19 Αυγούστου μνήμη του Αγίου μάρτυρος Ανδρέου του Στρατηλάτου και των συν αυτώ και του Οσίου Θεοφάνους του εν Ναούση
Άγιος Ανδρέας ο Στρατηλάτης και συν αυτώ δύο χιλιάδες πεντακόσιοι ενενήντα τρεις Μάρτυρες
Η δύναμη της προσευχής
Στον καιρό του ασεβέστατου Ρωμαίου Αυτοκράτορα Μαξιμιανού, μάς μεταφέρει το Συναξάρι του σήμερα εορταζομένου Αγίου Ανδρέου του Στρατηλάτου, αδελφοί μου. Ο Ανδρέας ήταν Χριστιανός αξιωματικός, υπό τις διαταγές του ειδωλολάτρη Αρχιστρατήγου Αντιόχου. Απ’ αυτόν ετέθη επικεφαλής ενός μικρού στρατιωτικού σώματος και έλαβε την εντολή να αποτρέψει τους Πέρσες οι οποίοι είχαν παραβιάσει ένα σημείο των ρωμαϊκών συνόρων. Οι στρατιώτες του, όμως, ήταν κυριευμένοι από φόβο, επειδή ο εχθρός ήταν πολυάριθμος και είχε πολλές νίκες στο ενεργητικό του. Ο Ανδρέας βεβαίωσε τους στρατιώτες του πως ο θρίαμβος της νίκης θα είναι με το μέρος τους, αν όλοι, με πραγματική πίστη, προσευχηθούν και επικαλεσθούν το παντοδύναμο όνομα του Ιησού Χριστού. Διότι τα πάντα μπορεί να καταφέρει ο Χριστιανός συν τη δυνάμει του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού1 Πράγματι, τα λόγια του Ανδρέα ανύψωσαν το ηθικό των στρατιωτών, με αποτέλεσμα να συντρίψουν το πολυπληθές στράτευμα του εχθρού. Ο Αντίοχος επαίνεσε δημόσια το κατόρθωμα αυτό, αλλά, όταν έμαθε ότι οι στρατιώτες ελκύστηκαν από τον Ανδρέα στην χριστιανική πίστη, έστειλε 1000 στρατιώτες να τους αφοπλίσουν και να τους στείλουν στα σπίτια τους. Ο Ανδρέας, όμως, μετά από συζήτηση προσείλκυσε και αυτούς στην πίστη. Εξοργισμένος τότε ο Αντίοχος, έστειλε ειδικό σώμα με έμπιστους αξιωματικούς και σκότωσε όλους τους χριστιανούς στρατιώτες. Μαζί, δηλ. με τον Άγιο Ανδρέα τον Στρατηλάτη μαρτύρησαν και άλλοι δύο χιλιάδες πεντακόσιοι ενενήντα τρεις Μάρτυρες στρατιώτες, την μνήμη των οποίων από κοινού τιμούμε σήμερα.
Δεν είναι η πρώτη φορά, που με την δύναμη του Χριστού, ολιγάριθμα στρατιωτικά σώματα, κατατροπώνουν πλήθη εχθρών. Η ιστορία έχει διασώσει πολλά ανάλογα περιστατικά, όπου οι Χριστιανοί καταφεύγουν, με την προσευχή στην δύναμη του Ιησού και των Αγίων, για να σωθούν και να νικήσουν.Όλοι θυμόμαστε την σωτηρία της Βασιλεύουσας Κωνσταντινουπόλεως από την Παναγία μας, όταν η Πόλη πολιορκούνταν από τους Άραβες και ήταν ουσιαστικά αφύλακτη.
Τότε ο λαός, με επικεφαλής τον Πατριάρχη, στον Ναό των Βλαχερνών, έψαλε τον Ακάθιστο Ύμνο και εναπέθεσε την ελπίδα της σωτηρίας του στον Χριστό και στην Παναγία Μητέρα Σου. Αλλά και στην σύγχρονη ιστορία μας, οι ολιγάριθμοι, αλλά ηρωικοί πολεμιστές του Έπους του 1940 μαρτυρούν για την προστασία της Παναγίας στις βουνοκορφές της Πίνδου, στον άνισο, αλλά νικηφόρο, Ελληνο-ϊταλικό πόλεμο, που οδήγησε στην ανέλπιστη και ανεπανάληπτη νίκη.
Όλα αυτά τα γεγονότα είναι καρπός της προσευχής προς τον Θεό, η οποία παρέχει στον αληθινά προσευχόμενο άνθρωπο δυνάμεις που δε μπορούσε να φανταστεί ότι διαθέτει. Για τις δυνάμεις αυτές μαρτυρούν κορυφαίοι επιστήμονες που ομολογούν ότι «η προσευχή αποτελεί, μέσα στην ολότητα του ανθρώπινου πολιτισμού, δύναμη τόσο πραγματική, όσο αποτελεί και η βαρύτητα, η οποία φέρει σ’ επαφή με την ανεξάντλητη κινητήρια δύναμη του σύμπαντος και δημιουργεί θαυμάσιες μεταβολές, ανακαινίσεις, εξυγιάνσεις και θεραπείες, όχι μόνο στη ζωή εκείνου ο οποίος προσεύχεται, αλλά και στη ζωή των άλλων, υπέρ των οποίων προσευχόμεθα»2
Βεβαίως, ουδέποτε η δύναμη του Θεού ενεργοποιείται, με την προσευχή, για την επίτευξη του κακού, για την ικανοποίηση εκδικητικών και μισαλλόδοξων αιτημάτων δήθεν προσευχομένων ανθρώπων. Ο Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς μάς θυμίζει ένα σχετικό Ευαγγελικό παράδειγμα: «Θυμηθείτε πως ο Κύριος απέρριψε την αίτηση των δύο Αποστόλων Σου, οι οποίοι ζήτησαν να καεί ένα αφιλόξενο χωριό 3. Ο Θεός εμφανίζεται ελεήμων ακριβώς με το γεγονός ότι δεν εκπληρώνει όλες τις προσευχές μας. Εάν ο Θεός εκπλήρωνε το κάθε αίτημα του κάθε ανθρώπου, το ανθρώπινο γένος θα είχε καταρρεύσει γρήγορα…»4
Αγαπητοί μου, η προσευχή είναι δώρο ανεκτίμητο, προσφορά ανυπολόγιστης αξίας του Θεού προς όλους μας, προσφορά της Θείας αγάπης. Η δύναμή της είναι αξεπέραστη, γιατί μέσα απ’ αυτήν αποκαλύπτεται η παντοδυναμία του Χριστού, που συμπληρώνει και ξεπερνά την δική μας αδυναμία. Ας την κάνουμε κτήμα μας, όχι μόνο για να νικήσουμε τους εξωτερικούς μας εχθρούς, να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες της ζωής ή να καταθέσουμε τα αιτήματά μας στον θρόνο του ουρανού. Ο Θεός γνωρίζει τα αιτήματα και τις ανάγκες μας πριν από εμάς. Να την χρησιμοποιήσουμε για να νικήσουμε τον εσωτερικό εχθρό, τον ίδιο μας τον εαυτό, που ηττάται από τις δυνάμεις του κόσμου και στερείται της χάριτος και του ελέους του Θεού. Να μάθουμε, δηλ. να προσευχόμαστε και τότε η καρδιά μας θα γίνειδεκτική του θελήματος του Θεού· τότε θ’ ακούσουμε τον Χριστό να μιλάει στην ψυχή μας. ΑΜΗΝ!
Αρχιμ. Επιφάνιος Οικονόμου
3 .Λοσκ. 9,54
-
«Δεν φτάνει μόνο η πίστη», σελ. 48
Άγιος Θεοφάνης ο εν Ναούση
Στην μεγάλη σωρεία των οσίων και των ασκητών της Σκήτης ήλθε να καταταγεί και ο Άγιος Θεοφάνης. Γεννήθηκε στα Γιάννενα μετά το 1590. Από νέος έφυγε για το Aγιον Όρος και κατατάχθηκε στην συνοδεία της Μονής του Δοχειαρίου, από τα πρώτα παραθαλάσσια μοναστήρια που αντικρίζει κανείς.
Διατηρώντας όσο περισσότερο μπορούσε καθαρό τον νού του από τις διαστροφές του δαίμονα, γλύκανε την ψυχή του με την Χάρη του Θεού, μεριμνώντας περισσότερο πως να σώσει την ψυχή του, παρά το τι θα φάει και θα πιει. Κι η αρετή αυτή που σχεδόν πάντα, όσο αποζητάς να κρυφτείς τόσο σε φανερώνει, τον φανέρωσε στούς αδελφούς που τον κατέστησαν ηγούμενό τους μετά την κοίμηση του προηγουμένου γέροντά τους. Ο Αγιος τούτος, και σαν ηγούμενος, έλαμπε λες, από την εφαρμογή της αρετής και του θείου θελήματος. Πιστός στη δικαιοσύνη και την στοργική πατρική αγάπη πρός όλα τα τέκνα που του έδωσε ο Θεός για να τα βάλει στον Παράδεισο!
Σε κάποια από εκείνα τα ευλογημένα χρόνια, η αδελφή του Αγίου, έστειλε γράμμα εκδιηγούμενη τη συμφορά που την βρήκε. Οι Τούρκοι είχαν αρπάξει τον γιό της και τον είχαν πάει στην Κωνσταντινούπολη με σκοπό βέβαια να τον κάνουν γενίτσαρο. Τότε ο Αγιος, ανησυχώντας για τον ανηψιό του, μπήκε στον κόπο και πήγε στην Πόλη. Πράγματι εκεί τον βρήκε, ευτυχώς προτού τον αλλαξοπιστήσουν. Έκαμε μεγάλες προσπάθειες και τελικά κατόρθωσε να τον ελευθερώσει και να τον πάρει μαζί του.
Ετσι γύρισαν στο Άγιον Όρος και αφού κράτησε τον ανηψιό του σε δοκιμασία, τον κούρεψε μοναχό. Η αδελφότητα της Μονής έδειχνε να ενοχλείται για τον ανηψιό του Αγίου, φοβούμενοι πως οι Τούρκοι θα έκαναν εκδίκηση. Ετσι ξεκίνησε διχόνοια στη συνοδεία, μισοί το αφήναν στο θέλημα του Θεού κι άλλοι μισοί φοβόντουσαν τους Τούρκους! Ο Αγιος αποφάσισε να βάλει τέλος στο πρόβλημα… Πήρε τον ανηψιό του κι έφυγαν για τη Θεσσαλονίκη κι από κεί στη Βέροια, πιθανότατα με σκοπό να πάνε στα Γάννενα, απ’όπου κατάγονταν.
Στη Βέροια συγκινήθηκαν με όσα άκουσαν για τη Σκήτη κι αποφάσισαν να την επισκεφτούν. Διέμειναν στην Μονή του Προδρόμου, και καθώς ευαρεστήθηκαν, αποφάσισαν να μείνουν. Έγιναν γρήγορα αγαπητοί, έτσι που τους δέχθηκαν οι πατέρες και σύντομα τους δώσαν ευλογία να κτίσουν ένα κάθισμα -δηλαδή μονύδριο- κοντά τους για να τους απολαμβάνουν και να ωφελούνται πνευματικά. Δέκα λεπτά πιό χαμηλά, από τη Μονή Προδρόμου πρός το ποτάμι, έκτισε ο Αγιος Θεοφάνης το κάθισμα στο όνομα της Παναγίας. Μαζί του βρισκΟταν κι ο ανεψιός του, αλλά σύντομα μαζεύτηκαν κι άλλοι υποτακτικοί. Επειδή είχαν αυξηθεί αρκετά, έπρεπε να βρούν κάποιο μεγαλύτερο χώρο να στεγαστούν. Η Σκήτη όμως της Βέροιας ήταν γεμάτη -50 αδελφότητες κοσμούσαν την κοιλάδα και όλα τα σημεία ήταν κατειλημμένα.
Ο Αγιος διαπίστωσε πως υπάρχει κατάλληλο μέρος κοντά στη Νάουσα και πηγαίνοντας εκεί ανέγειρε την Μονή των Ταξιαρχών. Πηγαινοέρχονταν μια στη Σκήτη μια στη Νάουσα. Κατά το κτίσιμο, ο πρωτομάστορας δέν ενέκρινε τον τόπο οικοδομής της Μονής. Αλλά ο Αγιος ζήτησε σημάδι από τους Αρχαγγέλους και το έλαβε. Τοποθέτησαν τα σχέδια σ’ένα σημείο κι είπαν πως όπου τα μεταθέσουν οι Αρχάγγελοι, εκεί να κτισθεί και το μοναστήρι. Κι όντως τα σχέδια βρέθηκαν στο σημείο που πρότεινε ο Αγιος Θεοφάνης. Μιαν άλλη φορά μια αρκούδα κατασπάραξε το γαϊδουράκι που κουβαλούσε τα υλικά για το κτίσιμο. Κι ο Αγιος, τόσο σπουδαίος ήταν, έζεψε την αρκούδα στη θέση του υποζυγίου. Ενόσο ο Αγιος έκτιζε το μοναστήρι, είχε χειροθετήσει ηγούμενο στην Μονή του Προδρόμου τον ανεψιό του.
Ετσι πέρασε τα επόμενα χρόνια της ζωής του πάντα πηγαινοερχόμενος στη Σκήτη και στην Μονή των Αρχαγγέλων της Νάουσας. Οταν γέρασε αρκετά, απομονώθηκε στο κάθισμα της Παναγίας στη Σκήτη. Εκεί εξέπνευσε από τον μάταιο τούτο και απατηλό κόσμο και ανήλθε πανηγυρικά στα Ουράνια στις 19 Αυγούστου. Εδώ ετάφη κατά τα έθη της μοναχικής τάξεως. Μετά την εκταφή του κι έχοντας, οι Πατέρες, βεβαιότητα για την οσιότητά του βίου του, εκόσμησαν την κάρα του με αργυρή περίτεχνη θήκη και την τοποθέτησαν μαζί με τα άλλα ιερά λείψανα της Μονής του Προδρόμου. Τα υπόλοιπα οστά ξανατάφηκαν και επάνω τους κατασκευάστηκε ένα προσκυνηματικό μνημείο.
Οταν μετά από αιώνες οι Τούρκοι κατέστρεψαν τη Σκήτη, γκρεμίστηκε το κάθισμα της Παναγίας, αλλά και το μνήμα του Αγίου παραχώθηκε μέσ’ τα συντρίμμια. Στις αρχές του εικοστού αιώνα, η κάρα του Αγίου κλάπηκε από Ναουσαίους που ήθελαν να την έχουν στη πόλη τους. Το μνήμα του Αγίου ανοίχθηκε το 1926 και τα οστά του (περίπου 60 τμήματα) τοποθετήθηκαν στο Άγιο Βήμα της Μονής Προδρόμου. Σήμερα σώζονται μόνον λίγα τεμάχια.
Πηγή: 1myblog.pblogs.gr