21 Ιανουαρίου μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Νεοφύτου , Ευγενίου του Τραπεζουντίου και Αγνής και των Οσίων και Θεοφόρων πατέρων και διδασκάλων Μαξίμου του Ομολογητού και Μαξίμου του Γραικού
Από Ι.Ν. ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ · 20 Ιανουαρίου 2024
Ο Άγιος Μάρτυς Νεόφυτος – Μια ζωή γεμάτη θαύματα
Ένα παιδί μέ σπάνια αρετή… Ένα παιδί μέ δυνατή προσευχή… Ένα παιδί-θαύμα! Όποιος διαβάζει τό βίο του αγίου μάρτυρα Νεοφύτου μένει κατάπληκτος. Τά θαύματα πού επετέλεσε η χάρη τού Θεού στή ζωή του μικρού αυτού παιδιού είναι απίστευτα γιά τήν ανθρώπινη λογική, αλλά πέρα γιά πέρα αληθινά! Διότι γιά τό Θεό τίποτε δέν είναι αδύνατο!… Γεννήθηκε στή Νίκαια της Βιθυνίας γύρω στό 290 μ.Χ. Από μικρό παιδί αγαπούσε τό Θεό καί ζούσε κάτω από τήν προστασία Του. Ο Νεόφυτος ήταν από μικρός πολύ φιλάνθρωπος. Συμπονούσε τούς πτωχούς συμμαθητές του καί έβρισκε πάντοτε κάτι νά τούς προσφέρει νά φάνε, ακόμη κι αν αυτός έμενε νηστικός. Μιά μέρα έγινε τό εξής θαυμαστό: Είχαν μαζευτεί πολλά παιδιά πού είχαν ανάγκη νά φάνε κι επειδή δέν είχε νά τούς προσφέρει κάτι, παρακάλεσε μέ πίστη τό Θεό νά στείλει Εκείνος τροφή. Ο Πανάγαθος Θεός άκουσε τήν προσευχή τού μικρού παιδιού καί εκείνη την ώρα μέσα από ένα βράχο ξεπήδησε μία πηγή πού ανάβλυζε νερό και γάλα! Έτσι, όπα τά παιδιά ήπιαν τό δυναμωτικό ρόφημα και χόρτασαν! Το εντυπωσιακό αυτό θαύμα θά μπορούσε νά κάνει τό εννιάχρονο τότε παιδί νά υπερηφανευθεί. Είχε όμως απλή καί ταπεινή ψυχή. Τό θεωρούσε πολύ φυσικό νά δίνει ο Θεός Πατέρας ό,τι έχουν ανάγκη τά παιδιά Του.Ήταν ταπεινό παιδί ο Νεόφυτος καί γι’ αυτό τόν σκέπαζε η χάρη τού Θεού. Μία μέρα η μητέρα του είδε μέ τά ίδια της τά μάτια ένα περιστέρι νά στέκεται πάνω από τό προσκέφαλο τού παιδιού της. Φοβήθηκε! Άραγε ήταν τυχαίο ή σημάδι από τόν ουρανό; Κι ενώ σκεπτόταν αυτά, άκουσε τό περιστέρι νά της μιλά μέ ανθρώπινη φωνή καί νά της λέει ότι στάλθηκε από τό Άγιο Πνεύμα, γιά νά προστατεύει καί νά καθοδηγεί τό μικρό Νεόφυτο. Η μητέρα από τήν κατάπληξή της έχασε την αναπνοή της, έπεσε λιπόθυμη καί ξεψύχησε. Ειδοποίησαν τό σύζυγό της καί σύντομα μαζεύτηκε κόσμος πολύς. Όλοι θρηνούσαν κι έκλαιγαν. Ο μόνος πού δέν ανησυχούσε ήταν ο Νεόφυτος. Πίστευε μέσα του βαθιά ότι ο Θεός θά έδινε καί πάλι τή ζωή στή μητέρα του πού άδικα ταράχθηκε. Κάποια στιγμή τό μικρό παιδί ζήτησε από τόν πατέρα του νά απομακρύνει τόν κόσμο, γιά νά μείνει μόνος του μπροστά στό νεκρό σώμα. Τότε γονάτισε κι αφού προσευχήθηκε μέ όλη τή δύναμη της ψυχής του, έπιασε από τό χέρι τή μητέρα του καί τής είπε: «Μητέρα, κοιμήθηκες όσο ήθελε ο Θεός… Τώρα, στό όνομα τού Κυρίου Ιησού Χριστού, σήκω επάνω!». Καί πράγματι η μητέρα του αναστήθηκε! Όπως ήταν φυσικό τό θαύμα αυτό διαδόθηκε παντού. Η φήμη τού μικρού Νεοφύτου απλώθηκε σέ όλη τήν περιοχή καί πολλοί ήταν αυτοί πού έτρεχαν νά γνωρίσουν τό ευλογημένο αυτό παιδί. Τότε τό περιστέρι, γιά νά προφυλάξει τό Νεόφυτο από τις τιμές καί τούς επαίνους των ανθρώπων, του σύστησε νά φύγει μακριά και νά μείνει μόνος του στό βουνό.Πράγματι τό αξιοθαύμαστο αυτό παιδί, με την καθοδήγηση του ουρανόσταλτου συνοδού του, ανέβηκε στόν Όλυμπο της Βιθυνίας γιά νά ζήσει ώς ασκητής, κι ας ήταν μόλις 9 χρονών! Ύστερα από αρκετή οδοιπορία, έφτασε σέ μιά σπηλιά, εκεί αντίκρισε ένα μεγάλο λιοντάρι. Δέ φοβήθηκε όμως καθόλου. «Αγαπητό μου λιοντάρι», του είπε μέ τήν παιδική του απλότητα, «έχω εντολή από τό Άγιο Πνεύμα νά μου παραχωρήσεις τη σπηλιά σου γιά κατοικία μου». Καί τι θαυμαστό! Τό φοβερό θηρίο αμέσως υπάκουσε καί, αφού έδειξε μέ τόν τρόπο του τή στοργή του στό νεαρό ερημίτη, αναχώρησε.Ο Νεόφυτος έμεινε γιά δύο χρόνια στή σπηλιά αυτή καί απολάμβανε τήν απόλυτη ησυχία άλλά καί τήν προστασία του Θεού. Τρεφόταν μέ θαυματουργικό τρόπο καί κάθε μέρα δόξαζε τόν άγιο Θεό γιά τις πλούσιες ευεργεσίες Του. Ύστερα, μέ θεία καθοδήγηση κατέβηκε στό σπίτι του γιά νά αποχαιρετήσει οριστικά τους γονείς του. Τήν περιουσία πού ο ίδιος ως μοναχογιός θά κληρονομούσε, τούς ζήτησε νά τή μοιράσουν στους πτωχούς. Καί πράγματι, οι θεοφοβούμενοι γονείς δέχτηκαν τήν πρόταση του γιου τους θαυμάζοντας τον γιά την πνευματική ωριμότητα που έδειχνε σέ αυτή τή μικρή ηλικία.Ο Νεόφυτος γύρισε στή σπηλιά του, όπου έζησε ασκητικά γιά άλλα τέσσερα χρόνια. Στά δεκαπέντε του χρόνια ο Κύριος τόν κάλεσε νά βαδίσει τό δρόμο του μαρτυρίου. Πράγματι, τό νεαρό παλικάρι πήγε στό αμφιθέατρο, όπου ήταν συγκεντρωμένος όλος ο κόσμος, στάθηκε στή μέση της αρένας καί κήρυξε τό Χριστό ως τόν μόνο αληθινό Θεό. Αμέσως τόν συνέλαβαν καί άρχισαν τα απάνθρωπα βασανιστήρια. Ωστόσο ο παντοδύναμος Θεός δέν άφησε απροστάτευτο τό εκλεκτό παιδί Του. Τόν έριξαν σέ πυρακτωμένο καμίνι καί όπως άλλοτε οι Τρεις Παίδες έμεινε άθικτος! Τόν παρέδωσαν στά θηρία καί κανένα δέν τόν πείραξε! Τό πιό εντυπωσιακό είναι ότι μπροστά στά μάτια όλων τών θεατών ένα λιοντάρι πού είχαν εξαπολύσει εναντίον του πλησίασε τό νεαρό μάρτυρα καί άρχισε νά παίζει μαζί του σαν μικρό σκυλάκι. Ήταν τό λιοντάρι εκείνο πού τού είχε παραχωρήσει τή σπηλιά! Τελικά ο φοβερός ειδωλολάτρης τύραννος, μόλις είδε ότι τίποτε δέν μπορούσε νά καταβάλει τό νεαρό Χριστιανόπουλο, κυριευμένος από μανία πήρε ο ίδιος μία λόγχη από τούς στρατιώτες του καί τόν κτύπησε στήν καρδιά. Έτσι ο άγιος Νεόφυτος έλαβε τό στεφάνι του μαρτυρίου. Η μνήμη του τιμάται κάθε χρόνο στις 21 Ιανουαρίου.Ας μή μας ξαφνιάζει τό πώς ένα μικρό παιδί έζησε τόσο μεγάλα θαύματα. Ο Πανάγαθος Θεός αγαπά ιδιαιτέρως τά παιδιά καί τά προστατεύει. Γι’ αυτό καί ο Κύριος Ιησούς ειδικά τά παιδιά -καί μόνο αυτά- τά αγκάλιασε! Καί καλώντας όλους νά μιμηθούν τά παιδιά στήν απλότητα καί τήν καθαρότητα της ψυχής, είπε τόν πολύ σημαντικό λόγο: «των γάρ τοιούτων εστίν η βασιλεία του Θεού» (Μάρκ. ι’ 14). Η βασιλεία του Θεού ανήκει σ’ αυτούς πού θά μοιάσουν στά παιδιά!ΝικηφόροςΒοηθήματα:1. Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, Νέος Συναξαριοτής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τόμ. 5ος: Ιανουάριος, έκδ. Ίνδικτος, Αθήναι 2005, σελ. 261-262.2. Π. Σωτήρχου, Παιδομάρτυρες, έκδ. Ορθοδόξου Τύπου, Αθήναι 1982, σελl. 27-35.Πηγή: Περιοδικό «Προς την Νίκη» – Ιανουάριος 2011 από το ιστολόγιο ελληνισμός ορθοδοξία
Άγιος Ευγένιος ο Τραπεζούντιος
Στα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ., μία εποχή, όπου ο χριστιανισμός εμφανίστηκε κι άρχισε να εξαπλώνεται στην ευρύτερη περιοχή του Πόντου υπό την αυτοκρατορία των Διοκλητιανου και Μαξιμιανού, ο Άγιος Ευγένιος έζησε και μαρτύρησε στην Τραπεζουντα. Σε μία περίοδο σκληρών, ίσως και των σκληροτέρων, διωγμών απέναντι στους Χριστιανούς, όταν οι έπαρχοι της Καππαδοκίας και Αρμενίας, Λυσίας και Αγρικόλαος, έκαναν πράξη το απάνθρωπο διάταγμα να θανατώνουν κάθε πιστό της νέας θρησκείας, ο Άγιος Ευγένιος έζησε και μαρτύρησε, μαχόμενος κάθε στιγμή υπέρ της παρρησίας της βαθιάς του πίστης στον Ιησού Χριστό και το κήρυγμά του. Κατά τον Ιανουάριο του 290 μ.Χ. , ξεκινά το μαρτύριο του Ευγενίου και των συναθλητών του (Κανιδίου, Ουαλεριανου και Ακύλα). Εθνικοί της Τραπεζούντας καταγγέλλουν στο Λυσία τους τέσσερεις συναθλητές με την κατηγορία ότι διδάσκουν το λόγο του Εσταυρωμένου και κρύβονται σε δασώδη περιοχή. Οι διώκτες οδηγούνται στη σύλληψη του Κανιδίου, αρχικά, κι έπειτα του Ουαλεριανου καθ’υπόδειξη του Ακύλα, ο οποίος ειχε ήδη ομολογήσει την πίστη του στο Χριστό. Οι τρεις συναθλητές περνουν όλη τη νύχτα στη φυλακή προσευχόμενοι και ψάλλοντας ύμνους στο Θεό. Το πρωί της επομένης ημέρας καλούνται να εμφανισθούν μπροστά στο Λυσία, που έχει φτάσει στην Τραπεζούντα, ανακρίνονται και για μία ακόμη φορά, ομολογούν την πίστη τους. Η παραδοχή της πίστης τους φέρνει αναπόφευκτα το μαστίγωμά τους κι αφού υποβάλλονται σε φριχτότερα βασανιστήρια, επιστρέφουν στη φυλακή. Εν τω μεταξύ, στον Άγιο Ευγένιο, ο οποίος ολόκληρο το διάστημα αυτό κρυβόταν σε μία σπηλιά μέσα στο δάσος, παρουσιάζεται ο ίδιος ο Χριστός. Τότε, τον παροτρύνει να φανερωθεί και να αναγγείλει την πίστη του. Και πράγματι, ο Άγιος ψάλλει και υμνεί το Θεό. Οι προσευχές του ακούγονται και προδίδουν την παρουσία του σε μία γυναίκα που περνά, τυχαία, από εκεί για να μαζέψει ξύλα. Στο άκουσμα των προσευχών του τρέχει ταραγμένη στην πόλη και τον καταδίδει. Σε μικρό χρονικό διάστημα, ο Άγιος συλλαμβάνεται και κακοποιημένος οδηγείται στη φυλακή, όπου περνά τη νύχτα δοξάζοντας το Θεό. Την επομένη άγεται στο Δούκα Λυσία ενώπιον του οποίου ομολογεί την πίστη του. Ωστόσο, ο ίδιος ο Λυσίας τον προτρέπει να προσφέρει θυσία στους θεούς των ειδωλολατρών με αντάλλαγμα τη ζωή του. Ο Ευγένιος δέχεται και με πλήθος κόσμου να τον ακολουθει, εισέρχεται σε έναν ειδωλολατρικό ναό. Καθ’όσο ο Άγιος προσεύχεται στο Χριστό, το συγκεντρωμένο πλήθος παρακολουθεί έκπληκτο τρία ειδωλολατρικά αγάμαλτα να θρυμματίζονται και την ίδια στιγμή τα δαιμόνια να παρακαλούν τον Άγιο να μην τα εκδιώξει. Παρά το άξιον θαυμασμού γεγονός, ο Λυσίας προτείνει και πάλι στον Ευγένιο να προσφέρει θυσία στους ειδωλολατρικούς θεούς. Ο Άγιος όμως ειρωνευόμενος, αρνείται την πρόταση αυτή. Υπομένοντας τα φριχτά βασανιστήρια που ακολουθουν, ο Ευγένιος δεν υποκύπτει, παραμένει προσηλωμένος στην πίστη του. Έξαλλος, τότε ο Δούκας διατάζει να ετοιμασθεί μια μεγάλη κάμινος και να ριχθούν μέσα και οι τέσσερεις συναθλητές. Άγγελος Κυρίου αφαιρει εξαίφνης τη δύναμη της φωτιάς κι’ έτσι, οι δήμιοι που καταφθάνουν τρεις ημέρες αργότερα στον τόπο του μαρτυρίου αντικρίζουν τους τέσσερεις πιστούς σώους και αβλαβείς. Συνειδητοποιώντας αυτό το αληθινά μεγάλο θαύμα, οι τρεις δήμιοι αλλάζουν πίστη και προσέρχονται στο Χριστιανισμό. Αποφασισμένος ο Λυσίας να εκτελέσει την εντολή που του ειχε δοθει, διατάζει τον αποκεφαλισμό των τριών συναθλητών και τη σταύρωση του Ευγενίου. Τα σώματα των τριών μαρτύρων κλέπτονται από ευσεβείς χριστιανούς, οι οποίοι, όμως, λόγω της έντονης κακοποίησής τους, αδυνατούν να τα αναγνωρίσουν. Και, ω του θαύματος!, τα σώματα των συναθλητών βρίσκονται στον τόπο της καταγωγής του καθενός, όπου θάβονται με ιδιαίτερες τιμές. Εν αντιθέσει, ο Ευγένιος, που βρίσκεται κρεμασμένος στο σταυρό μέσα στη φυλακή, ελευθερώνεται και με τη βοήθεια Αγγέλου θεραπεύονται οι πληγές του. Οι συγκρατούμενοί του, άφωνοι από το μεγαλείο του θαύματος, προσέρχονται και αυτοί στο Χριστιανισμό. Εξοργισμένος, πλέον, ο Λυσίας καλεί και πάλι τον Ευγένιο να παρουσιαστεί μπροστά του, αποδίδει τη θεραπεία των οπων του σε «μαγικές ιδιότητες» του Αγίου και διατάζει τον αποκεφαλισμό του. Ο τόσο φριχτός και συγκλονιστικός θάνατός του ηλθε την 21η Ιανουαρίου του 290μ.Χ. Το σκήνωμά του κλάπηκε και τάφηκε πλησίον του τόπου του μαρτυρίου του, όπου και χτίστηκε ο ναός των Ποντίων «Άγιος Ευγένιος» προς τιμήν του! Τα πρώτα κείμενα που βρέθηκαν να αναφέρονται στο ασύλληπτο αυτό μαρτύριο ανηκουν στον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Ιωάννη Ξιφιλινό. Χρονολογουνται δε από το 1042, ενώ με νέα δεδομένα τα θαύματα του Αγίου καταγράφηκαν (και πάλι από τον Ιωάννη Ξιφιλινό) στον κώδικα της μονης Διονυσίου (έκδοση 154). Εκτενής αναφορά στο μαρτύριο το δικό του και των συναθλητών του γίνεται και στο Αρχειο του Πόντου (1953/τόμος 18/σελ.163). Ενώ, το αρχαιότερο συναξαρικόν κείμενο της Κωνσταντινουπόλεως χρονολογείται τον 11ο αιώνα μ.Χ. Παρά το μέγεθος των ανωτέρω γεγονότων, η σημερινή θέση του μεγαλομάρτυρος αγίου των Ποντίων στην Ορθοδοξία δεν είναι εκεινη που αξίζει στον σημαίνοντα βίο του και την αξιομνημόνευτη προσφορά του στο Χριστιανισμό, μέσω του μαρτυρίου του. Η μνήμη του προστάτη αγίου τιμάται στη Μονή του Αγίου Διονυσίου στο Άγιο Όρος, αδιάλλειπτα, από το 1375 μ.Χ. .έως και σήμερα, τόσο στις 21 Ιανουαρίου, ημέρα του μαρτυρίου του, όσο και στις 24 Ιουνίου, ημέρα των γενεθλίων του, ενώ τα τελευταία χρόνια τιμαται και από το σύλλογο της Καλλιθέας, Αργοναυται – Κομνηνοί, στις 21 Ιανουαρίου. Αυτές είναι οι μόνες εκδηλώσεις μνήμης ενός Αγίου, του δικου μας Αγίου, τον οποίο λόγοι πολιτικοί μας επιβάλλουν να εξορίσουμε από τη μνήμη μας. Στη διατήρηση της ακεραιότητας της Τουρκίας πάση θυσία βρίσκεται η υπαιτιότητα του γεγονότος αυτού. Κάθε αναφορά στην Τραπεζούντα και τον Άγιο Ευγένιο επαναφέρει ζητήματα ιστορικά δέουσας σημασίας. Ωστόσο, δεν έχει γίνει καμία προσπάθεια από το Οικουμενικό Πατριαρχείο να αναγερθεί νέος ναός του Αγίου Ευγενίου, καθώς ο πρώτος έχει μετατραπεί από το 1461 μ.Χ. σε τζαμί (γενί τζαμί τζουμασί), όταν έγινε η άλωση της Τραπεζούντας από το Μωάμεθ, τον κατακτητή, ενώ ενδεικτική είναι και η χηρεία της θέσης του μητροπολίτη Τραπεζούντος από το 1922 μ.Χ. μέχρι σήμερα. Απαράδεκτη κρίνεται, επίσης, η ηχηρή απουσία του Αγίου Ευγενίου από το εορτολόγιο των Ορθοδόξων. Οι Πόντιοι έχουμε στερηθεί το δικαίωμα στην ιστορική μνήμη και, εδώ και πέντε αιώνες, στερούμαστε και το δικαίωμα στη θρησκεία μας, το αναφαίρετο δικαίωμα να λατρεύουμε και να δοξάζουμε το δικό μας Άγιο!
Το κείμενο αποτελεί ενημέρωση στον προαύλιο ναό του Αγίου Ευγενίου από τον Χρόνη Αμανατίδη
Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής
Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής γεννήθηκε το 580 στην Κωνσταντινούπολη από επιφανή οικογένεια και έλαβε την ανώτερη για την εποχή του μόρφωση. Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος (610-641) τον προσέλαβε αρχικά ως αρχιγραμματέα του αλλά λίγα χρόνια αργότερα παραιτήθηκε και εκάρη μοναχός σε μονή της Χρυσούπολης απέναντι από την Κωνσταντινούπολη. Εκεί εκλέχτηκε ηγούμενος και απέκτησε πιστό μαθητή τον Αναστάσιο που τον ακολούθησε σε όλη του τη ζωή. Το 624 βρίσκεται για δύο χρόνια στη Κύζικο, ενώ το 626 φεύγει για την βόρεια Αφρική. Για αρκετό χρονικό διάστημα μένει στην Κρήτη, ενώ την Πεντηκοστή του 632 πηγαίνει στην Καρχηδόνα, όπου συναντάται με τον Σωφρόνιο. Από εκεί τον βρίσκουμε το 645 στη Ρώμη. Το 647 ο αυτοκράτορας Κώνστας εξέδωσε τον Τύπο, με τον οποίο απαγορευόταν οι συζητήσεις περί μίας η δύο θελήσεων και ενεργειών του Χριστού. Ως γνωστόν η Δ΄ ἐν Χαλκηδόνι Οικουμενική Σύνοδος (451) κατεδίκασε την αίρεση του μονοφυσιτισμού, το αυτό έπραξε και η Ε΄ ἐν Κωνστανινουπόλει (553). Παρά τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων και τους αυστηρούς νόμους των αυτοκρατόρων, ο μονοφυσιτισμός δεν εξαλείφθηκε και έτσι οι περιοχές της Συρίας, Παλαιστίνης, Αιγύπτου, Μεσοποταμίας και Αρμενίας παρέμειναν χωρισμένες από το κέντρο της αυτοκρατορίας, συνέστησαν δε εκκλησίες αποκομμένες από την κοινωνία με την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Κατά τον έβδομο αιώνα, εποχή των περσικών και αραβικών επιδρομών, η αυτοκρατορία αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα με τις ανατολικές μονοφυσιτικές περιοχές, από τις οποίες προερχόταν κατά το μεγαλύτερο μέρος και το στράτευμα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ο αυτοκράτωρ Ηράκλειος (610-641), Αρμένιος ο ίδιος στην καταγωγή και ο πατριάρχης Σέργιος (610-638), Σύρος, για να μη χάσει η αυτοκρατορία τις ανατολικές επαρχίες, θέλησαν να συγκρατήσουν τους μονοφυσιτικούς πληθυσμούς με θεολογικές εκφράσεις οικειότερες προς τον δικό τους τρόπο θεολογικής σκέψης. Ως λύση που επινοήθηκε ήταν ο μονοθελητισμός και ως συνέπειά του, ο μονοενεργητισμός, του οποίου εισηγητής υπήρξε ο πατριάρχης Σέργιος, υποστηρικτής ο αυτοκράτωρ Ηράκλειος και εκφραστής ο διαδεχθείς στον πατριαρχικό θρόνο τον Σέργιο, Πύρρος (638-642, 654). Ο Σέργιος και Πύρρος συντάσουν την «Έκθεση», μονοθελητικού περιεχομένου, προκειμένου να επιτευχθεί η ένωση των μονοφυσιτικών εκκλησιών της ανατολής με την αυτοκρατορία, που δημοσιεύθηκε το 638 με την υπογραφή του Ηρακλείου και επικυρώθηκε από ενδημούσα στην Κωνσταντινούπολη Πατριαρχική Σύνοδο, που συνεκάλεσε ο Πύρρος, για να υποστηρίξει τις μονοθελητικές απόψεις. Η σύνοδος του Λατερανού (649), της οποίας κύριο πρόσωπο ήταν ο άγιος Μάξιμος, καταδίκασε το Μονοθελητισμό. Τότε, συνελήφθηκε από τον έξαρχο της Ιταλίας Θεοδόσιο, οδηγήθηκε στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τους δύο μαθητές του με το όνομα Αναστάσιος. Είχε ήδη οδηγηθεί εκεί και ο Πάπας Μαρτίνος και είχε εξορισθεί στη Χερσώνα για δήθεν πολιτική συνωμοσία (653). Το ίδιο έγκλημα, χωρίς αποδείξεις, αποδόθηκε και στον Άγιο Μάξιμο. Αφού κατάλαβαν ότι δεν πρόκειται να υποχωρήσει τον εξορίζουν μαζί με τους άλλους δύο στην Βιζύη της Θράκης (655). Έπειτα τους ανακαλούν στην Κωνσταντινούπολη, για νέα ανάκριση και μετά την άρνησή τους να υπογράψουν τον Τύπο τους στέλνουν εξορία στα Πέρβερα (656). Μετά έξη χρόνια τους καλούν πάλι στη Κωνσταντινούπολη για μία τρίτη προσπάθεια να τους πάρουν με το μέρους τους. Αφού και οι τρεις αρνήθηκαν να υποκύψουν, αναθεματίσθηκαν, κακοποιήθηκαν και διαπομπεύθηκαν.
Μετά από αυτά οδηγήθηκαν και οι τρεις, ο καθένας χωριστά σε τόπους εξορίας στην Αλανία. Ο άγιος Μάξιμος φυλακίστηκε μόνος στο φρούριο Σχίμαρις, όπου υπέκειψε στις ταλαιπωρίες και τα γηρατειά του τον Αύγουστο του 662. Η μνήμη του εορτάζεται στις 13 Αυγούστου και στις 21 Ιανουαρίου.
Άγιος Μάξιμος ο Γραικός, ο Βατοπαιδινός
Ο άγιος Μάξιμος ο Βατοπαιδινός ή Γραικός, λογιώτατος μοναχός, διακρίθηκε ως θεολόγος, φιλόσοφος, συγγραφέας και ποιητής κατά το 16ο αιώνα, υπήρξε «φωτιστής και αναμορφωτής του ρωσικοῦ έθνους».
Γεννήθηκε στην Άρτα το 1470 από πλούσια, επιφανή και ευσεβή οικογένεια και ονομαζόταν Μιχαήλ Τριβώλης. Μετά τη βασική παιδεία στα σχολεία Άρτας και Κέρκυρας πήγε στην Ιταλία για ανώτερες σπουδές.
Ποθώντας να επιτύχει τον ύψιστο ανθρώπινο προορισμό, τη θέωση, αφού διαπίστωσε τη ματαιότητα κάθε επίγειας δόξας και σοφίας, αποφάσισε νά ἀφοσιωθεῖ στόν Κύριο και έγινε μοναχός στη Ι. Μ. Βατοπαιδίου. Εκείασκήθηκε περίπου 10 χρόνια και απόκτησε τις υψηλές μοναχικές αρετές ( υπακοής, εγκράτειας, ταπεινώσεως, ακτημοσύνης και της αγάπης). Με την ἀδιάλειπτη προσευχή ένωσε τη ψυχή του με το Θεό και έγινε κατοικία του Αγίου Πνεύματος. Στη πλούσια βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς μελέτησε τα σπάνια βιβλία και χειρόγραφα και απόκτησε τη σοφία των προγενεστέρων οσίων.
Οι Πατέρες της Μονῆς του ανέθεταν εργασίες εκτός Μονής, της οποίες χρησιμοποιοῦσε ως ευκαιρίες για να στηρίξει το λαό μας, που ήταν υπόδουλος στους Τούρκους. Το 1515 ο Τσάρος Βασίλειος Ιβάνοβιτς ζήτησε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και από τον «Πρῶτο» του Αγίου Ὀρους έμπειρο, λόγιο και ενάρετο μοναχό για να μεταφράσει εκκλησιαστικά κείμενα στη ρωσική γλώσσα και να διορθώσει λανθασμένες μεταφράσεις και αντιγραφές της Α. Γραφής και Πατερικών κειμένων. Ο κλήρος έπεσε στον επιφανή μοναχό Μάξιμο τον οποίον υποδέχθηκαν στη Μόσχα ο μητροπολίτης Βαρλαάμ και ο Τσάρος το 1516.
Ὁ Μάξιμος ανέπτυξε μεγάλο συγγραφικό, μεταφραστικό, διορθωτικό, ερμηνευτικό έργο και συμβουλευτικό έργο. Υπήρξε ο πρώτος μύστης των Ρώσων στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία και φιλολογία., εισηγαγε την τυπογραφία, φρόντιζε να μορφώνει πλήθος ανθρώπων, πού έγιναν συνεχιστές του έργου του. Αναδείχθηκε όχι μόνον Ιεραπόστολος αλλά και εκπολιστιστής του ρωσικού λαού, που βρισκόταν σε κατάσταση αγραμματοσύνης και αμάθειας.
Τό ομολογιακό του έργο και η ιεραποστολική του δράση διάρκεσε για μια οκταετία. Του επιφύλασσε όμως βαρύ σταυρό. Λόγω ατασθαλιών πολιτικών και ορισμένων εκκλησιαστικών φορέων αναγκάσθηκε να διαμαρτυρηθεί και να ελέγξει κάποιους, με βάση τις ευαγγελικές αξίες. Ο Μάξιμος αντιμετώπισε την έχθρα του Τσάρου και του νέου μητροπολίτη της Ρωσίας Δανιήλ, που αγνοούσαν το ειλικρινές ενδιαφέρον του αγίου για τη σωτηρία τους και τη ευθυδρομία της Ρωσικής Εκκλησίας.
Καταδικάσθηκε, ως δήθεν αιρετικός, σε ισόβια φυλάκιση σιδηροδέσμιος, σε στέρηση της μεταλήψεως των θείων μυστηρίων, σε απομόνωση και απαγόρευση της επικοινωνίας με τους υπόλοιπους πιστούς, δεν του επιτρεπόταν η αλληλογραφία και η ανάγνωση βιβλίων. Στη φυλακή δύο σκληροί και απάνθρωποι δεσμοφύλακες τον βασάνιζαν για έξι χρόνια · όπως ο έγραφε ο ίδιος «ετηρούμην εγκάθειρκτος εν δεσμοίς και εθανατούμην δια του ψύχους, του καπνού και της πείνης». Πολλές φορές ο Μάξιμος έπεφτε σε πλήρη απώλεια των αισθήσεων, μέχρι νεκρώσεως. Συνολικά διατέλεσε σε σιδηρά δεσμά δεκατέσσερα χρόνια (1525-1539)· το σύνολο δε του χρόνου της φυλακίσεώς του ήταν 26 χρόνια.
Ο άγιος Μάξιμος τα υπέφερε όλα με υπομονή, ἀνεξικακία και πραότητα λόγω της ταπείνωσεώς του. Η ὑπομονή του οφειλόταν στη θεία βοήθεια. Άγγελος, κατέβηκε στη φυλακή και πρόσφερε σ᾿ αυτόν το Σώμα και Αίμα του Κυρίου Ιησού. Μετά από αυτό το θαύμα μέσα σε θεία έξαρση σύνθεσε και έγραψε με κάρβουνο στο τοίχο της φυλακής Κανόνα στο Άγιο Πνεύμα. Ο Άγγέλος, που του εμφανίσθηκε τον προέτρεψε: «Μάξιμε, να κάνεις υπομονή εις τα ενταύθα δεινά δια να εκφύγεις τα δεινά της αιωνίου κολάσεως». Έτσι από θεία πληροφορία, απόκτησε πλήρη επίγνωση ότι εκπληρώνει το θείο θέλημα, και με μεγάλη ταπείνωση πνεύματος, έβαλε στην καρδία του ότι αυτός είναι ὁ τελευταίος άνθρωπος πάνω στή γη, και ότι ο Κύριος επέτρεψε τα δεινά για να τον οδηγήσει στην πνευματική τελειότητα.
Κατα τη διαμονή του στη Μονή Οτρότς ἀπό τό 1531-1551 δόθηκε με θεία νεύση, σχετική ελευθερία προς επικοινωνία, ενώ βρισκόταν στη φυλακή. Έτσι εξακολούθησε να μεταφράζει στη ρωσική γλώσσα ἱερά κείμενα, να συγγράφει αντιαιρετικά έργα χάριν προστασίας και διαφωτισμού του ρωσικού λαού και να παρηγορεί τους όσους Χριστιανούς τον επισκέπτονταν στήν φυλακή. Ο μητροπολίτης Μακάριος τον ἔλυσε από τον άδικο κανόνα της ακοινωνησίας (1543) ποη διάρκεσε 18 χρόνια.
Κατά διαστήματα παρακαλούσε θερμά να αφεθεί ελεύθερος, για να επιστρέψει στην πολυπόθητή του Μονή στον Άθωνα, δίχως όμως ανταπόκριση. Αιτήσεις για την απελευθέρωση του αγίου Μαξίμου υπέβαλαν προς τον Τσάρο οι πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Ἱεροσολύμων, Αλεξανδρείας καθώς και η Μονή Βατοπαιδίου.
Η επιστροφή του κρίθηκε επικίνδυνη από τον Τσάρο και την τότε Εκκλησία, γιατί γνώριζε όλα τα αρνητικά της πολιτικής και εκκλησιαστικης ζωής της Ρωσίας και φοβόντουσαν ότι θα τους εξέθετε στην κοινή γνώμη, επιπλέον δε ότι θα φανέρωνε και την κακία που εφαρμόστθηκε σ’αυτόν.
Το 1551 ο νέος Τσάρος, διάταξε να μεταφερθεί στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου, διακόπτοντας την ποινή της φυλάκισεώς του.
Ο άγιος Μάξιμος, 86 ετών γέροντας καταβεβλημένος από τις κακουχίες της ισόβιας φυλάκισεώς του, στις 21 Ιανουαρίου του 1556, ημέρα που η Εκκλησία τιμά τον ομώνυμο και προστάτη του άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, και, στην Ι. Μ. Βατοπαίδιου οι πατέρες και αδελφοί του τιμούσαν κατα το έθος την εορτή της Παναγίας της Παραμυθίας, παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Κυρίου, για να τον αναπαύσει από τους κόπους και τους πόνους του.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο προέβη στον κανονισμό ως αγίου του Μαξίμου του Γραικοῦ το 1988. Τον ίδιο χρόνο κανονίσθηκε ως άγιος και από τη Ρωσική Ἐκκλησία. Η ανακομιδή του λειψάνου του έγινε στις 21 Ιουνίου 1996 (π. ἡμ.), ενώ η παράδοση μέρους των λειψάνων στην Ι. Μ. Βατοπαιδίου, έγινε στις 8 Ἰουλίου 1997 (π. ἡμ.). Οι εορτασμοί μετακομιδής του λειψάνου του στη Μ. Βατοπαιδίου έγιναν στις 14 Ἰουλίου 1997 (π. ἡμ.).
Ταις αυτού αγίαις πρεσβείαις Χριστέ ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν .
Βίος της Αγίας Μάρτυρος Αγνής
Καταγωγή
Η Αγία Αγνή έζησε στους πρώτους χρόνους του Χριστιανισμού, στον καιρό των τρομερών διωγμών. Καταγόταν από την θεομάχο και κοσμοκράτειρα Ρώμη. Είχε λαμπρούς και
ευγενείς γονείς. Ήταν από αριστοκρατικό γένος. Η Αγνή ήταν αγνή και στο σώμα και στην ψυχή. Το επώνυμο της δεν το γνωρίζουμε. Πάντως, η ζωή της συμφωνούσε απόλυτα
με το όνομά της. Ήταν νέα δεκαεξάχρονη αγνή, αγνοτάτη. Είχε ζωή αγνή και καθαρή σαν κρύσταλλο. Ζούσε σε ειδωλολατρικό περιβάλλον, αλλά αυτή εργαζόταν ιεραποστολικά,
για να διαδώσει την πίστη του Χριστού και πιο πέρα.
Η Αγνή είχε ένθεο και μεγάλο ζήλο. Μάζευε στο σπίτι της διάφορες φίλες της και τις πρότρεπε να γνωρίσουν τον Χριστό ως Θεό και Αυτόν μόνον να λατρεύουν για Θεό, διότι οι
άλλοι ήσαν ψεύτικοι θεοί. Η Αγνή, καίτοι νεαρή, εν τούτοις ποτέ δεν έπαυε να διδάσκει τα λόγια τού Χριστού σε όσες γυναίκες έρχονταν κοντά της. Τις διαφώτιζε και στο θέμα της
σωφροσύνης και της ηθικής καθαρότητος. Συνεβούλευε να αγαπήσουν τον Αληθινό Θεό και εκείνον να λατρεύουν.
Όλα αυτά μαθεύτηκαν και προκάλεσαν, φυσικά, την αγανάκτηση τού Άρχοντα της Ρώμης. Διέταξε να την φέρουν κοντά του. Άρχισε να της, λέγει να θυσιάσει στα είδωλα.
Διαφορετικά η τιμωρία, που την περίμενε θα ήταν τρομακτική. Δεν δίστασε μάλιστα να της πη ότι, όταν αρνηθεί θα την ρίξει σε πορνοστάσιο. Γνώριζε, ότι για μια νέα Χριστιανή,
αυτό θα ήταν το μεγαλύτερο μαρτύριο. Η απάντησης όμως της Αγνής προς τον Ρωμαίο άρχοντα ήταν θαρραλέα και άξια θαυμασμού.
—Ούτε στους θεούς σου θυσιάζω, ούτε για το πορνοστάσιο με ενδιαφέρει, διότι πιστεύω ακράδαντα, πως ο Θεός θα με φυλάξει απ’ όλα αυτά, τού απάντησε.
Η Μάρτυς διαπομπεύεται
Ο εγωιστής και βάρβαρος άρχοντας, δεν μπορούσε να ακούει αυτές τις θαρραλέες απαντήσεις και θέλησε να ρεζιλέψει την Αγία. Γι αυτό κάλεσε εκεί τον άνθρωπο, που είχε το
πορνοστάσιο με τις διεφθαρμένες γυναίκες. Προηγουμένως της έβγαλε τα ενδύματα και την άφησε με ένα μόνο φόρεμα. Έτσι ημίγυμνη διέταξε να την περιφέρουν μέσα στην
πόλη και να την βλέπουν οι άνθρωποι. Θέλησε να την ρεζιλέψει. Δεν ήταν χειρότερη τιμωρία για την αγνοτάτη παρθένο Αγνή, από αυτή την διαπόμπευση μέσα στους δρόμους
της Ρώμης. Και όμως χάριν του Χριστού την υπέμεινε.
Θάνατος αμαρτωλών πονηρός
Αφού την περιέφεραν ημίγυμνη στους κεντρικότερους δρόμους της πόλεως, την παρέλαβε τότε και την έφερε πράγματι ο πορνοστασιάρχης στο πορνοστάσιο. Πως η Αγία θα
αντέξει το μαρτύριο; Γι αυτό προσευχόταν στο Θεό να την προστατέψει από την αμαρτία. Και ο Θεός την προστάτεψε, ώστε να μείνει αμόλυντη και να μη χάσει τον θησαυρό της
παρθενίας.
Ήρχοντο εκεί πολλοί για να την ατιμάσουν. Κανένας όμως από αυτούς δεν μπόρεσε να επιτύχει αυτό που ήθελε, διότι μόλις την πλησίαζαν ναρκώνονταν και έτσι εμποδιζόταν!
Η επιθυμία τους ψυχραινόταν τόσο, που γινόντουσαν σαν νεκροί! Αυτό έκαμε εντύπωση σε όλους, που το πληροφορήθηκαν. Τότε παρουσιάσθηκε και κάποιος υπερήφανος,
που κόμπαζε και υπερηφανευόταν πολύ. Έλεγε, ότι ούτος θα ατιμάσει οπωσδήποτε την Αγία. Και σαν θηλυμανής ίππος, πλησίασε την παρθένο. Η αδύνατη Αγνή κατέφυγε
στην προσευχή, στο Νυμφίο της Χριστό. Και ω του θαύματος! Ο Χριστός επενέβει και νεκρώθηκε. Έπεσε στη γη πεθαμένος, λες και τον βάρεσε κεραυνός. Κάποιος που
βρέθηκε εκεί κοντά και είδε το θαύμα, εφώναξε:
—Μεγάλη η πίστης των Χριστιανών.
Το θαύμα αυτό διαδόθηκε αμέσως σ’ όλη την Ρώμη. Πολλοί από θαυμασμό ήρχοντο εκεί για να δουν την Άγια Αγνή την ηρωίδα του Χριστού, τη θαυματουργό! Θαύμαζαν τότε
και ομολογούσαν:
—Μεγάλη είναι η δύναμις τού Χριστού.
Πολλοί τότε πιστέψανε.
Και πάλι στο κριτήριο
Ο Άρχοντας, όταν πληροφορήθηκε όλα αυτά, και τον μυστηριώδη θάνατο τού βρωμερού εκείνου, διέταξε να φέρουν την Αγνή μπροστά του. Ήταν πολύ αγριεμένος και
στενοχωρημένος. Με πικρόχολα και αυστηρά λόγια της λέγει:
—Δεν μου λες, παμπόνηρο κορίτσι, με ποιόν τρόπο θανάτωσες τον νέον;
Και η Αγία, με όλο το θάρρος και την ειλικρίνεια της, τού εξιστορεί το θαύμα:
—Άκουσε, Άρχοντα. Όταν εσύ διέταξες να με ατιμάσουν και με έφερναν στο καταραμένο και σιχαμερό εκείνο σπίτι, με ακολούθησε ένας ασπροντυμένος νέος. Αυτός ο νέος
καθόταν κοντά μου και νέκρωνε την επιθυμία εκείνων, που με πλησίαζαν. Ο ίδιος θανάτωσε και τον νέον αυτόν και τον έκαμε, όπως βλέπεις. Και τούτο, διότι με πλησίαζε με
υπερηφάνεια και θρασύτητα, και είχε σκοπό να με ατιμάσει, να αμαρτήσει, να με κάμει και μένα ν’ αμαρτήσω.
—Και ποιός είναι εκείνος ο ασπροντυμένος, που σε βοήθησε; την έρωτα ξανά ο Άρχοντας.
—Ο Κύριος και Θεός μου, τού απάντησε, έστειλε τον Άγγελο του και με εφύλαξε από κάθε ατιμία και προσβολή.
—Για να μας αποδείξεις, ότι λες αλήθεια, παρακάλεσε τον Θεό σου ν’ αναστηθεί αυτός ο νεκρός, λέγει ο άρχοντας.
—Ο Χριστός μου, λέγει η Αγία, έχει την δύναμη να τον αναστήσει. Να δούμε όμως, αν θα πιστέψετε σεις;
Η Αγία τότε γονάτισε, σήκωσε τα χέρια προς τον Ουρανό και με κλαμένα από τη συγκίνηση και θερμή πίστη μάτια, προσευχήθηκε στο Θεό. Το θαύμα έγινε! Ο νεκρός
αναστήθηκε και περπατούσε, όπως και πρώτα!
Το στεφάνι του Μαρτυρίου
Το θαύμα τούτο το είδαν όλοι, όσοι βρέθηκαν εκεί και τα χάσανε. Άλλοι από αυτούς πίστεψαν και έγιναν Χριστιανοί. Άλλα και άλλοι απέδωκαν το θαύμα σε μαγεία και έμειναν οι
δύστυχοι στην απιστία τους. Φώναξαν δε στον άρχοντα να την φονεύσει, διότι, δήθεν, ήταν μάγισσα. Έτσι ο σκληρός και πορωμένος άρχοντας δίδει διαταγή να ανάψουν φωτιά.
Εκεί μέσα θα έριχνε την Αγία, για να την κάψει ζωντανή. Αμέσως η διαταγή έγινε έργον. Ανάψανε μια μεγάλη φωτιά στην μεγάλη αυλή του Διοικητηρίου. Οι φλόγες υψώνονταν
και η φωτιά τριζοβολούσε.
Η Αγία όμως μένει άφοβη. Κάμνει το σημείο τού Σταυρού. Έτσι σφράγισε τον εαυτό της, με το παντοδύναμο όπλο. Ύστερα μπήκε στη μέση της φωτιάς με μεγάλο θάρρος.
Σαν τους τρεις παίδες μέσα στο καμίνι της φωτιάς, προσευχότανε, μέχρις ότου οι φλόγες έκαψαν το παρθενικό και ανέγγιχτο από βέβηλα χέρια σώμα της. Την αγία ψυχή της
έφεραν φτερωτοί άγγελοι κοντά στο Θεό. Ο Θεός της εφύλαξε τον θησαυρό της παρθενίας.
Μόλις έσβησε η φωτιά, μερικοί πιστοί Χριστιανοί σήκωσαν κρυφά και ευλαβικά τα τίμια οστά της και τα ενταφίασαν. Δόξασαν συγχρόνως τον Θεό, για την γενναιότητα και το
θάρρος, που δίδει στους μάρτυρες Του.
Η Άγια και η Αρχαιολογία
Στη Ρώμη υπάρχει η Κατακόμβη της Αγίας Αγνής. Είναι από τις ονομαστότερες κατακόμβες. Κατ’ αρχάς ήσαν ιδιωτικά κοιμητήρια. Κατόπιν όμως έδιδαν την ονομασία επιφανών
Αγίων. Την ονομασία της Αγίας Αγνής την έδωσαν γιατί εκεί ετάφη η παρθενομάρτυς Αγνή. Είναι κατακόμβη με πολλούς ορόφους. Έχει πάρα πολλούς τάφους πρώτων
Χριστιανών αλλά και μαρτύρων κατά μέγα μέρος, όπως π.χ. της Αγίας μάρτυρος Σαβίνης. Ο Μεγάλος Κωνσταντίνος προς τιμήν της Αγίας Αγνής έχει κτίσει εκεί στην Ρώμη
βασιλική. Έκτισε ένα θαυμάσιο δηλαδή Ναό, με τρία κλίτη και υπερώα, όπως συνηθίζεται στην Ελλάδα.
Το θαύμα της Κωνσταντίνης
Η θυγατέρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, Κωνσταντίνη και αυτή ονομαζόμενη, έπασχε από αθεράπευτη ασθένεια. Οι καλλίτεροι και ονομαστότεροι γιατροί της Ανατολής και της
Δύσεως δεν μπορούσαν να την θεραπεύσουν. Αύτη κατέφυγε στην Αγία Αγνή. Την παρακαλούσε με δάκρυα να την σώσει. Και όντως! Με τη μεσιτεία της Αγίας Αγνής
θεραπεύθηκε. Εις ένδειξη δε ευγνωμοσύνης η Κωνσταντίνη κατασκεύασε μαρμάρινη λάρνακα και τοποθέτησε εκεί τα οστά της Αγίας. Σήμερα αυτή η λάρνακα είναι μέσα στο
ναό της Αγίας. Στη μέση η λάρναξ απεικονίζει την Αγία σε νεαρά ηλικία να προσεύχεται. Αργότερα, κοντά στον τάφο της Άγιας Αγνής εξέπνευσε η Παρθενομάρτυς Εμερζιάνα,
που κατέφυγε εκεί λιθοβολουμένη από τους άπιστους. Σήμερα το λείψανο της Άγιας ευρίσκεται σε ασημένια λειψανοθήκη, που έφτιαξε ο Πάπας τον 17ον αιώνα.
Οι άλλες δύο αγίες
Έκτος αυτής της Αγίας Αγνής, υπάρχουν και δύο άλλες με το ίδιον όνομα.
Η μία εξ αυτών εορτάζεται την 14ην Ιανουαρίου. Αυτήν την έριξαν στη φυλακή και εκεί απέθανε από τα μαρτύρια. Δια τούτο και το Συναξάρι της λέγει:
«Η Αγία Μάρτυς Αγνή εν σκοτεινή φρουρά βληθείσα τελειούται».
Διεσώθη και το έξης δίστιχον δι’ αυτήν:
«Αγνήν άναγνοι θέντες εις οίκον σκότους, πάμφωτον αυτή προυξένησαν οικίαν».
Επίσης υπάρχει και τρίτη Άγια Αγνή, η οποία εορτάζεται την 20ην Ιανουαρίου. Αυτή μαρτύρησε με τον Άγιο Θύρσο. Περισσότερα δεν γνωρίζουμε περί αυτής.
Το Συναξάρι της λέγει:
«Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Θύρσου και Αγνής, ών η σύναξις τελείται πλησίον των Ελενιανών».
Υπάρχει και το εξής δίστιχον εις αυτούς:
«Θύρσος συν Αγνή Χριστόν ηγαπηκότες θάνατον ηγάπησαν ασμένως πάνυ».
Στίχος
Ὑπὲρ νέον σοι μόσχον, ὡς Δαυὶδ λέγει Ἤρεσκεν Ἁγνὴ πυρπολουμένη, Λόγε.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον
Φερωνύμως ἁγνείας ὤφθης κειμήλιον, καὶ ἀνδρικῶς ἠγωνίσω ὑπὲρ τῆς δόξης Χριστοῦ, καλλιπάρθενε σεμνὴ Ἁγνὴ πανεύφημε· ὡς γὰρ θυσία καθαρά,
προσενήνεξαι αὐτῷ, τελέσασα τὸν ἀγῶνα, διὰ πυρὸς Ἀθληφόρε, καὶ τοῦ ἐχθροῦ τὴν πλάνην ἔφλεξας.
Κοντάκιον. Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον
Παρθενίας λάμπουσα, μαρμαρυγαῖς ἀκηράτοις, μαρτυρίου ἤνυσας, περιφανῶς τοὺς ἀγῶνας· πίστει γὰρ, καὶ θείῳ ἔρωτι φλεγομένη, ἤνεγκας, πυρὸς τὴν καῦσιν
ἀνδρειοφρόνως, καὶ πρὸς φῶς τῆς ἄνω δόξης, Ἁγνὴ θεόφρον, χαίρουσα ἔδραμες.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῆς ἁγνείας ἄνθος τερπνόν, Ἁγνὴ Ἀθληφόρε, νύμφη ἄμωμε τοῦ Χριστοῦ· χαίροις ἡ ὡς θῦμα, Κυρίῳ προσαχθεῖσα, διὰ πυρὸς τελέσασα τὸν ἀγῶνά σου.