάζω να ριφθούν στην πυρά. ΟΊ υπόλοιποι στο δεσμωτήριο».
Ή Αγάπη και ή Χιονία, οι δύο μεγαλύτερες αδελφές, κέρδισαν πρώτες το ένδοξο στεφάνι της νίκης του μαρτυρίου… Την επόμενη μέρα ανακαλύφθηκαν στο σπίτι της Ειρήνης τα απαγορευμένα βιβλία, χειρόγραφα της Αγίας Γραφής και άλλα… Μια ολόκληρη βιβλιοθήκη χριστιανική.
Νέα ανάκριση. Νέα απολογία θαυμαστή της μικρής Ειρήνης.
«-Ποιος σε συμβούλευσε να φυλάξεις αυτά τα δέρματα και τα κείμενα;
-Ό Θεός ό παντοκράτωρ, πού ζήτησε να Τον αγαπούμε μέχρι θανάτου.
-Ποιος γνώριζε ότι αυτά βρίσκονταν στο σπίτι πού κατοικούσες;
-Κανένας άλλος δεν βλέπει παρά μόνο ό Θεός ό παντοκράτωρ πού γνωρίζει τα πάντα.
-Το περασμένο έτος πού κρυφθήκατε;
-Όπου θέλησε ό Θεός, στα βουνά, στην ύπαιθρο.
-Σε ποιόν πήγατε;
-Στην ύπαιθρο, από βουνό σε βουνό.
-Ποιοι σας έδιναν ψωμί;
-Ό Θεός πού το δίνει σε όλους».
Μόνο μια καρδιά πού αγαπά πολύ τον Θεό και ένας νους πού είναι φωτισμένος από Πνεύμα Άγιον μπορεί να μιλήσει έτσι. Ή Ειρήνη τα είχε και τα δύο. Ό αδαμάντινος χαρακτήρας της και ή γενναιότητα της εξόργισε τον Δουλκίτιο, ό όποιος διέταξε και έκαψαν αμέσως τα άγια βιβλία και την ιδία την έκλεισαν με εντολή του σε τόπο ακολασίας. Στη δύσκολη αυτή ώρα ό Θεός ό Παντοκράτωρ ενίσχυσε με ειδική θεία χάρη την Ειρήνη και την προστάτευσε με την αόρατη παρουσία του. Ή ακτινοβολία της σωφροσύνης πού εξέπεμπε ή αγία μορφή της παρέλυσε αμέσως τα πονηρά σχέδια των κακόβουλων ανθρώπων. Κανένας δεν τόλμησε να αγγίξει την αγνή αυτή κόρη. Οργισμένος από την είδηση αυτή ό διοικητής διέταξε να την ρίξουν ζωντανή στη φωτιά. Στον ίδιο τόπο όπου πριν από λίγες μέρες είχαν μαρτυρήσει οι αδελφές της Αγάπη και Χιονία, εκεί και ή Ειρήνη, με δοξολογία προς τον άγιο Θεό και ειρηνικά, μέσα στις φλόγες, παρέδωσε την αγνή ψυχή της στον Νυμφίο Κύριο της… Ό σπόρος του Ευαγγελίου πού είχε κηρύξει πριν από δύο αιώνες ό απόστολος Παύλος, είχε καρπίσει…
Τα υπολείμματα των ιερών Λειψάνων και των τριών αυτών αγίων παρθένων – μαρτύρων τα περισυνέλεξαν ευσεβείς πιστοί της Θεσσαλονίκης και τα έθαψαν δυτικά της πόλεως κοντά στα τείχη. Στο σημείο αυτό σύμφωνα με αρχαία μαρτυρία υψώθηκε ναός ρυθμού βασιλικής στη μνήμη αυτών των άγιων.
Σε μια εποχή πού γκρεμίζονται οι ηθικές αξίες και οι περισσότεροι νέοι μας ζουν χωρίς ορθό προσανατολισμό και αγνά πρότυπα οι άγιες τρεις κόρες – αδελφές Αγάπη, Ειρήνη και Χιονία του 3ου μ.Χ. αιώνος από τη Θεσσαλονίκη, μας συγκινούν, μας ενθουσιάζουν και μας λένε: Ή ζωή της άγνότητος και της σωφροσύνης με τη δύναμη τού Χριστού είναι δυνατή! Σε κάθε εποχή! Και ή ζωή αυτή, ή χριστιανική, είναι ή πιο όμορφη, ή πιο χαρούμενη πού αξίζει να ζει κανείς…
‘Άς χαρούν λοιπόν οι πιστές νέες της πατρίδος μας. ‘Άς μη φοβούνται. Δεν είναι μόνες. Έχουν τον Θεό μαζί τους. Δίπλα τους έχουν και έναν χορό νέων αγίων γυναικών μαρτύρων, πού προσεύχονται γι’ αυτές, πού τις αγαπούν πολύ και τις ενισχύουν…
ΟΣΙΟΣ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ Ο ΕΝ ΠΑΤΜΩ
Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ
Ο Όσιος Γέροντας Αμφιλόχιος Μακρής γεννήθηκε στην Πάτμο στις 13 Φεβρουαρίου του έτους 1889 από ευλαβεστάτους γονείς, τον Εμμανουήλ Μακρή από τους Λειψούς και την Ειρήνη Γαλάνη από την Πάτμο. Το έτος 1906 σπρωγμένος από θείο πόθο και αγάπη προς τον Κύριο σε ηλικία μόλις 17 ετών εισέρχεται δόκιμος στην καθ’ ημάς Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου. Διακρίνεται για το ζήλο και την κατά Θεόν προκοπή και το αυτό έτος κείρεται ρασοφόρος μοναχός μετονομαζόμενος Αμφιλόχιος, προς τιμή του αναδόχου του. Προς πνευματική του ωφέλεια επιδιώκει τακτικήεπικοινωνία με ενάρετους ησυχαστάς που εγκαταβιούν στηνΠάτμο όπως ο ασκητής Θεόκτιστος. Το 1914 ασθενεί και μεταβαίνει στην Αθήνα και από κει στην Αίγινα όπου συνδέεται πνευματικά με τον Άγιο Νεκτάριο από τον οποίο μυείται βαθύτερα στην ησυχαστική παράδοση και τη νοερά προσευχή.Το στερρό μοναχικό του φρόνημα και ο ιεραποστολικός του ζήλος τον βοηθούν ν’ αναπτύξει ιεραποστολική και ποιμαντική δράση στα πέριξ νησιά. Κατά τα έτη 1926-1932 ορίζεται προϊστάμενος του Ιερού Σπηλαίου της Αποκαλύψεως όπου εκτελεί επισκευές στο Ναό κι επιμελείται την αγιογράφησή του.Την 14η Νοεμβρίου του 1935 εκλέγεται Ηγούμενος για δύο έτη,στην κρίσιμη περίοδο της Ιταλοκρατίας, ενώ παράλληλα ιδρύειτη γυναικεία μονή του Ευαγγελισμού. Σύμφωνα με τηνηγουμένη Ευστοχία, η ίδρυση της μονής ήταν επιθυμία τουΓέροντα όπως «ἐκ τοῦ κέντρου αὐτοῦ μέ ἐφόδια πνευματικά νάἐργασθοῦν αἱ κατάλληλοι ἐκ τῶν μοναχῶν ἐν τῇ κοινωνίᾳ διάτήν διάδοσιν τῆς χριστιανικῆς ἀληθείας καί τήν ἐξάσκησιν τῆςφιλανθρωπίας». Η εκλογή του δεν ήταν αρεστή στους Ιταλούςκατακτητές γι’ αυτό και τον εξορίζουν στην ηπειρωτική Ελλάδα,διαλύουν τη γυναικεία Ιερά μονή και τον αντικαθιστούν μεκάποιον έμπιστό τους. Από την ηπειρωτική Ελλάδα αναπτύσσει άοκνο ιεραποστολική και πνευματική δράση, περιοδεύων πνευματικώς σε Ιωάννινα, Θεσσαλονίκη και Κρήτη. Στην Κρήτη διορίζεται από τον τότε Μητροπολίτη Βασίλειο ως πνευματικός όλης της Μεγαλονήσου. Τελικώς ανακαλείται από την εξορία και υπηρετεί τη μονή της μετανοίας του ως πνευματικός και Ηγουμενοσύμβουλος. Αναδιοργανώνει τη γυναικεία μονή του Ευαγγελισμού και εργάζεται για τη θρησκευτική ανόρθωση της Δωδεκανήσου. Ιδιαίτερη σχέση αναπτύσσει ο Γέροντας με τους μαθητές της Πατμιάδος Εκκλησιαστικής Σχολής όπου τελεί το μυστήριο τηςΙεράς Εξομολογήσεως. Η ακτινοβολία της εξαγιασμένης προσωπικότητας του ασκεί ευεργετική επίδραση στις ψυχές τωνμαθητών. Δημιουργεί έτσι ένα ακόμη πνευματικό φυτώριο από νέους σπουδαστές που έχουν την έφεση της αφιέρωσης στον Κύριο. Ο πλούτος της αγάπης του όμως δεν εκδηλώνεται μόνοστην εικόνα του Θεού, τον άνθρωπο, αλλά ιδιαίτερη είναι η αγάπη του προς τα δένδρα και με δική του πρωτοβουλία δενδροφύτευσης πεύκων η νήσος Πάτμος είναι σήμερα από τις πιο κατάφυτες περιοχές. Η εποποιΐα της ζωής του τελειώνει, ο ίδιος λαμβάνει μήνυμα από τον Κύριο για την αναχώρησή του και ως την τελευταία στιγμή ευλογεί τα τέκνα του και παραγγέλνει την ανάγκη καλλιέργειας της νοεράς προσευχής «παιδιά μου καλλιεργήσετε τήν εὐχήν». Την 16ην Απριλίου τουέτους 1970 κατόπιν ολιγοήμερης ασθένειας αλλά συνεπείᾳ χρονίων νοσημάτων από τα οποία κατατρυχόταν αναπαύθηκεεν Κυρίω σε ηλικία 81 ετών. Σύμφωνα με την επιθυμία τουενταφιάστηκε στο κοιμητήριο της Ιεράς Μονής τουΕυαγγελισμού. Μετά παρελεύσεως 10 ετών από την κοίμησή τουέγινε και η ανακομιδή των τιμίων λειψάνων του και η εναπόθεσή τους σε ξύλινη λάρνακα στο οστεοφυλάκιο της Ιεράς Μονής. Η ευωδία και η θαυματουργία τους δίνουν έκδηλα σημεία Αγιότητος Στον πρόλογον.της έκδοσης του εορτολόγιου του έτους 2010 της Ιεράς Μονής Πάτμου που ήταν αφιερωμένο στον Άγιο, σημείωνε το λαμπρό πνευματικό του τέκνο που συνεδέθη πνευματικώς με τον Όσιο Γέροντα ως ιεροσπουδαστής της Χάλκης, ο τότε Δημήτριος Αρχοντώνης, ο νυν Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος: «Ὁ Κύριος οὐδέποτε τυγχάνει φειδωλός εἰς τάς ἀκενώτους δωρεάς του. Καί ὁ Ὅσιος Γέρων Ἀμφιλόχιος διά τῆς ἀσκητικῆς ἀνδρείας, τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς καί συνόλου τῆς εὐεκτικῆς ἐργασίας ἐτόλμησεν, ἐζήτησεν καί ἐπέτυχεν τοῦ χαρίσματος. Ἐντός αὐτοῦ θαλερῶς ἐπενείργει ἡ δροσοβόλος καῦσις τῆς νοερᾶςπροσευχῆς. Ἐξ ὦν ἔπαθεν, ἔμαθεν, ἐδίδαξεν, ἐνέπνευσεν καί παρέδωκεν τοῖς μετ’ αὐτοῦ καί τοῖς ἐπιγενομένοις διά λόγου καίἔργων ἀγάπης ἄρτον ζωοποιῶν, βρῶσιν ἄφθαρτον, ὕδωρ ζῶν,θησαύρισμα ἀγαλλιάσεως. Συνελόντ’ εἰπεῖν «οὖτος, ὁ μηδέν ἔχων κατεῖχε πάντα», ἐφόσον ἦτο ἀφοσιωμένος εἰς τήν Νῆψιν,τήν προσευχήν, τήν ἄσκησιν, τήν ποδηγεσίαν ψυχῶν. Διά τοῦτο καί πανθομολογουμένως ἀνεγνωρίσθη ὡς ἀκραιφνής τῶν θείων δογμάτων ὑποφήτης, ἀπλανής τῆς πίστεως διδάσκαλος, γενναῖος τῆς Εὐαγγελικῆς Ἀληθείας πρόμαχος, στοργικός τῆς μοναδικῆς πολιτείας μύστης, θερμουργός τῆς ἀσπίλουὈρθοδοξίας ἀμύντωρ. Ἐξαιρέτως δέ ἡ Χριστοειδής αὐτοῦ ἀγάπη συνέθλιβε τάς προσωπικάς ἀνάγκας αὐτοῦ καί τῶν μετ’ αὐτοῦἐνώπιον τῶν ἀκανθωδῶν προβλημάτων τοῦ λιμώττοντος πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν εἰς αὐτῶν καταφευγόντων πιστῶν. Ἐνέπνευσε πλείστους ἐκ τῶν τοῦ ἱεροῦ καταλόγου, ὡς καί τήν ἡμετέραν μετριότητα ἐν τῇ περιόδῳ τῶν θεολογικῶν ἡμῶν σπουδῶν ἀποστείλας ἐπιστολάς πλήρεις πατρικοῦ ἐνδιαφέροντος καί ἐποικοδομητικοῦ περιεχομένου».
Ο ΑΓΙΟΣ ΩΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ
Ο Γέροντας κατ’ αρχάς υπήρξε ο κατ’ εξοχήνπνευματικός άνθρωπος υπό τη γενικότερη έννοια του όρου, εμποτισμένος με πίστη ακλόνητη και με σταθερά προσήλωση εις τας παραδόσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Το στερρό θεμέλιο στο πνευματικό οικοδόμημα της ψυχής του ήταν η υψοποιός ταπείνωση, η διφυής αγάπη προς το Θεόν και τον πλησίον και η αγωνιστική ορθόδοξος βιωτή. Η εναρμόνιση του θελήματός του προς τοθέλημα του Θεού και εκούσια σταύρωση και νέκρωση του εαυτού του καταδεικνύονται στους ασκητικούς του αγώνες. Η θεία χάρις αλλοιώνει εσωτερικά κι εξωτερικά τη μορφή του.Κυρίως όμως αλλοιώνει την καρδιά του. Χρηματίζει έτσι όργανον του Άγιου Πνεύματος. Με χαρακτηριστικά την αγάπη,στοργή την αυταπάρνηση και την αυτοθυσία,εξέρχεται κυριολεκτικά και μεταφορικά προς αναζήτηση του πλανηθέντος προβάτου. Διατρέχει ξηρά, διαπλέει θάλασσα. Ήταν Κυριακή μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας .Ο Γέροντας είχε μια πάνινη ξαπλώστρα θαλάσσης και σε αυτή ήταν ανακεκλιμένος,προσηλωμένος στην καλλιέργεια της ευχής. Ακούει τότε καθαρά «Πήγαινε στην Ικαρία να βρείς την Ελένη». Δεν έδωσε σημασία στη φωνή γιατί το θεώρησε πειρασμικό. Όταν όμως άκουσε τη φωνή και δεύτερη και τρίτη φορά, χωρίς αναβολή σηκώνεται, παίρνει το πρώτο σκάφος για Ικαρία και τρέχει στο λιμάνι. Εκεί βλέπει μια γυναίκα να τρέχει. Φωνάζει την άγνωστη γυναίκα με το όνομά της « Παιδί μου Ελένη στάσου!!».Η γυναίκα στρέφεται στον Ιερωμένο «Συγχώρεσέ με Πάτερ. Με προλάβατε. Θα αυτοκτονούσα. Ήμουν απελπισμένη γιατί πέθανε ο άντρας μου». «Παιδί μου δεν θέλω να απελπίζεσαι. Εγώ θα είμαι κοντά σου. Από δω και πέρα εγώ θα είμαι οπνευματικός σου πατέρας».
Ο ΑΓΙΟΣ ΩΣ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
Στην πρώτη περίοδο της Ιεραποστολικής προσφοράςσυνεδέθη πνευματικώς μετά της νεάνιδος Καλλιόπης Γούναρη.Σ’ αυτήν είδε τη ιεραποστολική μορφή που θα τον βοηθούσεστην πραγμάτωση του ιεραποστολικού του έργου σταΔωδεκάνησα και στις επτά εκκλησίες της Μικράς Ασίας.Περιοδεύει όλα τα Δωδεκάνησα ως πνευματικός, συνεργάζεταιμε τον ιεροκύρηκα της «Ζωής» κ. Λάζαρον Χατζηθέμελη για νατονώσει το θρησκευτικό και εθνικό φρόνημα των Δωδεκανησίωνπου βάλλονται απ’ τον προσηλυτισμό των ιταλίδων καλογριών.Ιδρύει αδελφότητα παίδων, δεσποινίδων, κυριών και κατηχητικάσχολεία για να χτυπήσει την ιταλική προπαγάνδα. Δημιουργείτους πρώτους κύκλους , πολύ πριν από τις αδελφότητες Ζωή καιΣωτήρ. Το ησυχαστήριο Χριστός της Αργυρής γίνεται οπνευματικός σταθμός της νήσου Κω για όλα τα Δωδεκάνησα καιτο πρώτο κρυφό σχολειό. Ιδρύει θρησκευτικόν όμιλον νεανίδωντις οποίες καθ’ εκάστην Κυριακή κατηχεί καθώς καιφιλόπτωχον αδελφότητα κυριών επ’ ονόματι της οσίας Ξένηςγια να περιθάλψει τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. ΟΓέροντας πολύ θλίβονταν όταν ἀντίκριζε από την Πάτμο τάβουνά της Μικράς Ασίας όπου υπάρχουν οι επτά σβησμένεςΛυχνίες τῆς ̓Αποκαλύψεως, δηλαδή η ῎Έφεσος, η Σμύρνη, ηΠέργαμος, τα Θυάτειρα, οι Σάρδεις, η Φιλαδέλφεια και ηΛαοδίκεια. ̔Η μόνη Λυχνία που ήταν αναμμένη ήταν η Λυχνίατης ̓Αποκαλύψεως (στην Πάτμο). Σε ομαδα προσκυνητών είπε:«῎Έχουμε ένα ανεξόφλητο χρέος πρώτα προς τουςκρυπτοχριστιανούς απέναντι οι οποίοι περιμένουν μέχρι τώρακάτι από εμάς και δεύτερο στον τουρκικό λαό ο οποίος στοσύνολό του μάλλον περίπου κατά το 50% είναι ῞Έλληνεςεξισλαμισθέντες.
Ο ΑΓΙΟΣ ΩΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ
Προκειμένου να επιτελέσει το πατρικό του καθήκον δενσκέφτεται ταξίδια, δεν υπολογίζει τους κόπους και τηνεπισφαλή υγεία του. Η τρελή αγάπη για τα τέκνα του δεν τοναφήνει ήσυχο . Κάποτε ευρισκόμενος στην Ρόδο και διακονών την εξομολόγηση λαμβάνει νοερώς μήνυμα από πνευματική του θυγατέρα που σπουδάζει στην Αθήνα ότι αυτή πολεμείται από λογισμούς. Αμέσως δε χάνει καιρό, με το πρώτοαεροπλάνο της γραμμής ταξιδεύει εις Αθήνας συναποκομίζωνκαι Ιερά λείψανα για να σώσει μία ψυχή που όπως και κάθεάλλης ψυχής δεν είναι αντάξιος όλος ο κόσμος« ὑπέρ ἧς ὁΧριστός ἀπέθανεν».Επιστολή προς πνευματικόν τέκνον(Πάτμος 16-3-1957)). «Γιά να ἀπολαύσεις τίς χαρές, τῆςπνευματικής ζωής, πρέπει να καλλιεργήσεις με ὅλη τή δύναμητῆς ψυχῆς σου τήν προσευχή, τήν ὑπομονή καί τήν σιωπή. Χωρίςτήν προσευχή δέν εἶναι εὔκολο νά ὑπομένεις, οὔτε νά σιωπᾶς.Μέ τή Χάριν τοῦ Θεοῦ, αὐτά ἐφήρμοσα στήν ζωήν μου. Μᾶςβοηθοῦν νά ὁ Χριστός κάτοικος εἰς τήν καρδιά μας. Πρώτιστονκαθῆκον εἰς τόν Θεόν εἶναι ἡ γλυκύτατη συνομιλία μ’ αὐτό τόπαντοδύναμον ὄπλο τῆς προσευχῆς ἡ ἀναπνοή τῆς ψυχῆς.» ΟΆγιος Γέροντας καθήμενος, ιστάμενος, αναπαυόμενος,συνομιλών, εξομολογών, συμβουλεύων μετουσιώνει σε πράξητο θεόπνευστο παράγγελμα του ουρανοβάμωνος ΑποστόλουΠαύλου και αδιαλείπτως προσεύχεται : «Κρατῆστε ψηλά τήσημαῖα τοῦ Χριστοῦ γιά νά ἔχετε πάντα τό τηλέφωνο τοῦΓέροντά σας, ὅπου καί ἄν εἶστε. Ἡ διάθεσις ἡ δική σας μοῦἀνάβει φωτιά. Εἶναι σάν νά μοῦ ρίχνετε κάρβουνα σ’αὐτό πούὑπάρχει μέσα μου. Θέλω παιδί μου, νά ζεῖς γιά τόν Χριστό,ὁλόκληρος νά δοθεῖς σ’Αὐτόν. Θέλω ὄταν τύχει ν’ἀνοίξει κανείςτήν καρδιά σου τίποτε ἄλλο νά μή βρεῖ. Μόνο τόν Χριστό.»(επιστολή προς πνευματικόν τέκνον) «Γίνεστε παιδιά ποῦκατοικεῖ ὁ Θεός στήν καρδιά σας. Ἡ προσευχή ὅλα τάτακτοποιεῖ .Τήν θάλασσα μπορεῖς νά τήν περπατᾶς.Ἐκμηδενίζει τίς ἀποστάσεις. Τίς βουλήσεις τῶν ἀνθρώπωνμεταβάλλει. Δίνει θάρρος, πίστη καί ὑπομονή στήν ζωή μαςπάντοτε».Η μεγάλη πνευματική μορφή της Πάτμου και ιδιαίτερααγαπητό πνευματικό του τέκνο, ο Γέροντας Παύλος Νικηταράςκαταγράφει με σπαραγμό απώλειας την εναγώνια αναζήτησητου Αγίου για την διάσωση του πεπλανημένου αμαρτωλού στονεπικήδειο λόγο του. «Επί ήμισυ αιώνα υπηρέτησεν ευόρκως τονΚύριον και δεν εφείδετο ούτε κόπων ούτε θυσιών ,προκειμένουνα αναζητά το απολωλός εις τα όρη ,εις τας χαράδρας, εις ταςνήσους, εις τας επαρχίας. Πότε εις Λέρον, πότε εις Κάλυμνον,πότε εις Κων, και Ρόδον και Νίσυρον και Κάρπαθον και Σύμην.Ο Ιεραποστολικός του βίος οδήγησε αυτόν και εκτός τηςΔωδεκανήσου στην Αθήνα, στην Κρήτη, στην Θεσ/νίκην, στην Σαντορίνην, στην Κων/νπολιν ,στα Ιωάννινα. Πόσαπνευματικά τέκνα του δεν εδρόσισαν τις ψυχές των από τανάματα της χριστιανικής του διδασκαλίας και δεν εχόρτασαναπό τον ουράνιο άρτον, τον οποίον με τόσην απλότητα καιολόφωτον σκέψιν ως άλλος Παπουλάκος παρείχεν ο ευλαβήςιερομόναχος Αμφιλόχιος. Έζησεν οσιακόν βίον και είχενοσιακήν τελευτήν. Εκδημήσας προς Κύριον αφήνειδυσαναπλήρωτον κενόν εις τα πνευματικά του τέκνα, αλλά καιπαράδειγμα φωτεινόν και αείζωον εις τας επερχόμεναςγεννεάς».(περ. Αναγέννησις έ.1970). Γίνεται περιάκουστος καιπεριζήτητος Εξομολόγος : Ιεραποστολικές Αδελφότητες,ευσχήμονες Μητροπολίτες, διαπρεπείς ιερείς, διαπρέποντεςστην ποιμαντορική και ιερατική διακονία, θεωρούν απαραίτητητην παρουσία του ως Εξομολόγου. Ο Μητροπολίτης ΙωαννίνωνΣπυρίδων, ο Μητροπολίτης Λήμνου Διονύσιος ο μετέπειταΤρίκκης και Σταγών ,ο Επίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Γουέαρ,ο Διευθυντής της Πατμιάδος Εκκλησιαστικής ΣχολήςΑρχιμανδρίτης Μελέτιος Γαλανόπουλος και μετέπειταΜητροπολίτης Κυθήρων εξομολογούνταν στον Άγιο. Μια άλληπνευματική μορφή της Ελλάδος ο Καθηγούμενος της ΙεράςΜονής Ζωοδόχου Πηγής Λογγοβάρδας Πάρου, ο Όσιος ΓέρονταςΦιλόθεος Ζερβάκος γράφει στην κοίμηση του Αγίου τα εξής: «Εὐχαριστῶ τόν πανυπεράγιον καί πανάγαθον Θεόν καί Πατέραἠμῶν τόν ἐν οὐρανοῖς ὅστις ἐπλήρωσε τόν πόθον μου καί τήνἐπιθυμίαν μου, ἥν εἶχον νά τόν ἔβλεπον προσωπικῶς πρίνἀπέλθωμεν ἀμφότεροι τῶν προσκαίρων. Πρό εἰκοσαμήνουπληροφορηθείς ὅτι ἠσθένει.. ἔσπευσα ἀεροπορικῶς καί ἔφθασαεἰς Ρόδον. Ἡ χαρά κι ἀγαλίασις ὅτε εἴδομεν ἀλλήλους ἦτοἀπερίγραπτος, ἀλλά καί ἡ πνευματική μας ὠφέλεια διά τηςεξομολογήσεως ἦτο μεγίστη ,διότι ἀμφότεροιἐξομολογήθημεν. Ἐπειδή καί ἠμεῖς ὡς ἄνθρωποι εἴμεθαἁμαρτωλοί, μόνος γάρ ἀναμάρτητος ἐστί ὁ Θεός».
ΤΟ ΟΣΙΑΚΟ ΤΟΥ ΤΕΛΟΣ
Από το βιβλίον «Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ ΜΑΚΡΗΣ» του Αρχιμ. Παύλου Νικηταρά:«Σ’ όλη του τη ζωή εβασανίζετο από αρρώστιες, ήταν ευαίσθητος στα κρυολογήματα και κάθε χρόνο τον επισκέπτετο η γρίππη. Τέλη Μαρτίου 1970 προσεβλήθηκε από πνευμονία· ήταν Μ. Τεσσαρακοστή και με δυσκολία δέχθηκε να πάρη λίγο γάλα. Έδωσε σε όλους τις συμβουλές που ο καθένας είχε ανάγκη. Είχε το προορατικό χάρισμα. Στην προσπάθεια τωνπνευματικών του παιδιών να τον κρατήσουν με ορούς λίγες μέρες στην ζωή, παρακαλούσε κι έλεγε: αφήστε με καλά μου παιδιά να φύγω, ήρθε η ώρα μου. Γιατί, Γέροντα, τούλεγα, δεν μένεις μαζί μας τούτο το Πάσχα; Δίσταζε να μου απάντηση, και δεύτερη και τρίτη φορά τον παρεκάλεσα να μου πη πώς ξέρει ότι θα φύγη σύντομα κι εκείνος με δυσκολία μου απεκάλυψε : ευλογημένε Παύλε, είδα την Παναγία και τον Θεολόγο προ ολίγου και τους παρεκάλεσα να μείνω κοντά στα παιδιά μου κι αυτό το Πάσχα, αλλά μου είπαν «Δεν γίνεται άλλο, ελήφθη η απόφασις, Πάσχα θα κάμης στους Ουρανούς μαζί μας» κι αυτό το λέγω σαν εξομολόγηση, επειδή με βιάζεις, μη το ειπείς σε άλλους.Κι έφυγε από τον κόσμο της ματαιότητος, αφού έδωσε την ζωήν του για τους άλλους, αφού εργάσθηκε σαν καλός εργάτης στον αμπελώνα του Κυρίου, αφού αρίστευσε στις εξετάσεις του στο στάδιο των πνευματικών ασκήσεων, αφού υπηρέτησε και Εκκλησία και Πατρίδα σαν καλός χριστιανός και ακέραιος Έλληνας. Κοιμήθηκε στις 16 Απριλίου 1970 σε πλήρη διαύγεια των αισθήσεών του. Το λείψανό του πήρε μορφή ουράνια, όψιχαρούμενη κι ειρηνική, απέραντη γαλήνη βασίλευε στο ασκητικό του πρόσωπο, πράγματι αγιασμένου ανθρώπου έκφραση, που εκοιμήθη εν Κυρίω…».