Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος οι Ομολογητές
Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος οι Ομολογητές
Ξιφος τελειοί Σαμωνάν και Γουρίαν, Και φλοξ Άβιβον, οις χαρά φλοξ και ξίφος. Πυρ πέμπτη δεκάτη, Άβιβον πέφνε, χαλκός ετάρους. Βιογραφία Ο Γουρίας και ο Σαμωνάς, αγωνιζόμενοι τον Ιερό αγώνα της χριστιανικής πίστης, συνελήφθησαν από τον ηγεμόνα Αντωνίνο, κατά το διωγμό επί Διοκλητιανού. Και αφού υπέστησαν με θαυμαστή υπομονή πολλά βάσανα, αποκεφαλίσθηκαν. Ο Άβιβος έζησε λίγα χρόνια αργότερα και ήταν από ένα χωριό της Έδεσσας που ονομαζόταν Αποθελσαία. Τότε βασιλιάς ήταν ο Λικίνιος, ο γνωστός αντίπαλος του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ο Άβιβος, λοιπόν, προχειρίσθηκε Ιεροδιάκονος και διακρινόταν για τη μεγάλη ευσέβεια του και τον πολύ ζήλο για το υπούργημά του. Ιδιαίτερα, όμως, διακρινόταν για τη θερμή αγάπη του στο Ιερό κήρυγμα, τηρώντας το θεόπνευστο λόγο της Αγίας Γραφής, που λέει: «Κήρυξαν τον λόγον, επιστήθι ευκαίρως ακαίρως, έλεγξαν, επιτίμησαν, παρακάλεσαν, εν πάση μακροθυμία και διδαχή». Κήρυξε, δηλαδή, το λόγο του Θεού, στάσου επιτηρητής και καθοδηγός στους ακροατές σου, όχι μόνο σε κατάλληλες περιστάσεις, αλλά και σ’ εκείνες που φαίνονται ακατάλληλες περιστάσεις, έλεγξε, επίπληξε, παρηγόρησε με κάθε μακροθυμία και με κάθε μέθοδο διδασκαλίας. Ο ηγεμόνας Λυσανίας, όταν είδε τον Άβιβο να προσελκύει πολλούς ειδωλολάτρες με το θερμό του κήρυγμα, τον συνέλαβε και αφού τον κρέμασε σε στυλό και τον έσχισε με σιδερένια νύχια, έπειτα τον οδήγησε έξω από την πόλη, όπου τον έριξε μέσα στη φωτιά, και έτσι ο Άβιβος παρέδωσε το πνεύμα του στο Θεό.
Απολυτίκιον Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε. Tριάδος ισάριθμοι της Υπερθέου, σαφώς Γουρίας και Άβιβος και Σαμωνάς ο κλεινός, ένθεοι υπάρχοντες ταύτην τοις ασεβέσιν ωμολόγησαν άμα άθλων την τρικυμίαν αβλαβώς διελθόντες· και νυν ημάς κυβερνώσιν όρμον προς άκλυστον.
Κοντάκιον Ήχος β’. Τα άνω ζητών. Εξ ύψους σοφοί, την χάριν κομισάμενοι, των εν πειρασμοίς, προΐστασθε πανεύφημοι· διο κόρην Άγιοι, εκ θανάτου πικρού ερρύσασθε· υμείς γαρ όντως υπάρχετε, Εδέσσης η δόξα, και του κόσμου χαρά.
Κάθισμα Ήχος α’. Τον τάφον σου Σωτήρ. Τριάδος της σεπτής, καταγγέλλοντες πίστιν, πολύθεον Σοφοί, των ειδώλων απάτην, ανδρείως καθείλετε, ως της πίστεως πρόμαχοι, κόρην ζώσαν δε, κατακλεισθείσαν εν τάφω, διεσώσατε, θανατηφόρου κινδύνου, υμάς μακαρίζουσαν. Ο Οίκος Της του εχθρού δουλείας με ρύσαι, Ιησού ζωοδότα, ταις των σων αθλητών εντεύξεσι δυσωπούμενος, όπως αδούλωτον κεκτημένος, των παθών την ψυχήν και το σώμα, ανευφημώ την αυτών οξυτάτην βοήθειαν· προφθάσαντες γαρ, του θανάτου ερρύσαντο κράζουσαν την κόρην, ην περ παρέθετο εκβοώσα η μήτηρ τοις μάρτυσιν· Υμείς όντως υπάρχετε, Εδέσσης η δόξα, και του κόσμου χαρά.
Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος οι Ομολογητές
Άγιοι Γουρίας, Σαμωνάς και Άβιβος οι Ομολογητές
Άγιος Γουρίας
Όσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ (1722-1794)
ο αναμορφωτής της πνευματικότητος του εν Ρωσία μοναχισμού
Γεννήθηκε το 1722 στην Πολτάβα της Ουκρανίας, ο κατά κόσμον Πέτρος, από πατέρα ιερέα και μητέρα πού αργότερα έγινε μοναχή. Δεκαπέντε ετών μετέβη στη μονή Λιοΰμπεσκ και κατόπιν στη Μεγάλη Λαύρα του Κιέβου. Πνευματικό οδηγό είχε τον ησυχαστή Βασίλειο, συγγραφέα και μεταφραστή νηπτικών έργων. Το 1742, ύστερα άπό διωγμούς Ουνιτών στην πατρίδα του, μετέβη στη Βλαχία και μόνασε εκεί επί τετραετία, λαμβάνοντας τ΄ όνομα Πλάτων. Το 1746 αναχώρησε για το πολυπόθητο Άγιον Όρος. Ασκήθηκε στην Καψάλα, όπου εκάρη μοναχός από τον Γέροντα του Βασίλειο με το όνομα Παΐσιος. Το 1758 χειροτονήθηκε διάκονος και ιερεύς και απέκτησε δωδεκαμελή συνοδεία. Κατόπιν πήγε με τη συνοδεία του στο Κελλί του Προφήτου Ηλιού, το όποιο μετέτρεψε σε σκήτη, πού ανήκει στη μονή Παντοκράτορος. Απέκτησε περί τους πενήντα καλούς μαθητές, για τους οποίους συνέταξε τυπικό κατά την αγιορείτικη τάξη, και άρχισε τις μεταφράσεις των Πατέρων της Εκκλησίας στα σλαβικά, όπως Ισαάκ του Σύρου και Γρηγορίου του Σιναΐτου, διδάσκοντας σε όλους την ευχή του Ιησού. Το τελευταίο εξάμηνο της αγιορείτικης ζωής του το διήλθε στην Ιερά μονή Σίμωνος Πέτρας (1762). Μετά από δεκαεπτά χρόνων παραμονή στον ιερό Άθωνα, ο όσιος Παΐσιος επέστρεψε το 1763 στη Μολδαβία παίρνοντας μαζί του αρκετούς μοναχούς. Εγκαταστάθηκε στη μονή Δραγκομίρνα και απέκτησε πολλούς μαθητές Ρώσους, Ρουμάνους και Βουλγάρους. Τους δίδασκε καθη μερινά στη γλώσσα τους να τηρούν πενία, υπακοή, ταπεινοφροσύνη, σιωπή και να εντρυφούν στη μελέτη των νηπτικών πατέρων. Έγινε ηγούμενος της αρχαίας μονής του Νεάμτς, την οποία κατέστησε σπουδαίο πνευματικό κέντρο, με τις μεταφράσεις Ελλήνων Πατέρων και ασκητών και τη ζωή της ευχής του Ιησού. Αξιοσημείωτη είναι ή μετάφραση της Φιλοκαλίας (1793). Τη φήμη του αγίου Γέροντος Παϊσίου ακούγοντας ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης θέλησε να γίνει μαθητής του, μα εμποδίσθηκε από διάφορες συμπτώσεις κι επέστρεψε στο Άγιον Όρος. Στη μονή Νεάμτς ανεπαύθη ειρηνικά στις 15 Νοεμβρίου 1794 ο μεγάλος στάρετς, για το έργο του οποίου μιλούν πολλοί με δικαιολογημένο θαυμασμό. Υπήρξε αναζωογονητής του μοναχισμού στη Ρουμανία και τη Ρωσία. Οι πολυάριθμοι και αξιόλογοι μαθητές του έγιναν, μετά την κοίμηση του, κήρυκες των διδαχών του. Οι μονές Δραγομίρνα, Σέκου και Νεάμτς ήταν τα κέντρα της λαμπρής ασκητικοφιλολογικής κινήσεως κατά τον 18ο και 19ο αιώνα, όπου οι μαθητές του, με τη νηπτική τους εργασία και τ΄ ανεπτυγμένα φιλολογικά τους κριτήρια, μόχθησαν για την πνευματική ανύψωση της Μολδαβίας. Το πνεύμα των ιεροπρεπών Κολλυβάδων μετέφερε ο όσιος Παΐσιος στα Βαλκάνια και τη Ρωσία. Τιμάται ιδιαίτερα από τους Ρώσους και τους Ρουμάνους. Η επίσημη αναγνώριση της αγιότητας του έγινε από το Πατριαρχείο Μόσχας το 1988 και από το Πατριαρχείο Ρουμανίας το 1992. Την πρώτη βιογραφία του έγραψε το 1817 ο μαθητής του μοναχός Μητροφάνης, πού στηρίχθηκε στην αυτοβιογραφία του οσίου Παϊσίου και στις προσωπικές αναμνήσεις του. Ακολούθησαν αρκετές άλλες, πού κυκλοφόρησαν ευρύτατα στα ρουμανικά και ρωσικά και μεταφράσθηκαν στα ελληνικά. Η μνήμη του τιμάται στις 15 Νοεμβρίου. Πηγές: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ–agioritikesmnimes.blogspot.gr