Η λαοφιλής ακολουθία των Χαιρετισμών της Θεοτόκου αρχίζει να ψάλεται από απόψε….
Από Ι.Ν. ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ · 15 Μαρτίου 2019
Χαιρετισμοί της Θεοτόκου
Από σήμερα το απόγευμα και κάθε Παρασκευή της Σαρακοστής , εκτός από την τελευταία, σ’ όλους τους Ορθόδοξους ιερούς ναούς ψάλλονται οι Χαιρετισμοί της Παναγίας. Είναι ένα αριστούργημα της Βυζαντινής Υμνογραφίας. Είναι ένα Κοντάκιο, σύνολο ύμνων με 24 μέρη, που έχουν αλφαβητική διάταξη. Αναφέρονται ανά ένα στην Παναγία και καταλήγουν με το χαίρε Νύμφη ανύμφευτε και ανά ένα στο Χριστό, που τελειώνουν με το Αλληλούϊα, που θα πει: Αινείτε τον Θεό, τον Κύριο.
Συγγραφέας του Ύμνου αυτού είναι ο άγιος Ρωμανός ο μελωδός, ο ποιητής των κοντακίων, ο πρίγκηπας των Βυζαντινών υμνογράφων. Λέγεται δε Ακάθιστος ο Ύμνος, γιατί τον έψαλλαν ακάθιστοι, όρθιοι σε ολονύκτια αγρυπνία, στον Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, στην Κωνσταντινούπολη, για να ευχαριστήσουν την Παναγία, που έσωσε την Βασιλεύουσα από βέβαιη καταστροφή.
Το έτος 626 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Ηράκλειος με τον κύριο όγκο του στρατού πολεμούσε τους Πέρσες στα βάθη της Μ. Ασίας. Έκανε ιερό πόλεμο εναντίον των Περσών, για να ελευθερώσει και να φέρει πίσω τον Τίμιο Σταυρό, που άρπαξαν οι βάρβαροι από τα Ιεροσόλυμα. Ο Χαγάνος, ο αρχηγός των Σκυθών και Μυσών, ήρθε σε συνεννόηση με τους Πέρσες και πολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη. Η πόλη βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση. Οι εχθροί γύρω πολλοί, ενώ μέσα ο στρατός ελάχιστος με τον φρούραρχο Βώνο.
Ο λαός τρομοκρατείται και απελπίζεται. Φόβος και τρόμος, μεγάλη τραχή τους κατέλαβε. Έπεσε το ηθικό τους. Απαισιοδοξία επικρατούσε παντού. Ψυχή και καταφυγή για όλους ποιός άλλος; Η Εκκλησία. Ο Πιστός και γενναίος Πατριάρχης Σέργιος. Ας προσέξουμε, παρακαλώ, τα λόγια του: Είναι κρίμα να απελπίζεσθε. Γιατί σκέπτεσθε σαν άνθρωποι, που δεν πιστεύουν στο Θεό; Εμπιστεύθηκα την τύχη της Πόλεως στα χέρια της Παναγίας.
Τα λόγια αυτά, αγαπητοί μου, είναι πάρα πολύ σπουδαία. Γιατί στις δυσκολίες τα βάφουμε μαύρα; Γιατί κάνουμε σαν να μη υπάρχει Θεός; Που θα καταφύγουμε στα δύσκολα; Στην Παναγία. Στην κραταιά της σκέπη. Εξ άλλου και ο Μ. Κωνσταντίνος, όταν έχτισε την Πόλι, στην Παναγία την αφιέρωσε. Γι αὐτό στο τη Υπερμάχω ψάλλουμε, αναγράφω σοι η πόλις σου, Θεοτόκε. Η Κωνσταντινούπολις είναι η πόλις της Θεοτόκου.
Με τα λόγια του Πατριάρχη ο λαός εμψυχώθηκε. Πραγματικός συναγερμός έγινε. Πατριάρχης, Κλήρος και Λαός ξεχύθηκαν στoυς δρόμους με τα λάβαρα των Εκκλησιών, με Ιερά Κειμήλια στα χέρια, με την Τιμία Ζώνη της Παναγίας, με τα Λείψανα των Αγίων. ( Αν δεν ήταν η Εκκλησία και οι Παπάδες τι θα γινόμασταν!). Ο Πατριάρχης κρατώντας στα χέρια την εικόνα της Παναγίας έδινε δύναμη και θάρρος. Από τα στόματα όλων έβγαιναν κραυγές ικεσίας: Πρόφθασε, Παναγία μου, μη μας εγκαταλείπεις τώρα, που χανόμαστε. Σώσε τον λαό σου και την πόλη σου. Ευλόγησε την κληρονομία σου.
Τότε συνέβη ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα και υπερφυσικά γεγονότα της Πίστεως. Τρομαγμένοι οι επιτιθέμενοι εχθροί άκουγαν θόρυβο, σαν χιλιάδες στρατός να επιτέθηκε εναντίον τους, που έφερνε όλεθρο και καταστροφή στις τάξεις τους. Έτσι ξαφνικά και απροσδόκητα από διώκτες έγιναν διωκόμενοι. Χιλιάδες πτώματα στρώθηκαν στη γη. Πανικόβλητοι, όσοι είχαν απομείνει, τράπηκαν σε φυγή, για να σωθούν, φωνάζοντας απεγνωσμένα μεταξύ τους: Που βρέθηκε, που ήταν κρυμμένος τόσος στρατός; Στρατός όμως δεν υπήρχε. Ήταν ο Θεός και η Παναγία που τους κυνηγούσαν.
Οι ιστορικοί ομιλούν για έναν ανεμοστρόβιλο, που σηκώθηκε και έφερε πανικό και καταστροφή. Αγρίεψε η θάλασσα και σήκωσε τεράστια κύματα. Συντρίμμια έγιναν τα πλοία του εχθρού. Εκτός από τα πτώματα γύρω από τα τείχη, γέμισε και η παραλία με νεκρά κορμιά, που ξέβρασε η θάλασσα τους πνιγμένους.
Τα μάτια των χριστιανών έτρεχαν δάκρυα, τώρα όχι πόνου και αγωνίας, αλλά δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης. Με αλαλαγμούς και ζητωκραυγές κατευθύνθηκαν τα πλήθη στην Παναγία των Βλαχερνών, για να ευχαριστήσουν και δοξολογήσουν τον Θεό και την Παναγία. Ήταν η νύχτα της 7ης προς την 8η Αυγούστου. Πρώτος ο Πατριάρχης για πρώτη φορά έψαλε το τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια… και στη συνέχεια όλη την νύκτα εκείνη » ορθοστάδην τον ύμνον τη του Θεού Μητρί γηθοσύνως έμελψαν».
Αυτός ο ύμνος, ο λυτρωτικός και νικητήριος, έγινε λαοφιλής. Έγινε κάτι σαν Εθνικός Ύμνος της Εκκλησίας και του Γένους μας. Στον Ύμνο αυτό βλέπουμε τον Ορθόδοξο Ελληνισμό. Την εκκλησιαστική παράδοση και την εθνική ζωή. Την Πίστη και την Πατρίδα, που συσφίγγονται αρμονικά γύρω από αυτόν τον Ύμνο. Τα λόγια του μας αφυπνίζουν το πατριωτικό και θρησκευτικό αίσθημα. Μας υπενθυμίζουν τον μεγάλο και γενναίο αυτοκράτορα Ηράκλειο, που καθιέρωσε την ελληνική γλώσσα ως την επίσημη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.