Όταν οι Μάγοι δεν επέστρεψαν στον Ηρώδη να του πουν που είναι ο Χριστός, ο πονηρός αυτός βασιλιάς μηχανεύθηκε άλλο σχέδιο για να εξοντώσει το Θείο Βρέφος. Είχε ακούσει
ότι, σύμφωνα με τις Γραφές, τόπος γέννησης του Χριστού θα ήταν η Βηθλεέμ. Επειδή όμως δε γνώριζε ποιος ήταν ο Ιησούς αν βρισκόταν μέσα στη Βηθλεέμ ή στα περίχωρα της και
επειδή συμπέρανε ότι το παιδί θα ήταν κάτω από δύο χρονών, έδωσε διαταγή να σφαγούν όλα τα παιδιά της Βηθλεέμ και των περιχώρων της, μέχρι της ηλικίας των δύο ετών. Η
σφαγή έγινε ξαφνικά, ώστε να μη μπορέσουν οι οικογένειες να απομακρυνθούν με τα βρέφη τους. Και οι δυστυχισμένες μητέρες είδαν να σφάζονται τα παιδιά τους μέσα στις
ίδιες τις αγκαλιές τους. Η χριστιανική Εκκλησία, πολύ σωστά ανακήρυξε Άγια τα σφαγιασθέντα αυτά παιδιά, διότι πέθαναν σε μια αθώα ηλικία και υπήρξαν κατά κάποιο
τρόπο οι πρώτοι μάρτυρες του χριστιανισμού. Μπορεί βέβαια να μη βαπτίσθηκαν εν ύδατι, βαπτίσθηκαν όμως, μέσα στο ίδιο ευλογημένο αίμα του μαρτυρίου τους.
Να σημειώσουμε τέλος, ότι τα λείψανα (ίσως μερικά) των Aγίων Νηπίων, βρίσκονται στην Kωνσταντινούπολη, στο Nαό του Aγίου Iακώβου του αδελφοθέου, τον οποίον ανήγειρε ο
Iουστίνος.
Στίχος
Διά ξίφους άωρα μητέρων βρέφη, Ανείλεν εχθρός του βρεφοπλάστου Bρέφους. Nήπια αμφ’ ενάτην τάμον εικάδα παππάζοντα.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α΄. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ
Ως θύματα δεκτά, ως νεόδρεπτα ρόδα και θεία απαρχή, και νεόθυτοι άρνες, Χριστώ τω ώσπερ νήπιον, γεννηθέντι προσήχθητε, αγνά Νήπια,
την του Ηρώδου κακίαν, στηλιτεύοντα και δυσωπούντα απαύστως, υπέρ των ψυχών ημών.
Κοντάκιον Ήχος δ΄. Επεφάνης σήμερον
Αστήρ Μάγους έπεμψε, προς τον τεχθέντα, και Ηρώδης άδικον, στρατόν απέστειλε κενώς, φονοκτονήσαι οιόμενος, τον εν τη φάτνη ως Νήπιον κείμενον.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. β΄. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν
Ἐν τῇ Βηθλεέμ, τεχθέντος τοῦ Βασιλέως, ἐξ Ἀνατολῶν, σὺν δώροις ἥκασι Μάγοι, δι’ ἀστέρως ἐξ ὕψους ὁδηγούμενοι, ἀλλ’ Ἡρώδης ἐκταράσσεται,
καὶ θερίζει τὰ Νήπια, ὥσπερ σῖτον ὀδυρόμενος• ὅτι τὸ κράτος αὐτοῦ, καθαιρεῖται ταχύ.
Μεγαλυνάριον
Βρέφη ἀπειρόκακα καὶ ἁγνά, τῷ ἐκ τῆς Παρθένου, νηπιάσαντι ἑκοντί, ἤχθησαν σφαγέντα, ὡς ἄμωμοι θυσίαι• διὸ τὴν τοῦ Ἡρώδου, κακίαν φύγωμεν.